Quantcast
Channel: ΙΕΡΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ
Viewing all 364 articles
Browse latest View live

Ο ΑΓΙΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Ο ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΟΣ (1779 – 1803) Ο εκ Λιγουδίστης της Τριφυλίας και εν Τριπόλει της Πελοποννήσου μαρτυρικώς αθλήσας καλλίνικος και ένδοξος νεομάρτυς του Χριστού

$
0
0
Μέσα στη σεπτή και ευλογημένη χορεία των κλεινών νεομαρτύρων της αμωμήτου χριστιανικής πίστεως συναριθμείται και ο νεομάρτυς Άγιος Δημήτριος, ο γενναιότατος και καρτερότατος αυτός νεαρός αθλητής του Χριστού, ο δι’ αποκεφαλισμού τελειωθείς στις 14 Απριλίου 1803 στην ιστορική πόλη της Τριπολιτσάς, της οποίας έκτοτε είναι ο θερμός αντιλήπτωρ και προστάτης. Ο Άγιος νεομάρτυς Δημήτριος ο Πελοποννήσιος γεννήθηκε το 1779 στη συνοικία Κάτω Ρούγα του τότε χωριού Λιγούδιστα, το οποίο είναι η σημερινή κωμόπολη της Χώρας Τριφυλίας του νομού Μεσσηνίας. Σύμφωνα με τον βιογράφο του, Όσιο Νικηφόρο τον Χίο (1750-1821), ο Δημήτριος ήταν ο δευτερότοκος υιός του ευσεβούς Ηλία Καψαρίδη. Η ενάρετη μητέρα του απεβίωσε όμως, όταν ο Δημήτριος ήταν ακόμη βρέφος και έτσι δεν είχε τη χαρά να τη γνωρίσει και να δεχθεί τη μητρική αγάπη και φροντίδα. Ο πατέρας του παντρεύτηκε για δεύτερη φορά, ελπίζοντας ότι η νέα του σύζυγος θα περιβάλλει με την πρέπουσα αγάπη και στοργή τους δύο ορφανούς γιους του. Αλλά η μητριά συμπεριφέρθηκε στα δύο δυστυχισμένα παιδιά με κακότητα και ψυχρότητα. Έτσι τα δύο ορφανά μεγάλωσαν μέσα στη φτώχεια και τη στέρηση, έχοντας δίπλα τους μία αδιάφορη και κακότροπη γυναίκα, η οποία τα περιφρονούσε και τα κακομεταχειριζόταν. Γι’ αυτό και αντί για αγάπη και φροντίδα, εισέπρατταν μίσος και περιφρόνηση. Το γεγονός αυτό τα ανάγκασε να εγκαταλείψουν την πατρική οικία και να βρουν καταφύγιο και εργασία στην Τρίπολη που την εποχή εκείνη ήταν το εμπορικό κέντρο της τουρκοκρατούμενης Πελοποννήσου με πολλά εργαστήρια και εμπορικά καταστήματα. 

Ο μεγαλύτερος αδελφός του ήρθε πρώτος στην Τρίπολη και έγινε υπηρέτης σε κάποια τουρκική οικογένεια, ενώ ο Δημήτριος γνωρίστηκε με κάποιους κτίστες που ταξίδευαν από τόπο σε τόπο και έκτιζαν οικοδομές. Κάποια στιγμή ήρθε στην Τρίπολη και άρχισε να συναναστρέφεται με παιδιά τουρκικών οικογενειών. Όμως η προστριβή του με το συνεργείο των κτιστών, όπου εργαζόταν, τον ανάγκασε να καταφύγει στην τουρκική οικογένεια του Βελή Μπαρμπέρη, η οποία είχε κουρείο. Εκεί έμαθε την τέχνη του κουρέα, ενώ ταυτόχρονα παρασυρόμενος από τις δελεαστικές υποσχέσεις, αλλά και τις συνεχείς απειλές των Τούρκων, αρνήθηκε τη χριστιανική του πίστη και απάσθηκε τον μουσουλμανισμό. Έτσι υποβλήθηκε σε περιτομή, φόρεσε τουρκικά ενδύματα και σαρίκι στο κεφάλι και μετονομάσθηκε Μεχμέτ. Στο μεταξύ ο μεγαλύτερος αδελφός του, ο οποίος δεν είχε τουρκέψει ακόμη, πληροφορηθείς τα γενόμενα, έτρεξε να τον συναντήσει. Μόλις τον συνάντησε, ζήλεψε την απατηλή ευτυχία του και ασπάσθηκε και εκείνος τον μουσουλμανισμό. Κάποια στιγμή όμως ο πατέρας τους πληροφορήθηκε ότι και τα δύο του παιδιά έγιναν εξωμότες. Τότε αισθανόμενος ψυχική συντριβή για το θλιβερό κατάντημα των γιων του, πήγε αμέσως στην Τρίπολη για να συναντήσει και να συνετίσει τα δύο δυστυχισμένα παιδιά του. Κανείς δεν γνωρίζει, εάν συνάντησε τον μεγαλύτερο γιο του. Ο Δημήτριος όμως πληροφορηθείς ότι τον αναζητά ο πατέρας του, κρύφτηκε από ντροπή, αλλά και από φόβο μήπως και εξοργισθεί μαζί του ο Τούρκος αφέντης του. Έτσι ο καταπικραμένος πατέρας του πήρε τον δρόμο της επιστροφής για τη Λιγούδιστα. 

 

Η απεγνωσμένη, αλλά άκαρπη προσπάθεια του πατέρα του νεαρού Δημήτριου δεν πήγε όμως χαμένη, αφού ο Θεός είχε τον σκοπό του και δεν θα ήταν ποτέ δυνατόν να απωλεσθεί ο σπόρος της χριστιανικής πίστεως στην ψυχή του Δημητρίου. Έτσι κάποια στιγμή συναισθάνθηκε το τρομερό αμάρτημα της προδοσίας της πίστεως του στον Ιησού Χριστό, αλλά και της αρνήσεώς του να συναντήσει τον πατέρα του, ο οποίος υποβλήθηκε σε μεγάλο κόπο και ταλαιπωρία για να έρθει από τη Λιγούδιστα να τον ανταμώσει. Γι’ αυτό και ο νεαρός Δημήτριος κατελήφθηκε από σωτήριους λογισμούς μετανοίας και αυτοκριτικής, αφού η θεία χάρις τον επισκέφθηκε και συνειδητοποίησε ότι είχε αρνηθεί τον Χριστό, είχε προδώσει την πατρίδα του και είχε φορέσει τουρκικά ενδύματα. Έχοντας λοιπόν αυτούς τους λογισμούς, έφυγε από την Τρίπολη και αποφάσισε να μεταβεί στην πατρίδα του για να συναντήσει τον πατέρα του. Αλλά αντί να ακολουθήσει τον δρόμο που οδηγεί στη Λιγούδιστα, ακολούθησε αντίθετη κατεύθυνση και μετά από αρκετές ώρες πεζοπορία έφτασε στο χωριό Στεμνίτσα της Αρκαδίας, όπου φιλοξενήθηκε στο σπίτι μιας ευλογημένης χριστιανής. Εκεί πληροφορήθηκε ότι είχε πάρει λανθασμένο δρόμο και ότι έπρεπε να επιστρέψει στην Τρίπολη και να βρει κάποιον που θα του έδειχνε τον σωστό δρόμο για να μεταβεί στην πατρίδα του. Αφού επέστρεψε στην Τρίπολη, εργάσθηκε ως κουρέας στον Τούρκο αφέντη του μέχρι να βρει τον άνθρωπο εκείνο που θα τον οδηγούσε στη Λιγούδιστα. Όμως στην Τρίπολη γνωρίσθηκε με κάποιους χριστιανούς που θα ταξίδευαν στη Σμύρνη. Αποφάσισε λοιπόν να μην επιστρέψει στην πατρίδα του, αλλά να αναζητήσει καινούργιους κόσμους.


Έτσι έφυγε κρυφά από την οικία του Τούρκου Βελή και όταν έφτασε στους Μύλους της Αργολίδος, επιβιβάσθηκε σε πλοίο με προορισμό τη Σμύρνη. Μόλις έφτασε εκεί, πέταξε αμέσως τα τουρκικά ενδύματα, φόρεσε χριστιανικό χιτώνα και άρχισε να συναναστρέφεται μόνο με χριστιανούς, από τους οποίους έμαθε πολλά για τους αγίους της χριστιανικής πίστεως και τα μαρτύρια που υπέστησαν για την αγάπη του Χριστού. Οι συναρπαστικές αυτές διηγήσεις τον αναγέννησαν πνευματικά και τον έκαναν να συνειδητοποιήσει το τρομερό αμάρτημα της αρνησιθρησκείας. Στη συνέχεια αναχώρησε για τη Μαγνησία της Μ. Ασίας, όπου φιλοξενήθηκε σε κάποιους γνωστούς του, ενώ εξέφρασε την επιθυμία του να εξομολογηθεί τα αμαρτήματά του. Μάλιστα εξομολογήθηκε σ’ έναν πνευματικό, αλλά οι επικρατούσες συνθήκες στη Μαγνησία δεν ήταν ευνοϊκές ούτε για εκείνον ούτε και για τους υπόλοιπους χριστιανούς. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό και με την επιδημία πανούκλας που ενέσκυψε στην πόλη, τον ανάγκασαν να καταφύγει σε κοντινό χωριό, όπου όλοι οι κάτοικοι ήταν χριστιανοί. Κατόπιν αναχώρησε για τις Κυδωνίες (σημερινό Αϊβαλί) και από εκεί επισκέφθηκε την περίφημη Μονή του Τιμίου Προδρόμου που βρισκόταν στο Μοσχονήσι για να εξομολογηθεί στον Ηγούμενο της Μονής το θανάσιμο αμάρτημα της αρνήσεως της χριστιανικής του πίστεως. Η ειλικρινής εξομολόγησή του τον ηρέμησε ψυχικά και έτσι ανακουφίσθηκε από το φοβερό ολίσθημά του. Παρόλα αυτά πίστευε ότι μόνο με το αίμα του θα μπορούσε να ξεπλύνει τη μεγάλη προδοσία του. 


Στο μεταξύ ο Δημήτριος εξαιτίας της μεγάλης προσέλευσης πιστών στη Μονή του Τιμίου Προδρόμου με τη θαυματουργή εικόνα, αναγκάσθηκε να αναζητήσει εργασία στο Μοσχονήσι, όπου για ένα χρόνο εργάσθηκε σε καφενείο. Όμως ούτε και εκεί βρήκε την ψυχική του ανάπαυση, γεγονός που τον οδήγησε και πάλι στη Μονή για να προσκυνήσει τη θαυματουργή εικόνα του Τιμίου Προδρόμου, ζητώντας από τον Άγιο να τον ενισχύσει και τάζοντάς του ένα ασημένιο καντήλι. Κατόπιν επέστρεψε στις Κυδωνίες, όπου εργάσθηκε ως κουρέας και μάλιστα μέσα από την εργασία του κέρδισε πολλά χρήματα. Το ανέλπιστα μεγάλο χρηματικό ποσό που απέκτησε από την εργασία του, το θεώρησε ως θαύμα του Τιμίου Προδρόμου, προς τιμήν του οποίου αγόρασε το αργυρό καντήλι που είχε υποσχεθεί στον Άγιο. Παράλληλα την περίοδο αυτή συνδέθηκε με φιλία μ’ έναν συμπατριώτη του έμπορο που ήταν χριστιανός, ο οποίος του διάβαζε τον βίο των νεομαρτύρων της πίστεώς μας. Μέσα μάλιστα από την ανάγνωση των συναξαρίων αναζωπυρώθηκε η φλόγα της αγάπης του στον Ιησού Χριστό, αλλά και της διακαούς επιθυμίας του να μαρτυρήσει για το όνομά Του. Γι’ αυτό και σταμάτησε να εξασκεί το επάγγελμα του κουρέα και αφού επισκέφθηκε και πάλι τη Μονή του Τιμίου Προδρόμου, παρακάλεσε τον Ηγούμενο να τον συμβουλεύσει τί να πράξει για να ξεπλύνει το αμάρτημά του. Τότε εκείνος τον έστειλε στη Χίο για να τον καθοδηγήσει πνευματικά ο Άγιος Μακάριος ο Νοταράς Αρχιεπίσκοπος Κορίνθου (1731 – 1805), ο οποίος εφησύχαζε την εποχή εκείνη στο Μονύδριο των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου στους βορειοανατολικούς πρόποδες του όρους Αίπος πάνω από την κωμόπολη του Βροντάδου. 

Όταν ο Δημήτριος έφτασε στη μυροβόλο και αγιοτόκο νήσο Χίο ο Άγιος Μακάριος, ο οποίος ήταν έμπειρος πνευματικός και γνωστός αλείπτης νεομαρτύρων, τον υποδέχθηκε με πολλή αγάπη και αφού τον παρηγόρησε, τον επαίνεσε για την αγάπη του στον Ιησού Χριστό και την προθυμία του να μαρτυρήσει για το όνομά Του. Τον συμβούλεψε όμως να εγκαταλείψει την ιδέα του μαρτυρίου, διότι εξαιτίας του νεαρού της ηλικίας του μπορεί να μην αντέξει τα βασανιστήρια και έτσι να υποπέσει για δεύτερη φορά στο αμάρτημα της αρνησιθρησκείας. Του τόνισε μάλιστα ότι η ειλικρινής μετάνοια του είναι αρκετή για να συγχωρεθούν τα αμαρτήματά του και του παρουσίασε ως παράδειγμα τον Απόστολο Πέτρο, ο οποίος αρνήθηκε τον Χριστό, αλλά σώθηκε χάρη στη μετάνοιά του, όπως σώθηκαν και πολλοί άλλοι που αμάρτησαν ποικιλοτρόπως ή αρνήθηκαν τον Χριστό. Ο γενναιότατος όμως Δημήτριος του απάντησε ότι ελπίζει στον Κύριο, ο Οποίος είναι η ελπίδα των μαρτύρων και το κραταίωμα της Εκκλησίας και μάλιστα η χάρη Του θα τον ενδυναμώσει για να υποφέρει τα βασανιστήρια και τα σωματικά τραύματα. Του τόνισε επίσης ότι μόνο με το αίμα του θα ξεπλύνει τον ρύπο της ψυχής του και μόνο μ’ αυτό τον τρόπο θα βρει την ποθούμενη ψυχική ηρεμία και ανάπαυση. 


Στις πατρικές νουθεσίες και προτροπές του Αγίου Μακαρίου του Νοταρά ο ευλογημένος Δημήτριος δεν εναντιώθηκε καθόλου, αλλά σιώπησε, ακούγοντας με προσοχή και σεβασμό τις συμβουλές του. Μάλιστα σύμφωνα με τον βιογράφο του, Όσιο Νικηφόρο τον Χίο, ενισχύθηκε τόσο πολύ μέσα στην ψυχή του η φλόγα της αγάπης του στον Θεό, ώστε άρχισε να επιδίδεται σε σκληρούς πνευματικούς αγώνες με αυστηρές νηστείες, αδιάλειπτες προσευχές, ολονύκτιες αγρυπνίες, αμέτρητες γονυκλισίες και συνεχείς παρακλήσεις στην Υπεραγία Θεοτόκο. Μέσα από τον ακατάπαυστο πνευματικό του αγώνα έκλαιγε συντετριμμένος, όπως ο Απόστολος Πέτρος και αναστέναζε εκ βάθους καρδίας, όπως ο Τελώνης. Όλα όμως όσα έκανε, του φαινόταν λίγα για να εξιλεώσει τον Θεό. Γι’ αυτό και χτυπούσε με τα χέρια του τόσο πολύ το στήθος, το πρόσωπο και το κεφάλι του, ώστε έτρεχε αίμα από τη μύτη του. Παράλληλα είχε υποβάλλει τον εαυτό του και σε μία άλλη άσκηση. Χρησιμοποιούσε ένα σπήλαιο που βρισκόταν στους πρόποδες του όρους Αίπος παράμερα από το Μονύδριο των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου ως τόπο προσευχής και αυτοσυγκέντρωσης. Μάλιστα στο σπήλαιο αυτό, όπου επικρατούσε πολύ χαμηλή θερμοκρασία εξαιτίας του χειμώνα, υπήρχε μεγάλη υγρασία, αφού το διαπερνούσε νερό. 


Στο μεταξύ ο Άγιος Μακάριος είχε γίνει μεγαλόσχημος μοναχός και με βάση τους κανόνες του μοναχισμού δεν επιτρεπόταν πλέον να ιερουργεί, αλλά ούτε και να εξομολογεί. Γι’ αυτό και καθ’ υπόδειξή του κατέφυγε ο Δημήτριος στον Όσιο Νικηφόρο τον Χίο για να καθοδηγηθεί πνευματικά. Αλλά και αυτός ο πνευματικός τον συμβούλεψε να εξαλείψει το αμάρτημά του με τη συνεχή μετάνοια και όχι με το μαρτύριο. Κανείς όμως δεν μπορούσε πλέον να τον εμποδίσει από την απόφασή του να μαρτυρήσει για την αγάπη του Χριστού. Γι’ αυτό και ζήτησε την άδεια και την ευλογία του πνευματικού του να επιστρέψει στην Τρίπολη για να ομολογήσει τον Κύριο ενώπιον των Τούρκων και να συναντήσει τον αδελφό του, ώστε να τον παρακινήσει να ομολογήσει και εκείνος το όνομα του Χριστού. Βλέποντας ο Όσιος Νικηφόρος ο Χίος τη σταθερή και αμετάβλητη απόφαση του Δημητρίου, τον συμβούλεψε με τις απαραίτητες πνευματικές νουθεσίες και αφού του έδωσε μία συστατική επιστολή, τον έστειλε στην Πελοπόννησο για να συναντήσει τον Ιεροκήρυκα Αγάπιο τον εκ Δημητσάνης καταγόμενο και εν Άργει διατρίβοντα. 


Φτάνοντας όμως ο Δημήτριος στο Άργος δεν κατόρθωσε να βρει και να συναντήσει τον Αγάπιο και να του επιδώσει την επιστολή, αλλά έμεινε στο σπίτι κάποιου ευσεβούς χριστιανού, ο οποίος για να του εξάψει τον πόθο του μαρτυρίου, του διάβαζε νυχθημερόν το Νέο Μαρτυρολόγιο που περιέχει τα συναξάρια των νεομαρτύρων της πίστεώς μας. Στο Άργος ο Δημήτριος έμεινε ολόκληρη τη Μεγάλη Εβδομάδα, καθώς και την εβδομάδα της Διακαινησίμου, αλλά εξαιτίας της μη εμφανίσεως του ιεροκήρυκος Αγαπίου αναγκάσθηκε να φύγει από εκεί και να μεταβεί στην Τρίπολη για να ομολογήσει τον Χριστό και να μαρτυρήσει. Στην πορεία του πέρασε από το όρος Αρτεμίσιο που χωρίζει την Αρκαδία από την Αργολίδα και επισκέφθηκε την Ιερά Μονή της Παναγίας Γοργοεπηκόου, η οποία ιδρύθηκε τον 11ο αιώνα και βρίσκεται στον επιβλητικό βράχο του Γουλά πάνω από το χωριό Τσηπιανά που είναι η σημερινή Νεστάνη. Το ευλογημένο αυτό μοναστήρι της ιστορικής αρκαδικής γης αποτέλεσε ένα πνευματικό καταφύγιο για τον πυρπολούμενο από θείο έρωτα νεαρό Δημήτριο, αφού παρέμεινε εκεί προσευχόμενος όλη τη νύχτα και επικαλούμενος τις πρεσβείες της Υπεραγίας Θεοτόκου. Την άλλη ημέρα ξεκίνησε την πορεία του για την Τρίπολη. Μετά από αρκετή πεζοπορία έφθασε στο χωριό Μερκοβούνι και κάθισε κάτω από ένα δένδρο για να ξεκουρασθεί. Εις ανάμνηση του περάσματος του νεομάρτυρος Δημητρίου από το αρκαδικό αυτό χωριό οι ευσεβείς κάτοικοί του ανήγειραν στο σημείο, όπου κάθισε ο γενναίος αθλητής του Χριστού, περικαλλή ενοριακό ναό επ’ ονόματί του και καθιερώθηκε να εορτάζεται κατ’ έτος την Κυριακή των Μυροφόρων η πανίερη μνήμη του με λαμπρά πανήγυρη. Μετά τη σύντομη στάση του Δημητρίου στο Μερκοβούνι κατευθύνθηκε στην Τρίπολη και έφτασε εκεί τη Δευτέρα της εβδομάδος του Θωμά. Αμέσως πήγε στο σπίτι κάποιου χριστιανού που ήταν γνωστός του πρώην Τούρκου αφέντη του, ενώ σε όλους απευθυνόταν με τον γνωστό αναστάσιμο χαιρετισμό «Χριστός Ἀνέστη». Το ίδιο βράδυ συνάντησε μερικούς ευλαβείς κληρικούς και ενάρετους χριστιανούς και τους ανακοίνωσε τη σταθερή πρόθεση και αμετάκλητη απόφασή του να ομολογήσει το όνομα του Χριστού και να μαρτυρήσει για Εκείνον. Όλοι όμως προσπάθησαν να τον αποτρέψουν, προβάλλοντας τον κίνδυνο ότι δεν θα αντέξει τα σκληρά βασανιστήρια, ενώ εξέφρασαν και τον φόβο ότι οι Τούρκοι θα εξαπολύσουν διωγμό εναντίον των χριστιανών. Αλλά ο θαρραλέος αθλητής του Χριστού τους απάντησε με παρρησία: «Θαρσεῖτε, ἀδελφοί μου, διότι ὅλες μου τίς ἐλπίδες τίς ἔχω στόν Θεό. Ἐκεῖνος καθώς ἐνδυνάμωσε ὅλους τούς Ἁγίους Μάρτυρες, θά ἐνδυναμώσει καί ἐμέ τόν ἄθλιο νά ἐξαλείψω τήν ἀμαρτία μου μέ τό αἷμα μου». 


Μεταξύ των ευλαβών ιερέων ήταν και ο π. Αντώνιος, ο οποίος προσπάθησε με κάθε τρόπο να εμποδίσει τον Δημήτριο στην απόφασή του να μαρτυρήσει για τον Χριστό. Βλέποντας όμως την αδιαλλαξία του νεαρού αθλητού της πίστεως, του πρότεινε να προσευχηθούν θερμά στον Θεό και ό,τι τους αποκαλύψει, αυτό και να πράξουν την επόμενη ημέρα. Τότε ο Δημήτριος διανυκτέρευσε στον ναό του Αγίου Νικολάου που βρίσκεται πλησίον των στρατώνων της Τριπόλεως. Μάλιστα παρέμεινε άγρυπνος και προσευχόμενος όλη τη νύχτα, ενώ ο ιερεύς Αντώνιος πήγε στη Μητρόπολη, όπου κάποια στιγμή μετά από θερμή προσευχή αποκοιμήθηκε. Στον ύπνο του είδε τότε ένα μεγάλο στράτευμα με πολλούς στρατιώτες. Στη μέση υπήρχε ένα χρυσοστολισμένο άρμα που έσερναν δύο άσπρα άλογα και ο αμαξηλάτης ήταν ένας ωραιότατος ξανθός άνθρωπος με λίγα γένια και με ενδύματα άσπρα και πράσινα, ενώ στη μέση του έφερε ένα μεγάλο σπαθί. Πίσω από την άμαξα ακολουθούσε ο Δημήτριος έχοντας στο κεφάλι του λευκό σεντόνι και πλησιάζοντας τον π. Αντώνιο, του είπε δύο φορές να σηκωθεί. Ο ιερέας όμως συνέχισε να κοιμάται και τότε ο Δημήτριος του έπιασε το χέρι και του φώναξε δυνατά να σηκωθεί, διότι τώρα είναι καιρός. Μόλις ο π. Αντώνιος ξύπνησε από το όνειρο, έτρεξε να συναντήσει τον Δημήτριο, ο οποίος έτρεξε και αυτός για να συναντήσει τον ιερέα. Στην ερώτηση του π. Αντωνίου εάν είδε κάποιο σημείο από τον Θεό, εκείνος απάντησε αρνητικά. Αλλά στην επιμονή του ιερέα ο Δημήτριος του αποκάλυψε τη θεόσταλτη οπτασία που είχε δει. Έτσι κατά την τέταρτη ώρα της νύχτας και αφού είχε προσευχηθεί, είδε μία θαυμαστή λάμψη και ένα ουράνιο φως, το οποίο τον περικύκλωσε. Μέσα σ’ αυτό το φως είδε έναν άνδρα με λευκά ενδύματα, ο οποίος του είπε να μην φοβάται και να συνεχίσει τον αγώνα του με θάρρος, αφού θα βρίσκεται δίπλα του. Παρόλο βέβαια που ο Δημήτριος φοβήθηκε από τη θαυμαστή αυτή αποκάλυψη, ένιωσε ενισχυμένος και χαρούμενος και γι’ αυτό έπεσε στη γη και προσευχόταν. Μάλιστα τη σκηνή με τον λευκοφορεμένο άνδρα την είδε τρεις φορές, αλλά κατόπιν εξαφανίσθηκε από μπροστά του ο θαυμαστός αυτός άνθρωπος και το ουράνιο φως. Μετά την εξιστόρηση των υπερφυών αυτών γεγονότων ο Δημήτριος εξομολογήθηκε στον π. Αντώνιο και αφού κοινώνησε το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, έφυγε από τον ναό του Αγίου Νικολάου, όπου πέρασε την τελευταία νύχτα του επίγειου βίου του. 

Το πρωί κατευθύνθηκε στο κέντρο της Τριπόλεως για να τον αναγνωρίσουν οι Τούρκοι. Παρόλο όμως που περιήλθε την πόλη τρεις φορές, κανείς δεν τον αναγνώρισε και έτσι επέστρεψε στον ναό του Αγίου Νικολάου κατ’ εντολήν του π. Αντωνίου, ο οποίος τον παρηγόρησε, επειδή είχε περιέλθει σε βαθιά λύπη, επειδή δεν τον αναγνώρισαν. Τότε ο σεβάσμιος και ευλαβής ιερέας τον παρότρυνε να εγκαταλείψει την ιδέα του μαρτυρίου, διότι ήταν ήδη μάρτυς κατά προαίρεση και επομένως είχε εκπληρώσει το χρέος του. Μάλιστα του πρότεινε να πάει να ζήσει σε χριστιανικό τόπο, εφαρμόζοντας πιστά τις εντολές του Θεού. Μ’ αυτόν τον τρόπο άλλωστε θα Τον ευαρεστούσε. Αλλά ο πυρπολούμενος από αγάπη στον Κύριο και από πόθο για το μαρτύριο Δημήτριος του απάντησε ότι πρέπει να θυσιασθεί για τον Ιησού Χριστό και να ομολογήσει το όνομά Του ενώπιον των απίστων. Γι’ αυτό και είναι έτοιμος να υποστεί όλα τα βασανιστήρια για την αγάπη του Σωτήρος Χριστού. Τότε ο π. Αντώνιος κατάλαβε ότι ο Κύριος παρίσταται αοράτως και δέχεται πρόθυμα την απόφασή του. 


Ευθύς αμέσως ο γενναίος οπλίτης του Χριστού πήγε στο κουρείο του πρώην Τούρκου αφέντη του και χαιρέτησε τους παριστάμενους με τον αναστάσιμο χαιρετισμό «Χριστός Ἀνέστη». Στο ερώτημα κάποιων ποιος είναι, απάντησε ότι είναι ο Δημήτριος, αυτός δηλαδή που μέσα σ’ αυτό το κατάστημα αρνήθηκε τον Θεό του, τον Οποίο ήρθε τώρα να ομολογήσει εκεί που Τον αρνήθηκε. Μόλις οι παριστάμενοι χριστιανοί άκουσαν αυτά, έφυγαν τρομοκρατημένοι, ενώ ένας νεαρός Τούρκος που ήταν γνωστός του Δημητρίου και είχε μάθει την τέχνη του κουρέα, του είπε να σταματήσει να λέει τέτοιες κουβέντες και να λυπηθεί τη ζωή του, διότι εάν τα μάθουν αυτά οι Τούρκοι, θα τον θανατώσουν. Τότε ο Δημήτριος του απάντησε με παρρησία ότι ο σκοπός που βρίσκεται εκεί, είναι να ξεπλύνει με το αίμα του το αμάρτημά του. Στο άκουσμα αυτών των λόγων ο νεαρός Τούρκος του είπε να έρθει στην αυλή για να του κόψει με ξυράφι τον λαιμό του. Αμέσως με μεγάλη χαρά ο Δημήτριος έσκυψε το κεφάλι του και τον παρότρυνε να πράξει αυτό που είχε αποφασίσει. Ο Τούρκος όμως φοβήθηκε και έφυγε, λέγοντάς του: «Νά τό εὕρης αὐτό ἀπό κάποιον ἄλλο». Κατόπιν ο θαρραλέος Δημήτριος κάθισε έξω από το κουρείο του Βελή Μπαρμπέρη που ήταν το πρώην αφεντικό του. Μόλις τον είδε ο Βελής, προσπάθησε με απατηλές υποσχέσεις αγαθών, αλλά και με φοβερές απειλές να τον μεταπείσει. Εκείνος όμως του δήλωσε με παρρησία τη χριστιανική του ιδιότητα. Μάλιστα ο Βελής του υποσχέθηκε να του δώσει ασημένια νομίσματα για να φύγει από την Τρίπολη και έτσι να ζήσει ελεύθερος, όπου επιθυμεί. Η σθεναρή όμως ομολογία του νεαρού αθλητού της πίστεως ότι πιστεύει στον Κύριο ημών Ιησού Χριστό και ότι επιθυμεί διακαώς να μαρτυρήσει για το όνομά Του, εξόργισε τον Βελή, αλλά και άλλους Τούρκους που πληροφορήθηκαν ότι κάποιος χριστιανός που είχε τουρκέψει, αρνήθηκε την πίστη του στον Μωάμεθ και επέστρεψε στην παλαιά του θρησκεία. Μάλιστα ένας αιμοβόρος Τούρκος τον άρπαξε, όπως ο λύκος το αρνί, για να τον οδηγήσει στον Τούρκο ηγεμόνα της Τριπόλεως. Καθ’ οδόν τον έβαλε μέσα σε κάποιο κατάστημα για να ψάξει στα ρούχα του για τυχόν υπάρχοντα χρήματα. Ο ιδιοκτήτης όμως του καταστήματος ήταν χριστιανός και του ζήτησε να τον απολύσει, δίνοντας στον Τούρκο τα χρήματα. Αλλά ο Δημήτριος απέρριψε μία τέτοια πρόταση και κατόπιν οδηγήθηκε στον επίτροπο του Τούρκου ηγεμόνα, ο οποίος προσπάθησε με κολακείες και υποσχέσεις, αλλά και με συνεχείς απειλές να τον επαναφέρει στη μουσουλμανική θρησκεία. Ο Δημήτριος όμως έμεινε σταθερός και ακλόνητος στην πίστη του, γεγονός που τον οδήγησε στον δικαστή. Στον δρόμο μάλιστα του κρατούσαν τόσο σφιχτά το δεξί του χέρι, ώστε δεν μπορούσε να κάνει τον σταυρό του, αλλά απαίτησε να μην τον αγγίξει κανείς, αφού εκούσια οδηγείτο στο μαρτύριο. Στον δικαστή ο γενναίος Δημήτριος δήλωσε σε ελληνική γλώσσα ότι ήταν και είναι χριστιανός και προσκυνά τον Χριστό ως αληθινό Θεό. Ο δικαστής όμως δεν γνώριζε ελληνικά και ζήτησε από κάποιον Τούρκο να του επαναλάβει αυτά που είπε ο Δημήτριος. Ο διερμηνέας Αγαρηνός αποκρίθηκε τότε ψευδώς, δηλαδή ότι ο Δημήτριος είπε ότι ήταν και εξακολουθεί να είναι Τούρκος. Αμέσως ο γενναίος αθλητής του Χριστού διαμαρτυρήθηκε λέγοντας στα τουρκικά ότι είναι χριστιανός και θέλει να πεθάνει με τη χριστιανική του ιδιότητα. Ακούγοντας αυτά ο δικαστής δεν θέλησε να εκδώσει θανατική απόφαση, αλλά τον έστειλε στον Τούρκο ηγεμόνα Μουσταφά, ο οποίος του υποσχέθηκε πάμπολλα αγαθά, όπως χρυσοχάλκινα άλογα, ακριβά ενδύματα και άφθονο χρυσάφι και ασήμι. Ο Δημήτριος όμως έμεινε σταθερός και ακλόνητος στην πίστη του και δήλωσε και πάλι με παρρησία την ομολογία του στον Κύριο. Στο άκουσμα αυτής της θαρραλέας ομολογίας πίστεως ο ηγεμόνας αποφάσισε τη δι’ αποκεφαλισμού θανάτωσή του. 


Έτσι έμπλεως χαράς ο νεαρός αθλητής της πίστεως και πρώην εξωμότης Δημήτριος οδηγήθηκε στον τόπο της καταδίκης του. Καθ’ οδόν ζητούσε συγχώρηση από τους χριστιανούς που συναντούσε, ενώ όταν έφτασε στο μέσο της αγοράς έστρεψε το κεφάλι του στον ουρανό και με δυνατή φωνή δόξασε τον Ιησού Χριστό, ο Οποίος τον αξίωσε να φθάσει σ’ αυτή την ευλογημένη στιγμή και να δώσει το αίμα του για το όνομά Του. Η θανατική εκτέλεση του γενναίου μάρτυρος Δημητρίου έλαβε χώρα στην ψαραγορά, αφού πρώτα ο δήμιος με τον μάρτυρα πέρασαν από το κουρείο του πρώην Τούρκου αφεντικού του. Κατόπιν ο δήμιος με τρία χτυπήματα αποκεφάλισε τον νεαρό οπλίτη του Χριστού, ο οποίος παρέδωσε την αγία του ψυχή στον Κύριο, τον Οποίο με τόση αγάπη και πίστη ομολόγησε. Η δι’ αποκεφαλισμού μαρτυρική τελείωση του νεομάρτυρος Αγίου Δημητρίου του εκ Λιγουδίστης της Τριφυλίας έλαβε χώρα στις 14 Απριλίου 1803, ημέρα Τρίτη της εβδομάδος του Θωμά και ώρα εβδόμη που αντιστοιχεί στις 1 το μεσημέρι. 


Το ιερό λείψανο του νεομάρτυρος έμεινε άταφο στον τόπο του μαρτυρίου επί τρεις ημέρες και πολυάριθμοι χριστιανοί, μόλις πληροφορήθηκαν τη θανάτωση του Δημητρίου, έτρεξαν για να λάβουν κάποια ευλογία από τον ένδοξο μάρτυρα του Χριστού, είτε αίμα, είτε τεμάχιο από τα ρούχα του είτε τρίχες από το κεφάλι του ή μέρος του σώματός του. Άλλωστε οι χριστιανοί τόσο πριν όσο και μετά από το μαρτύριό του ωφελήθηκαν πνευματικά και ενισχύθηκαν ψυχικά, βιώνοντας πολλά θαύματα, δεδομένου ότι και το κομμένο του κεφάλι φαινόταν σαν να ήταν ζωντανό. Ο ευλαβής ιερέας Αντώνιος πήρε κρυφά την τιμία κεφαλή του και την ενταφίασε εντός του Ιερού Βήματος του ενοριακού ναού του Αγίου μεγαλομάρτυρος Δημητρίου του Μυροβλήτου στην Τρίπολη και μάλιστα κάτω από την Αγία Τράπεζα. Σήμερα η τιμία και πανσεβάσμια κάρα του νεομάρτυρος Δημητρίου φυλάσσεται ως χαριτόβρυτος και μυρίπνοος θησαυρός στον ιστορικό Ιερό Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Βασιλείου Τριπόλεως, ο οποίος θεμελιώθηκε το 1855 και εγκαινιάσθηκε το 1884. Το ακέφαλο σώμα του Αγίου κινδύνευε όμως να ριχθεί στην πυρά από τους Τούρκους, αλλά ο π. Αντώνιος συγκέντρωσε χρήματα από τους χριστιανούς, τα οποία και έδωσε στους άπιστους. Έτσι το τίμιο λείψανό του πετάχθηκε έξω από τα τείχη της πόλεως σε τοποθεσία, όπου κρεμούσαν οι Τούρκοι τους Έλληνες καταδίκους. Κατόπιν και σύμφωνα με τον διάκονο Ιωσήφ, ο οποίος αργότερα εξελέγη Επίσκοπος Ανδρούσης (1770-1844), οι ευλαβείς υπηρέτες του πολιτικού Σωτηρίου Κουγιά, αδελφού του Επισκόπου Τριπόλεως και Αμυκλών Νικηφόρου, παρέλαβαν το ακέφαλο σώμα του νεομάρτυρος Δημητρίου και το ενταφίασαν στην Ιερά Μονή Αγίου Νικολάου Βαρσών Μαντινείας, η οποία χρονολογείται από τις αρχές του 11ου αιώνα και βρίσκεται σε απόσταση δώδεκα χιλιομέτρων από την Τρίπολη. Το 1908 τα λείψανα του Αγίου ήρθαν «ὁσιακαῖς χερσίν» στην επιφάνεια από τον τόπο που βρίσκονταν και τοποθετήθηκαν σε ξύλινη λειψανοθήκη, η οποία το 1920 έγινε αργυρή με δωρεά της ευσεβούς οικογένειας Μακρή. Έκτοτε φυλάσσονται στη νέα λειψανοθήκη ως πολύτιμος πνευματικός θησαυρός της Ιεράς Μονής Βαρσών, μαζί και με τμήμα του εν Τριπόλει μαρτυρήσαντος στις 22 Μαΐου 1818 Αγίου οσιομάρτυρος Παύλου. Η ιερά αυτή λειψανοθήκη μεταφέρεται κατ’ έτος στην Τρίπολη κατά τον κοινό πανηγυρικό εορτασμό της μνήμης των Αγίων νεομαρτύρων Δημητρίου και Παύλου στις 22 Μαΐου, οι οποίοι με σχετικό βασιλικό διάταγμα της 4ης Ιουνίου 1909 τιμούνται ως πολιούχοι και προστάτες άγιοι της Τριπόλεως. Οι ιερές ακολουθίες προς τιμήν των δύο εφόρων και πολιούχων αγίων της ιστορικής αρκαδικής πρωτεύουσας τελούνται στον ιερό ενοριακό ναό του Προφήτου Ηλιού και Νεομαρτύρων της Τριπόλεως, ενώ η μνήμη του νεομάρτυρος Αγίου Δημητρίου στις 14 Απριλίου τιμάται και στον ομώνυμο ιερό ναό της Τριπόλεως, ο οποίος ανεγέρθηκε στον τόπο του μαρτυρίου του κατά το έτος 1904 με δαπάνη του ευσεβούς Αλεξάνδρου Παπαλεξανδρή και της συζύγου του, Δήμητρας. Ο Άγιος νεομάρτυς Δημήτριος εορτάζεται επίσης πανηγυρικά ως πολιούχος και προστάτης άγιος στη Χώρα Τριφυλίας (Λιγούδιστα), όπου έχει ανεγερθεί παρεκκλήσιο προς τιμήν του, στο χωριό Φλόκα Τριφυλίας, όπου σύμφωνα με την προφορική παράδοση καταγόταν ο πατέρας του και ο ενοριακός ναός του χωριού είναι αφιερωμένος στο όνομά του, καθώς και στο χωριό Μερκοβούνι Αρκαδίας, όπου επίσης ο ενοριακός ναός του χωριού έχει ανεγερθεί προς τιμήν του, ενώ ο Άγιος τιμάται και στον ιερό ενοριακό ναό του Αγίου Δημητρίου Αρκάδων της πόλεως Καλαμάτας. Εορτασμός της μνήμης του μαζί και με τον Άγιο οσιομάρτυρα Παύλο τελείται επίσης στην Πάτρα, στον ιερό ενοριακό ναό του Αγίου Διονυσίου, όπου από το 1861 φυλάσσεται εικόνα των δύο πολιούχων αγίων της Τριπόλεως, η οποία είναι αφιέρωμα των εν Πάτραις διαβιούντων Αρκάδων, καθώς και στον ιερό ενοριακό ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου Κυπριάδου Αθηνών. 


Πολυάριθμα είναι τα θαύματα που έχει επιτελέσει ο Άγιος Δημήτριος ο Πελοποννήσιος, αφού δαιμονιζόμενοι, ετοιμοθάνατοι και τυφλοί βρήκαν τη θεραπεία τους χάρη στη θαυματουργική επέμβαση του νεομάρτυρος διά της χάριτος του Παντοδυνάμου Θεού. Αλλά και η μυροβλυσία της τιμίας κάρας του είναι αδιάλειπτη και αισθητή σε πολλούς χριστιανούς που προσέρχονται με ευλάβεια για να την προσκυνήσουν. Πλούσια είναι και η συνταχθείσα προς τιμήν του υμνογραφία, αφού το 1804 εκδόθηκε στη Βενετία η ποιηθείσα υπό του Διακόνου Ιωσήφ (του και μετέπειτα Επισκόπου Ανδρούσης) Ακολουθία του Αγίου, η οποία επανεκδόθηκε το 1888 στην Τρίπολη και κατά τα έτη 1909 και 1927 στην Καλαμάτα. Ακολουθία του Αγίου εποίησε επίσης και ο Όσιος Νικηφόρος ο Χίος, ο οποίος εξέδωσε και το Μαρτύριο του νεομάρτυρος στο Νέο Λειμωνάριο που εκδόθηκε το 1819 στη Βενετία. 

Ο εκ Λιγουδίστης της Τριφυλίας και εν Τριπόλει της Πελοποννήσου μαρτυρικώς αθλήσας στις 14 Απριλίου 1803 ένδοξος και καλλίνικος νεομάρτυς του Χριστού Άγιος Δημήτριος αποτελεί για την πνευματικά αλλοτριωμένη κοινωνία του 21ου αιώνα ένα ολόλαμπρο παράδειγμα και ένας φωτεινός οδοδείκτης για κάθε αμαρτωλό και ταλαιπωρημένο άνθρωπο που αναζητά τη σωτηρία και τη λύτρωση μέσα από την ειλικρινή μετάνοια και ποθεί τη χαρά της ουράνιας αγαλλίασης και αιωνίας ζωής μέσα από τη συνεχή επικοινωνία με τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό.

Αριστείδης Γ. Θεοδωρόπουλος
Εκπαιδευτικός

Βιβλιογραφία 

· Καραχάλιου Δημητρίου Γ., Συναξάριον των Αγίων της Αρκαδίας, Έκδοσις Ιεράς Μητροπόλεως Μαντινείας και Κυνουρίας, Τρίπολις 2004.

· Μητροπολίτου Πατρών Χρυσοστόμου, 14 Απριλίου 1803, Τριπολιτσά « Δημήτριε … Δημήτριε …, τώρα που θα πας στον ουρανό, να προσεύχεσαι για μας…», Εφημερίδα «Εκκλησιολόγος», Αρ. φυλ. 308, Πάτρα 13-04-2013.

· Σκλήφα Χρυσοστόμου, Αρχιμανδρίτου (νυν Μητροπολίτου Πατρών), Ο Άγιος νεομάρτυς Δημήτριος, Έκδοση Ιεράς Μητροπόλεως Μαντινείας και Κυνουρίας, Τρίπολη 1995.

Χαλκιά – Στεφάνου Πόπης, Οι Άγιοι της Χίου, Εκδόσεις Επτάλοφος, Β΄ Έκδοσις, Αθήναι 2008.

Εικόνες

[1] Ο Άγιος νεομάρτυς Δημήτριος ο Πελοποννήσιος. Φορητή εικόνα του 1831 στην Ιερά Μονή Αγίου Νικολάου Βαρσών Μαντινείας.

[2] Ο Άγιος νεομάρτυς Δημήτριος ο Πελοποννήσιος γεννήθηκε το 1779 στη Λιγούδιστα (σημερινή Χώρα) Τριφυλίας και μαρτύρησε δι’ αποκεφαλισμού στις 14 Απριλίου 1803 στην Τρίπολη. www.diakonima.gr

[3] Φορητή εικόνα του Αγίου με οκτώ σκηνές του βίου του στον Ιερό Ναό Αγίου Δημητρίου Αρκάδων Καλαμάτας.

[4] Φορητή εικόνα του Αγίου στο τέμπλο του Ιερού Ναού Αγίου Δημητρίου Αρκάδων Καλαμάτας.

[5] Στον τόπο του μαρτυρίου του Αγίου ανεγέρθηκε το 1904 Ιερός Ναός επ'ονόματί του. www.loukamantinias.gr

[6] Άποψη από το εσωτερικό του Ιερού Ναού Αγίου νεομάρτυρος Δημητρίου Τριπόλεως. Στο μέσο διακρίνεται η τιμία κάρα του Αγίου.

[7] Η φορητή εικόνα του Αγίου νεομάρτυρος Δημητρίου στο τέμπλο του ομωνύμου Ιερού Ναού της Τριπόλεως.

[8] Ο Ιερός Ενοριακός Ναός του Αγίου μεγαλομάρτυρος Δημητρίου του Μυροβλήτου στην Τρίπολη, όπου εντός του Αγίου Βήματος ετάφη η τιμία κάρα του ενδόξου νεομάρτυρος.

[9] Στο χωριό Μερκοβούνι Αρκαδίας ο Ενοριακός Ναός είναι αφιερωμένος στον Άγιο νεομάρτυρα Δημήτριο τον Πελοποννήσιο. www.exploring-greece.gr

[10] Η χαριτόβρυτος τιμία κάρα του Αγίου φυλάσσεται στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό Αγίου Βασιλείου Τριπόλεως. www.loukamantinias.gr

[11] Η φυλασσόμενη στην Ιερά Μονή Αγίου Νικολάου Βαρσών αργυρή λειψανοθήκη με τα ιερά λείψανα του Αγίου νεομάρτυρος Δημητρίου και τμήμα του ιερού λειψάνου του Αγίου οσιομάρτυρος Παύλου. www.loukamantinias.gr

[12] Η ανθοστόλιστη εικόνα του Αγίου στον πανηγυρίζοντα ομώνυμο Ιερό Ναό στο Μερκοβούνι Αρκαδίας. synodoiporia.blogspot.gr

[13] Η ανθοστόλιστη εικόνα του Αγίου κατά τον ετήσιο εορτασμό της μνήμης του από τον Σύλλογο των εν Αττική Χωραϊτών. pylosnews.blogspot.gr

[14] Πανοραμική άποψη της Ιεράς Μονής Παναγίας Γοργοεπηκόου Νεστάνης, όπου ο νεομάρτυς Δημήτριος διανυκτέρευσε στην πορεία του από το Άργος στην Τρίπολη. www.immk.gr

[15] Πανοραμική άποψη της Ιεράς Μονής Αγίου Νικολάου Βαρσών, όπου φυλάσσονται τα ιερά λείψανα του Αγίου νεομάρτυρος Δημητρίου. www.immk.gr  

Επιτρέπεται η αναδημοσίευση με την προϋπόθεση της αναφοράς του συγγραφέα και του ιστολογίου πρώτης ανάρτησης. http://kallimasia.blogspot.gr 

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΙΑΣΩΝ ΚΑΙ ΣΩΣΙΠΑΤΡΟΣ Οι εκχριστιανιστές της νήσου Κερκύρας

$
0
0
Ανάμεσα στους πιστούς μαθητές και εκλεκτούς συνεργάτες του θεηγόρου Αποστόλου των Εθνών Παύλου είναι και οι τιμώμενοι από την Ορθόδοξη Εκκλησία μας στις 29 Απριλίου Άγιοι απόστολοι Ιάσων και Σωσίπατρος, οι οποίοι εκχριστιάνισαν τη νήσο Κέρκυρα κατά την εποχή που βασίλευε ο σκληρόκαρδος Ρωμαίος ειδωλολάτρης ηγεμόνας Κερκυλλίνος. Οι δύο αυτοί απόστολοι γνώρισαν τον Απόστολο Παύλο στη Θεσσαλονίκη και αφού άκουσαν με προσοχή το πύρινο κήρυγμά του για τον Χριστό και την Ανάστασή Του, αναδείχθηκαν φαεινοί πνευματικοί αστέρες και ένθερμοι διδάσκαλοι της χριστιανικής πίστεως. Μάλιστα ο Απόστολος Παύλος στην προς Ρωμαίους επιστολή του, τους επαινεί και τους εγκωμιάζει, λέγοντάς τους «Σας ασπάζομαι Ιάσων και Σωσίπατρος, οι συγγενείς μου».Βεβαίως οι δύο απόστολοι δεν είχαν εξ αίματος συγγενική σχέση με τον Απόστολο Παύλο, αφού ο Ιάσων καταγόταν κατ’ άλλους από την Ταρσό και κατ’ άλλους από τη Θεσσαλονίκη, ο δε Σωσίπατρος καταγόταν από την Αχαΐα. Λόγω όμως της αρετής και της αγάπης τους έγιναν πιστοί και αφοσιωμένοι μαθητές και ακόλουθοι του Αποστόλου των Εθνών, στη συνέχεια δε αναδείχθηκαν πύρινοι κήρυκες του Λόγου του Θεού σε Ανατολή και Δύση. Μάλιστα ο Απόστολος Παύλος εμπιστεύτηκε στον Άγιο Ιάσονα τη Μητρόπολη Ταρσού της Κιλικίας και στον Άγιο Σωσίπατρο τη Μητρόπολη Ικονίου. Στις δύο αυτές επαρχίες εργάσθηκαν με ξεχωριστό ιεραποστολικό ζήλο για τη διάδοση της χριστιανικής αλήθειας. Μετά από την ευδόκιμη παρουσία τους αποφάσισαν και οι δύο να συνεχίσουν το θεάρεστο έργο τους στη Δύση. 
 
Έτσι το 67μ.Χ. έφτασαν και εγκαταστάθηκαν στην Κέρκυρα και ανήγειραν έξω από τα τείχη της πόλεως έναν ωραιότατο ναό επ’ ονόματι του Αγίου ενδόξου πρωτομάρτυρος Στεφάνου. Ο ναός αυτός αποτέλεσε νυχθημερόν το κέντρο της διαδόσεως της χριστιανικής πίστεως και της μυστηριακής ζωής της Εκκλησίας. Όμως μία νύχτα και ενώ οι δύο άγιοι προσεύχονταν, εμφανίστηκαν μερικοί ειδωλολάτρες και τους ρώτησαν, ποιά είναι η θρησκεία, την οποία διδάσκουν και στο όνομα της οποίας επιτελούν θαύματα που ξεπερνούν την ανθρώπινη λογική. Τότε οι Άγιοι απάντησαν ότι η πίστη τους είναι αληθινή και άμωμη και δεν είναι αποτέλεσμα λογικών αποδείξεων. Γι’ αυτό και δεν γίνεται κατανοητή με αποδεικτικά λόγια, αλλά το θεμελιώδες είναι να πιστεύει κανείς με τα έργα και τις πράξεις του και όχι να προσπαθεί κανείς να αποδείξει την πίστη με τα λόγια. Μόλις οι ειδωλολάτρες άκουσαν αυτούς τους πνευματικούς λόγους από τους δύο αποστόλους, εγκολπώθηκαν τον Σωτήρα Χριστό και βαπτίσθηκαν χριστιανοί. Η ιεραποστολική δράση των Αγίων Ιάσονος και Σωσιπάτρου προσέλκυσε και άλλους στη χριστιανική αλήθεια, γεγονός που εξαγρίωσε τον ειδωλολάτρη ηγεμόνα Κερκυλλίνο, ο οποίος διέταξε να οδηγηθούν μπροστά του. Ο ηγεμόνας τους ρώτησε από πού έρχονται και γιατί διδάσκουν μία θρησκεία, που έρχεται σε αντίθεση με τη λατρεία των Ρωμαϊκών θεών. Τότε οι δύο απόστολοι απάντησαν ότι έχουν γίνει μαθητές των Αποστόλων του Χριστού και βρίσκονται εδώ για να απομακρυνθούν οι άνθρωποι από τους ψεύτικους θεούς και να ασπασθούν τον ένα και αληθινό Θεό, ο οποίος είναι και ο δημιουργός του σύμπαντος. Τότε ο ηγεμόνας τους κάλεσε να αρνηθούν τον Χριστό και να προσφέρουν θυσία στους ειδωλολατρικούς θεούς, διότι διαφορετικά θα υποστούν φρικτά και ανήκουστα βασανιστήρια. Οι Άγιοι απάντησαν όμως με παρρησία, ότι ο ηγεμόνας μπορεί να βασανίσει ανελέητα τα σώματά τους, αλλά δεν έχει καμία εξουσία στην ψυχή τους, διότι αυτή είναι δοσμένη μόνο στον Ιησού Χριστό. Ο Κερκυλλίνος όμως παρέμεινε αμετακίνητος στην πρότασή του και πίεζε τους δύο αποστόλους να θυσιάσουν στους ανύπαρκτους θεούς. Στην επιμονή του αυτή οι Άγιοι αποκάλεσαν τον ηγεμόνα εχθρό κάθε δικαιοσύνης και αλήθειας και γιο του διαβόλου, αφού ονομάζει θεούς αυτούς που διαπράττουν εγκλήματα και επιδίδονται σε μεθύσια, ασέλγειες και μαγείες. 
 
Στο άκουσμα αυτών των λόγων ο ηγεμόνας διέταξε εξαγριωμένος να οδηγηθούν οι δύο απόστολοι στη φυλακή, μέσα στην οποία υπήρχαν επτά ληστές. Ένας από αυτούς, ονόματι Σατορνίνος, είδε έναν ωραίο και ακτινοβολούντα νεανία να βαδίζει μπροστά από τους δύο αποστόλους, τη στιγμή που έμπαιναν στη φυλακή. Ο Σατορνίνος διηγήθηκε το θαυμαστό αυτό γεγονός και οι Άγιοι κάλεσαν αυτόν και τους υπόλοιπους ληστές να πιστέψουν στον Ιησού Χριστό, ο οποίος απέστειλε τον Άγγελο Του για να σώσει και να προστατεύσει όσους ελπίζουν σε Αυτόν. Τότε ο Σατορνίνος και οι υπόλοιποι έξι ληστές, Ιακίσχολος, Φαυστιανός, Ιανουάριος, Μαρσάλιος, Ευφράτιος και Μαμμίνος, ζήτησαν από τους Αγίους να προσευχηθούν γι’ αυτούς, γιατί είχαν περάσει οχτώ ημέρες και ήταν νηστικοί. Μόλις οι Άγιοι προσευχήθηκαν, μία άρρητη ευωδία πλημμύρησε τη φυλακή, γεγονός που έγινε αντιληπτό και από τον δεσμοφύλακα Αντώνιο, ο οποίος σηκώθηκε από το κρεβάτι του. Μάλιστα τα μεσάνυχτα είδε να διαπερνά τη φυλακή ένα δυνατό φως και ένα λευκό περιστέρι να πετά πάνω από τους Αγίους. Τότε έντρομος από το θαύμα, άνοιξε τις πόρτες της φυλακής και έπεσε γονατιστός μπροστά στα πόδια των Αγίων, ζητώντας τη βοήθεια του ενός και αληθινού Θεού. Ο Άγιος Ιάσων βάπτισε τότε χριστιανούς τόσο τον δεσμοφύλακα Αντώνιο όσο και τους επτά ληστές. Μόλις ο Κερκυλλίνος πληροφορήθηκε τα γεγονότα, διέταξε να παρουσιασθεί μπροστά του ο Αντώνιος. Όταν όμως οι στρατιώτες εισήλθαν στη φυλακή, είδαν έναν ακτινοβολούντα νέο να κρατά στο δεξί του χέρι Σταυρό και στο αριστερό ρομφαία, ενώ υπήρχαν και άλλοι δέκα άνδρες στολισμένοι με χρυσά στεφάνια, οι οποίοι έψαλλαν «Άγιος, Άγιος, Άγιος Κύριος Σαβαώθ, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου». Οι στρατιώτες έφυγαν έκπληκτοι και ανήγγειλαν στον ηγεμόνα όλα όσα είδαν και άκουσαν στη φυλακή. Ο Κερκυλλίνος εξοργίστηκε και πιστεύοντας ότι τα θαυμαστά αυτά γεγονότα είναι μαγείες, κάλεσε κάποιον μάγο και του ζήτησε να επιτελέσει με τη δύναμη του Δία ένα θαύμα για να σταματήσει να πιστεύει ο λαός της Κέρκυρας στον Θεό των Αγίων Ιάσονος και Σωσιπάτρου. Τότε ο μάγος πήρε δύο βόδια, ένα αλέτρι και σιτάρι και αφού όργωσε το χωράφι και έσπειρε το σιτάρι, αμέσως το σιτάρι βλάστησε και έβγαλε στάχυ. Αφού το θέρισε και το άλεσε, το ζύμωσε ψωμί και το έφερε στον ηγεμόνα. Εκείνος έμεινε κατάπληκτος και αφού γεύθηκε το ψωμί, φώναξε ότι ο Δίας είναι ο πιο μεγάλος και δυνατός θεός, ενώ δεν έκρυψε την απορία του για το ότι οι άνθρωποι παρασύρονται από τους δύο αποστόλους και τη θρησκεία που διδάσκουν. Την επόμενη ημέρα ο ηγεμόνας πήγε στη φυλακή και έδωσε εντολή να έρθει μπροστά του ο δεσμοφύλακας Αντώνιος. Με ιδιαίτερη σκληρότητα τον ρώτησε γιατί εγκατέλειψε τους πατρογονικούς θεούς και ακολουθεί τους πλανεμένους χριστιανούς. Ο Αντώνιος δεν απάντησε, αλλά έκανε μόνο το σημείο του Σταυρού, γεγονός που εξόργισε τον ηγεμόνα, ο οποίος διέταξε να του κόψουν το δεξί χέρι. Στη συνέχεια ο ηγεμόνας ρώτησε τον δεσμοφύλακα πώς και δεν κατάφερε να τον σώσει ο Θεός του. Εκείνος όμως απάντησε ότι ο Θεός που πιστεύει μπορεί τα αδύνατα να τα κάνει δυνατά, αλλά επιτρέπει τα βασανιστήρια για να καθαριστεί από τις αμαρτίες και να συναριθμιστεί στους εκλεκτούς Του, δεδομένου ότι είναι ο μόνος αληθινός και ισχυρός Θεός, που χαρίζει την πραγματική σωτηρία και δημιούργησε τα πάντα. Η θαρραλέα αυτή ομολογία πίστεως του Αντωνίου εξαγρίωσε τον ηγεμόνα σε τέτοιο βαθμό, ώστε έδωσε εντολή να του κοπεί και το αριστερό χέρι και στη συνέχεια και τα δύο του πόδια. Ο Αντώνιος υπέμεινε με καρτερία και υπομονή τα φρικτά βασανιστήρια, ενώ παρουσιάσθηκε Άγγελος Κυρίου για να τον εμψυχώσει στο μαρτύριο. Στη συνέχεια προσευχήθηκε στον Κύριο και Τον ευχαρίστησε, διότι αξιώθηκε να υποστεί για χάρη Του τόσα βασανιστήρια. Ο σκληρόκαρδος χριστιανομάχος ηγεμόνας του είπε ότι θα τον τιμωρήσει ακόμη σκληρότερα, αλλά ο Αντώνιος του απάντησε ότι ο Ιησούς Χριστός έχει τέτοια δύναμη, που θα το διαπιστώσει αμέσως. Εκείνη τη στιγμή, αφού στράφηκε προς τον Ουρανό, ζήτησε από τον Κύριο να τιμωρήσει όσους Τον πολεμούν, για να δουν στην πράξη τη δύναμη και το απέραντο μεγαλείο Του. Αμέσως έπεσε φωτιά στο παλάτι μαζί με μία φοβερή βροντή, με αποτέλεσμα να καούν η γυναίκα του ασεβούς ηγεμόνα και οι δύο γιοι του. Το γεγονός αυτό προκάλεσε τον τρόμο στους κατοίκους της Κέρκυρας, πολλοί δε από αυτούς ασπάσθηκαν τη χριστιανική πίστη. Ο φόβος κατέλαβε και τον ίδιο τον ηγεμόνα, ο οποίος έδωσε αμέσως εντολή να του φέρουν μπροστά του τον Αντώνιο. Ο ηγεμόνας προσπάθησε να ερμηνεύσει την καταστροφή του παλατιού του ως αποτέλεσμα μαγείας, αλλά ο Αντώνιος ομολόγησε με παρρησία τη δύναμη του Ιησού Χριστού, ο οποίος εξουσιάζει τα πάντα. Τότε ο χριστιανομάχος Κερκυλλίνος επιχείρησε να τον αρπάξει με τα ίδια του τα χέρια, αλλά έμεινε ακίνητος, διότι τα χέρια του παρέλυσαν. Αλλά και το νέο αυτό θαύμα δεν παραδειγμάτισε τον ασεβή και σκληρόκαρδο ηγεμόνα, ο οποίος διέταξε να τον οδηγήσουν έξω από την πόλη και να τον αποκεφαλίσουν. Ο ένδοξος μάρτυς Αντώνιος προσευχήθηκε ζητώντας από τον Θεό να τον συναριθμήσει στις σκηνές των δικαίων Του. Και αμέσως ακούσθηκε φωνή από τον Ουρανό, η οποία χαιρέτισε τον υπέρ Χριστού αγώνα του αθλητού Αντωνίου, ο οποίος ψάλλοντας παρέδωσε την αγία του ψυχή στα χέρια του Θεού. Το ιερό του λείψανο παρέλαβε ο πρεσβύτερος Θεοδόσιος, ο οποίος μαζί και με άλλους χριστιανούς, το ενταφίασαν στο μέσο του ναού του Αγίου πρωτομάρτυρος Στεφάνου. 
 
Ο ασεβής ηγεμόνας διέταξε να παρουσιασθούν μπροστά του οι Άγιοι Ιάσων και Σωσίπατρος και τους απείλησε ότι θα υποστούν φρικτά βασανιστήρια, εάν δεν απορρίψουν τη χριστιανική θρησκεία. Τότε οι δύο απόστολοι διακήρυξαν περίτρανα την αγάπη και την πλήρη αφοσίωσή τους στον ένα και αληθινό Θεό με τις τρεις υποστάσεις Του, και ότι είναι προετοιμασμένοι να υποστούν το οποιοδήποτε βασανιστήριο για χάρη Του, αφού γι’ αυτούς ο Ιησούς Χριστός είναι η ζωή, και ο θάνατος για Εκείνον είναι δόξα και κέρδος. Ο ηγεμόνας προσπάθησε να τους μεταπείσει δίδοντας ως παράδειγμα τα βασανιστήρια που υπέστη ο δεσμοφύλακας Αντώνιος. Οι δύο απόστολοι του απάντησαν ότι με τα βασανιστήρια αναδείχθηκε ο Αντώνιος αθλητής του Χριστού και έλαβε τον στέφανο της αφθαρσίας. Η απάντηση αυτή τον εξαγρίωσε και κάλεσε τους Αγίους να θυσιάσουν στους προγονικούς θεούς και να εγκαταλείψουν τις μαγείες που χρησιμοποιούν, διότι εκείνος διαθέτει μάντεις με πολύ ισχυρότερη δύναμη. Τότε ο Άγιος Ιάσων ζήτησε από τον ηγεμόνα να του φέρει τους μάγους εκείνους, που διαθέτουν τέτοια εξουσία και δύναμη. Και τότε ο Κερκυλλίνος έφερε τον μάγο που σε μία ώρα έσπειρε, θέρισε και ζύμωσε ψωμί. Αυτός άρχισε να τραγουδά και με το τραγούδι του άρχισαν να χορεύουν τα άλογα και να κινούνται τα φυτά και οι πέτρες. Το γεγονός προκάλεσε τον θαυμασμό και την απορία του συγκεντρωμένου πλήθους, αλλά ο Άγιος Ιάσων ρώτησε τον μάγο, εάν έχει τελειώσει με τις μαγείες του. Εκείνος τότε τον προκάλεσε να αποδείξει, εάν διαθέτει μεγαλύτερη δύναμη. Τότε ο Άγιος Ιάσων, αφού άπλωσε το χέρι του πάνω στον μάγο, του είπε να εξαφανισθεί και τότε ο μάγος ξεψύχησε και για πολλή ώρα στεκόταν σαν λίθινο άγαλμα. Μάλιστα μαζί με τον μάγο εξαφανίσθηκαν και όλα τα σατανικά τεχνάσματα της απάτης του. Μόλις το πλήθος είδε το θαυμαστό αυτό γεγονός, ανεφώνησε «Μέγας ο Θεός του Ιάσονος και του Σωσιπάτρου, αφού είναι ο μόνος Θεός, ο οποίος επιτελεί αληθινά θαύματα». Τα γεγονότα εξόργισαν τον ηγεμόνα, ο οποίος διέταξε να φυλακιστούν οι δύο απόστολοι και να του φέρουν για ανάκριση τον Σατορνίνο και τους υπόλοιπους φυλακισμένους ληστές. Μόλις πληροφορήθηκαν οι ληστές ότι θα προσέλθουν στο δικαστήριο, ο Σατορνίνος τους κάλεσε να αγωνιστούν για την αγάπη και τη δόξα του Χριστού, ζήτησαν δε από τους Αγίους Ιάσονα και Σωσίπατρο να προσευχηθούν για να ενισχυθούν στον αγώνα τους. Μάλιστα ο έπαρχος Καρπιανός έδωσε την εντολή να αλυσοδέσουν από τον λαιμό, τους ευσεβείς ληστές και να τους σύρουν στους δρόμους της πόλεως με την κατηγορία ότι είναι χριστιανοί και υβριστές των πατρογονικών θεών. Όταν οδηγήθηκαν στο δικαστήριο, ομολόγησαν με ξεχωριστή γενναιότητα την πίστη τους στον αληθινό Θεό και στη συνέχεια μεταφέρθηκαν στη φυλακή. 
 
Η δεκαπεντάχρονη κόρη του ειδωλολάτρη ηγεμόνα, που έφερε το όνομα Κερκύρα, βλέποντας τους αλυσοδεμένους χριστιανούς, θέλησε να πληροφορηθεί τον λόγο για τον οποίο είναι δεμένοι με αλυσίδες. Μόλις έμαθε ότι υπομένουν όλες αυτές τις ταλαιπωρίες στο όνομα του Ιησού Χριστού, παρουσιάσθηκε στον πατέρα της και του δήλωσε ότι είναι χριστιανή και πιστεύει στον Σωτήρα Χριστό. Η θαρραλέα ομολογία της Κερκύρας άφησε άναυδο τον ηγεμόνα και στη συνέχεια ρώτησε μήπως επηρεάστηκε και γαλουχήθηκε από τη διδασκαλία των Αγίων Ιάσονος και Σωσιπάτρου. Η ευσεβής όμως Κερκύρα ομολόγησε με παρρησία ότι ο Θεός των δύο Αγίων είναι Αυτός που τη φώτισε και της υπέδειξε τον δρόμο της αληθείας, αυτοί δε που πεθαίνουν για τον Χριστό είναι ευτυχισμένοι, γιατί ζουν αιώνια. Γι’ αυτό και εκείνη είναι πρόθυμη να μαρτυρήσει για το όνομά Του. Η σθεναρή αυτή ομολογία πίστεως εξόργισε τον Κερκυλλίνο και δεν ήξερε τί να πράξει. Ο έπαρχος Καρπιανός του πρότεινε να την αφήσει ελεύθερη μήπως και συνετισθεί και αλλάξει γνώμη. Η Κερκύρα όμως επιδόθηκε σε αγαθοεργίες, αφού διένειμε στους φτωχούς όλα τα κοσμήματά της. Μόλις ο ηγεμόνας πληροφορήθηκε τη φιλάνθρωπη αυτή δραστηριότητα της κόρης του, την παρέδωσε στον έπαρχο για να την βασανίσει ανελέητα. Έτσι σύρθηκε με βιαιότητα έξω από την πόλη της Κέρκυρας και εκεί άρχισαν να την κατακρεουργούν με βαναυσότητα. Η ένδοξος όμως παρθενομάρτυς ευχαρίστησε τον Ιησού Χριστό, που την αξίωσε να υποστεί τέτοιο μαρτύριο, ζήτησε δε να την ενισχύσει μέχρι τέλους. Στη συνέχεια οδηγήθηκε στο δικαστήριο και εκεί την παρότρυναν να θυσιάσει στους ειδωλολατρικούς θεούς, να νυμφευτεί και να γίνει κληρονόμος της βασιλικής περιουσίας. Όμως η Κερκύρα έμεινε σταθερή και ακλόνητη στην πίστη της στον Κύριο και δήλωσε ότι κανένα βασανιστήριο δεν πρόκειται να τη λυγίσει και να τη μεταπείσει. Στη συνέχεια οδηγήθηκε στη φυλακή, ενώ ο πατέρας της ενημερώθηκε για την αμετάβλητη γνώμη της. Τότε εξοργισμένος ο ηγεμόνας έστειλε στη φυλακή κάποιον Αιθίοπα με σκοπό να διαφθείρει την κόρη του, αλλά η Πρόνοια του Θεού προστάτευσε την άμωμη Κερκύρα, αφού στην είσοδο της φυλακής στάθηκε ως φρουρός μία αρκούδα. Μόλις ο Αιθίοπας πλησίασε τη φυλακή, όρμησε εναντίον του η αρκούδα και αφού τον έριξε κάτω, άρχισε να τον κατασπαράζει. Σ’ αυτό το θέαμα η Κερκύρα έτρεξε και διέταξε την αρκούδα να αφήσει τον Αιθίοπα. Το θηρίο υπάκουσε στη θεία εντολή της παρθενομάρτυρος, η οποία απευθυνόμενη στον Αιθίοπα, προσπάθησε να τον συνετίσει και να του δείξει το μεγαλείο και τη δύναμη του Θεού. Ο Αιθίοπας ζήτησε τη συγχώρηση της Κερκύρας και δήλωσε ότι πιστεύει στον Ιησού Χριστό. Τότε η Κερκύρα του έδωσε έναν ξύλινο Σταυρό και αφού έλαβε το όνομα Χριστόδουλος, έφυγε και άρχισε να κηρύττει μέσα στην πόλη τα μεγαλεία του ενός και αληθινού Θεού λέγοντας τη φράση: «Τον Χριστό ζητώ και Αυτόν ποθώ και προσκυνώ». Αυτή τη φράση δήλωσε με παρρησία κρατώντας τον Σταυρό και μπροστά στον χριστιανομάχο ηγεμόνα, όταν τον κάλεσε και τον επέπληξε για την αλλαγή της στάσης του. Κατ’ εντολή του δε φονεύτηκε ξαπλωμένος πάνω σε ξύλο και αφού πριονίστηκε στη μέση του κεφαλιού, σφαγιάσθηκε μ’ ένα τσεκούρι. Ο έπαρχος πήγε στη συνέχεια στη φυλακή για να πάρει την παρθενομάρτυρα Κερκύρα, αλλά εμποδιζόταν από την αρκούδα, η οποία τον κυνηγούσε. Τότε κατ’ εντολή του ηγεμόνα αποφασίστηκε να μεταφερθούν ξύλα και να βάλουν φωτιά για να κάψουν την Κερκύρα μαζί με την αρκούδα. Η φωτιά προκάλεσε τη φυγή της αρκούδας, ενώ η ευσεβής κόρη έμεινε με τη χάρη του Θεού αβλαβής, προσευχόμενη στον Κύριο, αφού η φωτιά είχε μετατραπεί σε δροσερό άνεμο. Όλοι πίστευαν ότι η Κερκύρα είχε κατακαεί, αλλά όταν οι στρατιώτες είδαν την κόρη του ηγεμόνα σώα και αβλαβή, ενημέρωσαν τον ασεβή πατέρα της για το παράδοξο αυτό θαύμα. Ο ηγεμόνας κάλεσε την κόρη του και προσπάθησε να τη συνετίσει και να την επαναφέρει στη θρησκεία των ειδωλολατρικών θεών. Η Κερκύρα όμως εξοργίστηκε και τον επέπληξε για την ασέβειά του απέναντι στον Ιησού Χριστό και στα θαύματα που επιτελεί. Η σθεναρή στάση της Κερκύρας προκάλεσε τόσο πολύ τον θυμό του πατέρα της, ώστε έδωσε την εντολή να τη σκοτώσουν. Η παρθενομάρτυς οδηγήθηκε έξω από την πόλη και αφού την κρέμασαν ανάποδα, άρχισαν να τη λιθοβολούν, μέχρι που παρέδωσε την αγία της ψυχή στον Κύριο. Το πολύαθλο σώμα της ενταφιάσθηκε μαζί με το σώμα του Χριστοδούλου του Αιθίοπος από τον πρεσβύτερο Θεοδόσιο, ενώ πολλοί χριστιανοί έβλεπαν τη νύχτα σ’ εκείνον τον τόπο μία στήλη φωτός και άκουγαν υμνωδίες. 

Μετά τη μαρτυρική τελείωση της Αγίας Κερκύρας οδηγήθηκαν έξω από την πόλη οι επτά ληστές και θανατώθηκαν, κατακαίγοντάς τους μέσα σε μεγάλα καζάνια, που έβραζαν και περιείχαν πίσσα, λάδι και κερί. Κατά τη διάρκεια αυτού του φρικτού μαρτυρίου ο Σατορνίνος προσευχήθηκε στον Κύριο και τότε μία βροντερή φωνή ακούσθηκε από τον Ουρανό, που εμψύχωνε αυτόν και τους υπόλοιπους και τους καλούσε να απολαύσουν τον στέφανο της αφθαρσίας. Μετά το θαυμαστό αυτό γεγονός οι περισσότεροι κάτοικοι της πόλεως ομολόγησαν ότι είναι και αυτοί χριστιανοί. Τα τίμια λείψανα των επτά μαρτύρων ενταφιάσθηκαν με την πρέπουσα τιμή σ’ έναν ειδωλολατρικό ναό, αφού προηγουμένως οι χριστιανοί έσπασαν όλα τα ειδωλολατρικά αγάλματα που υπήρχαν μέσα σ’ αυτόν. Μόλις πληροφορήθηκε ο χριστιανομάχος Κερκυλλίνος τα γεγονότα, εξοργίστηκε τόσο πολύ, ώστε σκέφθηκε να κάψει τα λείψανα των μαρτύρων και στη συνέχεια να θανατώσει όλους τους πιστούς. Το καταστροφικό αυτό σχέδιο έγινε γνωστό στους Αγίους Ιάσονα και Σωσίπατρο, οι οποίοι ευρισκόμενοι στη φυλακή προσευχήθηκαν στον Θεό για να αποτρέψει μία τέτοια καταστροφή και να προστατεύσει τους χριστιανούς. Με τη χάρη του Θεού ένας φοβερός δράκοντας εμφανίστηκε και απέτρεψε την καταστροφή των λειψάνων των μαρτύρων, ενώ οι χριστιανοί μετέβησαν σ’ ένα νησάκι δίπλα στην πόλη της Κέρκυρας και αφού ανήγειραν ναό, προσεύχονταν για τη σωτηρία και τη λύτρωσή τους. Ο παρανοϊκός Κερκυλλίνος αποφάσισε να καταλάβει με όλο το στρατό το νησάκι και να θανατώσει τους χριστιανούς. Φτάνοντας όμως στη μέση της θάλασσας, ξέσπασε μία τρομερή ανεμοθύελλα με αποτέλεσμα να καταποντιστεί στο βυθό ο χριστιανομάχος ηγεμόνας μαζί με τα στρατεύματά του. Ο πιστός λαός χάρηκε και δόξασε τον Θεό για την τιμωρία και καταστροφή του παρανοϊκού Κερκυλλίνου. 
 
Μετά τον θάνατο του ηγεμόνα οι Άγιοι Ιάσων και Σωσίπατρος βγήκαν από τη φυλακή και συνέχισαν να διδάσκουν τον λόγο του Θεού. Τον Κερκυλλίνο διαδέχθηκε ο Δατιανός, ο οποίος διέταξε να του φέρουν μπροστά του τους δύο αποστόλους. Μόλις παρουσιάσθηκαν οι Άγιοι, ο νέος ηγεμόνας εξέφρασε την έντονη αντίθεσή του για τη νέα θρησκεία, που προσπαθούν να επιβάλλουν οι δύο απόστολοι. Ο Άγιος Ιάσων ομολόγησε με παρρησία τη χριστιανική του πίστη, ενώ στην επιμονή του Δατιανού να προσκυνήσουν τους ψεύτικους θεούς, διότι διαφορετικά θα υποβληθούν σε σκληρά βασανιστήρια, οι δύο απόστολοι διακήρυξαν με όλη τους τη δύναμη την πίστη τους στον Ιησού Χριστό. Τότε ο ηγεμόνας διέταξε να φέρουν ένα σιδερένιο βυτίο και να κάψουν μέσα σ’ αυτό τον Άγιο Σωσίπατρο, όπως και έγινε. Η φωτιά όμως διαπέρασε το βυτίο και έκαψε και πολλούς από αυτούς που βρίσκονταν εκεί. Το θλιβερό αυτό γεγονός προκάλεσε τον θρήνο των χριστιανών και μάλιστα ευαισθητοποίησε και τον Δατιανό, ο οποίος αφού μετάνιωσε για την πράξη του, ασπάσθηκε τον χριστιανισμό. Στη συνέχεια πήραν το σώμα του Αγίου Σωσιπάτρου για να το κηδεύσουν, αλλά ο λαός πίστεψε ακόμη περισσότερο στον Κύριο, όταν είδε ότι το σώμα ήταν σώο και άθικτο από τη φωτιά. Μετά τον ενταφιασμό ο Άγιος Ιάσων επανέφερε στην πόλη όλους τους πιστούς, που βρίσκονταν στο νησάκι, και τους βάπτισε χριστιανούς. Μεταξύ αυτών που βαπτίσθηκαν ήταν και ο Δατιανός, στον οποίο δόθηκε το όνομα Σεβαστιανός. Η εκχριστιανοποίηση της Κέρκυρας ενισχύθηκε ακόμη περισσότερο με την ανέγερση πολυπληθών ιερών ναών σε όλο το νησί και με την καταστροφή των ειδωλολατρικών ναών. Μάλιστα ο Σεβαστιανός έκτισε τον ναό του Αγίου Αποστόλου Ανδρέου στον τόπο, όπου ετάφη ο Άγιος Σωσίπατρος. Αφού έζησε με μετάνοια και προσευχή, παρέδωσε το πνεύμα του. 
 
Όμως μετά από έναν χρόνο ο μονάκριβος δωδεκάχρονος γιος του βασιλιά Σεβαστιανού αρρώστησε και πέθανε. Τότε η μητέρα του έτρεξε στον Άγιο Ιάσονα και τον παρακάλεσε να προσευχηθεί στον Κύριο για να αναστηθεί το νεκρό παιδί της. Ο Άγιος Ιάσων προσευχήθηκε και αφού έπιασε το χέρι του παιδιού, του είπε «παιδί μου στο όνομα του Ιησού Χριστού του Υιού του Θεού, σήκω από το κρεβάτι». Τότε η θεία χάρις ανέστησε το νεκρό παιδί και όλοι δόξασαν τον Θεό για το θαυμαστό αυτό γεγονός. Άλλωστε ο Άγιος Ιάσων είπε στη μητέρα του αναστημένου παιδιού ότι «όσα είναι αδύνατα για τους ανθρώπους, είναι δυνατά για τον Θεό». Αλλά τα θαύματα του Αγίου Ιάσονος συνεχίστηκαν, αφού με την προσευχή του στον Ιησού Χριστό, απάλλαξε από τα ακάθαρτα πνεύματα μία πλούσια γυναίκα και θεράπευσε πολλούς ασθενείς και δαιμονισμένους. Ο Άγιος Ιάσων, αφού ολοκλήρωσε το θεάρεστο έργο του και την αποστολή του και αφού ενουθέτησε τον λαό της Κέρκυρας, ώστε να συνεχίσει να ζει κατά Χριστόν με αγάπη και ομόνοια, παρέδωσε το πνεύμα του σε ηλικία εξήντα ετών στις 29 Απριλίου. Ενταφιάσθηκε με τις πρέπουσες τιμές δίπλα από τον τάφο του Αγίου Σωσιπάτρου σύμφωνα με την επιθυμία του. 
 
Οι τάφοι αυτοί σώζονται μέχρι σήμερα στον ομώνυμο ιερό ναό των Αγίων, ο οποίος οικοδομήθηκε γύρω στο 1000μ.Χ. στη θέση του ναού του Αγίου Αποστόλου Ανδρέου. Στον ιστορικό ιερό ναό των Αγίων Ιάσονος και Σωσιπάτρου, ο οποίος είναι δικιόνιος σταυροειδής εγγεγραμμένος με οκτάπλευρο τρούλο και αποτελεί το σημαντικότερο βυζαντινό μνημείο της Κέρκυρας, φυλάσσονται και τα περισωθέντα ιερά λείψανα των Αγίων, τα οποία το 1633 είχε αφαιρέσει από τους τάφους τους ο λατίνος επίσκοπος της Κέρκυρας Βενέδικτος Βραγαδίνος και τα οποία εναποτέθηκαν στις 10 Νοεμβρίου 1944 κατόπιν ενεργειών του αειμνήστου Μητροπολίτου Κερκύρας και Παξών Μεθοδίου Κοντοστάνου. 

Αριστείδης Γ. Θεοδωρόπουλος 
Εκπαιδευτικός 

Βιβλιογραφία 

· Βίος, Μαρτύριον και Ακολουθία των Αγίων του Χριστού αποστόλων Κερκύρας Ιάσονος και Σωσιπάτρου, Εκδόσεις Απόστροφος, Κέρκυρα 1995.

Εικόνες:
  1. Οι Άγιοι Ιάσων και Σωσίπατρος. Φορητή εικόνα του Σπυρίδωνος Σπεράντζα (Β'μισό του 18ου αιώνος) στον Ιερό Προσκυνηματικό Ναό Αγίου Σπυρίδωνος Κερκύρας.
  2. Ο ιστορικός βυζαντινός ναός των Αγίων Ιάσονος και Σωσιπάτρου στην περιοχή Ανεμόμυλος της Κέρκυρας.
  3. Ο Άγιος Ιάσονας. Φορητή εικόνα του 1649 του Εμμανουήλ Τζάνε στον Ιερό Ναό Αγίων Ιάσονος και Σωσιπάτρου Κερκύρας.
  4. Ο Άγιος Σωσίπατρος. Φορητή εικόνα του 1649 του Εμμανουήλ Τζάνε στον Ιερό Ναό Αγίων Ιάσονος και Σωσιπάτρου Κερκύρας.
  5. Η Αγία παρθενομάρτυς Κερκύρα. Φορητή εικόνα του Σπυρίδωνος Σπεράντζα (Β'μισό του 18ου αιώνος) στον Ιερό Προσκυνηματικό Ναό Αγίου Σπυρίδωνος Κερκύρας.
  6. Η λειψανοθήκη του Αγίου Ιάσονος στον ομώνυμο Ιερό Ναό της Κερκύρας.
  7. Η λειψανοθήκη του Αγίου Σωσιπάτρου στον ομώνυμο Ιερό Ναό της Κερκύρας.
  8. Ο δικιόνιος σταυροειδής εγγεγραμμένος με οκτάπλευρο τρούλο ναός των Αγίων Ιάσονος και Σωσιπάτρου στην πόλη της Κέρκυρας.

Ο ΑΓΙΟΣ ΘΑΛΛΕΛΑΙΟΣ Ο τιμώμενος στη Νάξο πολύαθλος μάρτυς Χριστού και ανάργυρος ιατρός

$
0
0
Μέσα στο πολυπληθές νέφος των ενδόξων μαρτύρων κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες συναριθμείται και ο Άγιος Θαλλέλαιος ο ιαματικός και ανάργυρος, ο πολύαθλος αυτός μάρτυς του 3ου μ.Χ. αιώνα, ο οποίος αναδείχθηκε του ουρανίου βασιλέως Χριστού αήττητος στρατιώτης και πολύτιμος μαργαρίτης, αλλά και ωράισμα των μαρτύρων και καύχημα των αναργύρων. Ο Άγιος Θαλλέλαιος, ο οποίος υμνείται και γεραίρεται μέσα από την Ασματική του Ακολουθία ως «κρίνον ἡδύπνοον καί ἄνθος πολυέραστον», ως «ἄστρον λαμπρότατον καί ἄριστος φύλαξ πιστῶν», ως «ἀκέστωρ πανάριστος καί ἰατρός μυστικώτατος», έζησε επί των ημερών του Ρωμαίου αυτοκράτορος Νουμεριανού (283-284). Καταγόταν από τον Λίβανο και μάλιστα από επιφανή οικογένεια. Ο πατέρας του ονομαζόταν Βερούκιος και ήταν αρχιερέας των χριστιανών, η δε μητέρα του ονομαζόταν Ρωμυλία και διακρινόταν για την ενάρετη βιοτή της. Από τους ευσεβείς γονείς του έλαβε την πρέπουσα χριστιανική αγωγή και παιδεία και κατόπιν μαθήτευσε κοντά σ’ έναν έμπειρο, καταρτισμένο και θεοσεβή ιατρό, ο οποίος του δίδαξε την ιατρική τέχνη. Όταν μάλιστα έγινε ιατρός, άσκησε το λειτούργημά του με ένθεο ζήλο και παρείχε εντελώς δωρεάν τις ιατρικές του γνώσεις, αλλά και την πρέπουσα θεραπεία στους πάσχοντες συνανθρώπους του. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι το σπίτι του είχε μετατραπεί σε ξενώνα, στον οποίον κατέφευγαν για θεραπεία και φροντίδα όλοι ανεξαιρέτως οι άνθρωποι. Ιδιαίτερη αγάπη και ευσπλαχνία έβρισκαν κοντά του οι φτωχοί ασθενείς, τους οποίους ο ίδιος αναζητούσε και συχνά τους μετέφερε στο σπίτι του, σηκώνοντάς τους στους ώμους του. Αξιομνημόνευτη ήταν και η στάση του απέναντί τους, αφού τους υπηρετούσε με τέτοια ταπείνωση και τους φρόντιζε με τέτοια στοργή και αγάπη σαν να ήταν δούλος τους. Αλλά και μέσα από την παροχή των ιατρικών του υπηρεσιών δεν θέλησε και δεν επιδίωξε ποτέ να αποκτήσει χρήματα, ενώ δεν έκανε ποτέ διάκριση ανάμεσα σε χριστιανούς και σε ειδωλολάτρες, αφού θεράπευε όλους όσους προσέτρεχαν σ’ αυτόν. Γι’ αυτό και παρακαλούσε τον Πανοικτίρμονα Θεό για τους μεν χριστιανούς να μετανοήσουν για τα αμαρτήματά τους, για τους δε ειδωλολάτρες να εγκαταλείψουν τη λατρεία των ψεύτικων ειδώλων και να εγκολπωθούν τον Ιησού Χριστό. Μάλιστα κάποια φορά επέπληξε κάποιον χριστιανό, ο οποίος χαιρόταν για τη δυστυχία ενός ειδωλολάτρη, τονίζοντάς του ότι δεν πρέπει να χαίρεται για το πάθημα του εχθρού του, διότι οι συμφορές και τα παθήματα είναι κοινά σε όλους και κανείς δεν γνωρίζει τί πρόκειται να του συμβεί στη ζωή του μέχρι να αποβιώσει. Ο χριστιανός όμως του είπε ότι οι ασεβείς και οι άπιστοι πρέπει να πεθάνουν όσο πιο σύντομα γίνεται, αφού δεν υπάρχει καμία ωφέλεια για να ζουν. Τότε ο Άγιος Θαλλέλαιος του απάντησε ότι η εντολή του Κυρίου είναι να προσευχόμαστε για τους εχθρούς μας, ώστε να τους προσελκύουμε στη χριστιανική πίστη και έτσι να μειώνουμε την απιστία τους, και όχι να χαιρόμαστε για τη δυστυχία τους. Οι πνευματικές αυτές νουθεσίες σαγήνευσαν μάλιστα την ψυχή του σκληρόκαρδου χριστιανού σε τέτοιο βαθμό, ώστε επέδειξε κατόπιν ευσπλαχνία απέναντι στους ειδωλολάτρες. 


Ο ευλογημένος Άγιος Θαλλέλαιος έλαβε χάρη στον ένθεο ζήλο και τη μεγάλη του ευσέβεια, το χάρισμα από τον Θεό να θαυματουργεί αδιάλειπτα και να θεραπεύει κάθε ασθένεια. Παράλληλα τη νύχτα πήγαινε και έκοβε τα ψηλά δένδρα του Λιβάνου για να αποκόψει τους Έλληνες από τη μιαρή συνήθεια να θυσιάζουν στους ψεύτικους θεούς και να επιδίδονται σε ασελγείς πράξεις. Αλλά και οι θαυματουργικές ιάσεις του προσέλκυσαν πολλούς θεραπευθέντες ειδωλολάτρες στο να ασπασθούν τη χριστιανική πίστη. Μεταξύ των πολυάριθμων θαυμάτων του αξιομνημόνευτο υπήρξε και το ακόλουθο, όπως το περιέγραψε ο βιογράφος του Αγίου. Έτσι ένα δηλητηριώδες φίδι δάγκωσε μία φορά έναν άνθρωπο στο στήθος και μάλιστα κινδύνευε να πεθάνει. Ο δυστυχισμένος αυτός άνθρωπος απευθύνθηκε στους γιατρούς, αλλά δεν βρήκε πουθενά θεραπεία, παρόλο που ξόδεψε πολλά χρήματα. Έτσι απελπισμένος περίμενε πλέον να έρθει η ώρα του θανάτου του. Σ’ αυτή την κρίσιμη στιγμή εμφανίσθηκε ενώπιόν του ο Άγιος Θαλλέλαιος, ο οποίος με μεγάλη προθυμία θέλησε να τον θεραπεύσει, με την απαραίτητη όμως προϋπόθεση να πιστέψει στον Ιησού Χριστό. Τότε ο ασθενής ομολόγησε ότι μόλις επανακτήσει την υγεία του, θα πιστέψει στον Κύριο. Αμέσως ο Άγιος έβαλε το χέρι του στο στήθος του ασθενούς και αφού το σφράγισε με το σημείο του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού, τον θεράπευσε από τη θανατηφόρα ασθένεια. Κατόπιν ο θεραπευθείς άνθρωπος έμεινε έκπληκτος από τη δύναμη του Θεού και δόξασε το όνομα και το μεγαλείο Του. Αλλά τα θαύματα του Αγίου διά της χάριτος του Θεού συνεχίστηκαν, αφού ιατρός που είχε χάσει τη φωνή του, θεραπεύτηκε πλήρως, παράλυτος που είχε σπάσει το πόδι του, επανέκτησε το βάδισμα και την ικανότητα να τρέχει, δαιμονισμένη που σπάραζε από το δαιμόνιο, θεραπεύτηκε, μόλις ο Άγιος τη σφράγισε στο μέτωπο με το σημείο του Τιμίου Σταυρού και επικαλέσθηκε το όνομα του Ιησού Χριστού, ενώ τυφλός ομολογώντας ότι πιστεύει στον Κύριο ως ιατρό των ψυχών και των σωμάτων, επανέκτησε την όρασή του και δόξασε την παντοδυναμία του Θεού. 

 
 

Ο Άγιος Θαλλέλαιος επισκέφθηκε πολλούς τόπους, όπου χρησιμοποιώντας τις ιατρικές του γνώσεις, κήρυττε το μεγαλείο της χριστιανικής πίστεως και προσπαθούσε να διδάξει στους ειδωλολάτρες τη χριστιανική αλήθεια. Έτσι όταν πήγε στην Έδεσσα της Μεσοποταμίας και εκχριστιάνισε πολλούς πεπλανημένους, κατηγορήθηκε για τη χριστιανική του ιδιότητα και την ιεραποστολική του δράση στον άρχοντα Τιβεριανό, ο οποίος και έδωσε την εντολή να τον συλλάβουν, αφού την εποχή εκείνη ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Νουμεριανός είχε εξαπολύσει σκληρό διωγμό εναντίον των χριστιανών. Μόλις οδηγήθηκε ο Άγιος ενώπιον του άρχοντα Τιβεριανού, διέταξε να τον δείρουν ανελέητα, κατόπιν δε τον υποχρέωσε να εγκαταλείψει την περιοχή. Έτσι ο Άγιος έφυγε από εκεί και πήγε στην περιοχή της Κιλικίας, όπου με την πρόφαση της ιατρικής τέχνης κήρυττε και πάλι το όνομα του Ιησού Χριστού. Μόλις οι ειδωλολάτρες πληροφορήθηκαν τη δράση του, τον διέβαλαν στον άρχοντα των Αιγών Θεόδωρο ότι εξαπατά τον λαό, χρησιμοποιώντας την ιατρική του γνώση, αφού ισχυρίζεται ότι θεραπεύει τους ασθενείς στο όνομα του Ιησού Χριστού, τον Οποίον σταύρωσαν οι Ιουδαίοι. 

 

Όταν πληροφορήθηκε ο άρχοντας τη δραστηριότητα του Αγίου, διέταξε να τον συλλάβουν και να τον οδηγήσουν ενώπιόν του. Αφού οι στρατιώτες τον βρήκαν κρυμμένο μέσα σ’ έναν ελαιώνα στην περιοχή της πόλεως Ανάζαρβο της Κιλικίας, τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν ενώπιον του άρχοντα Θεοδώρου, ο οποίος ανέλαβε να τον ανακρίνει επισταμένα. Έτσι τον ρώτησε το όνομά του, τον τόπο της καταγωγής του και το επάγγελμά του. Τότε ο Άγιος με ξεχωριστή παρρησία του απάντησε στα ερωτήματά του και επιπλέον του είπε ότι είναι χριστιανός και ότι πηγαίνει από τόπο σε τόπο για να κηρύξει τη χριστιανική πίστη και να εξαλείψει την πλάνη των ειδώλων. Η θαρραλέα αυτή ομολογία πίστεως εξόργισε τον άρχοντα τόσο πολύ, ώστε διέταξε να τρυπήσουν τους αστραγάλους του και να τον κρεμάσουν με το κεφάλι προς τα κάτω. Οι στρατιώτες όμως καταλήφθηκαν από μία αόρατη θεία δύναμη και αντί να τρυπήσουν τους αστραγάλους του Αγίου, τρύπησαν ένα ξύλο και το κρέμασαν, πιστεύοντας ότι κρέμασαν τον ευλογημένο Θαλλέλαιο. Μόλις όμως ο άρχοντας είδε το ξύλο κρεμασμένο, θεώρησε ότι περιπαίχθηκε από τους στρατιώτες του. Γι’ αυτό και διέταξε να τους δείρουν. Μάλιστα δύο από αυτούς, ο Αλέξανδρος και ο Αστέριος, βλέποντας το θαυμαστό γεγονός, πίστεψαν στον Χριστό και κατόπιν αποκεφαλίσθηκαν για τη σωτήρια επιλογή τους. 

 

Στο μεταξύ ο Άγιος Θαλλέλαιος υποβλήθηκε σε ξυλοδαρμό με ωμά βούνευρα, αλλά ο γενναίος αθλητής του Χριστού παρέμεινε σταθερός και ακλόνητος στην πίστη του, επιδεικνύοντας αξιοθαύμαστη καρτερία. Τότε ο άρχοντας απευθυνόμενος στον ένδοξο μάρτυρα και ανάργυρο ιατρό, τον ρώτησε να μάθει τον τρόπο, με τον οποίο θεραπεύει τους ασθενείς, υπονοώντας ότι είναι ένας μάγος, ενώ βλασφήμησε το όνομα του Κυρίου και τον Τίμιο Σταυρό ως τη μεγαλύτερη καταδίκη του κόσμου. Αμέσως ο ευλογημένος Θαλλέλαιος, βρήκε την ευκαιρία να μιλήσει για τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό, τον ιατρό των ψυχών και των σωμάτων, ο Οποίος σταυρώθηκε για τον αμαρτωλό άνθρωπο και με τη χάρη Του θεραπεύει παράλυτους, τυφλούς, κωφούς, δαιμονισμένους και πάσης μορφής ασθενείς, ενώ ανασταίνει ακόμα και νεκρούς. Η σθεναρή αυτή ομολογία πίστεως εξαγρίωσε τον άρχοντα σε τέτοιο βαθμό, ώστε όρμησε εναντίον του Αγίου για να τον χτυπήσει και να τον βασανίσει. Αλλά αμέσως και τα δύο του χέρια αποδυναμώθηκαν και έμειναν ανενεργά. Ο Άγιος όμως θεράπευσε με τη δύναμη του Κυρίου τα χέρια του χριστιανομάχου ειδωλολάτρη και έτσι αποκαταστάθηκαν και πάλι στην αρχική τους θέση. 


Παρόλα αυτά ο παρανοϊκός άρχοντας όχι μόνο δεν συνετίσθηκε από το πάθημά του, αλλά διέταξε τους στρατιώτες του να υποβάλλουν τον πολύαθλο μάρτυρα σε νέα βασανιστήρια. Έτσι ο Άγιος υπέμεινε με αξιοθαύμαστη ανδρεία και αγαλλίαση τους πόνους και τις πληγές από το ξέσχισμα του σώματός του με σιδερένια νύχια και το κάψιμο με τη φωτιά, αφού δίπλα του συμπαραστάτης και συνοδοιπόρος ήταν ο ίδιος ο Κύριος. Βλέποντας ο τύραννος τη γενναιότητα και την καρτερία, με την οποία αντιμετώπιζε ο ένδοξος μάρτυς του Χριστού τα βασανιστήρια, αλλά και τη θαρραλέα ομολογία πίστεως, αφού συνέχιζε με τον ίδιο ένθεο ζήλο να διακηρύσσει τη χριστιανική του πίστη ενώπιόν του, αποφάσισε να τον βάλει μέσα σε μία βάρκα και να τον αφήσει στη μέση της θάλασσας, ώστε παρασυρόμενος από τα κύματα, να καταποντισθεί μέσα στο νερό. Όταν όμως έβαλαν τον Άγιο μέσα στη βάρκα, δεν έπαθε τίποτα και φαινόταν σαν να περπατούσε πάνω στη στεριά. Μάλιστα σήκωσε τα χέρια του προς τον ουρανό και είπε: «Πρός Σέ, Κύριε, ἦρα τούς ὀφθαλμούς μου, τόν κατοικοῦντα ἐν τῷ Οὐρανῷ. Πολλάκις σέ ἐπεκαλέσθην καί μέ εὐσπλαχνίσθης. Ὁδήγησόν με εἰς λιμένα σωτηρίας, ἵνα μή μέ καταπίῃ ὁ βυθός τῆς θαλάσσης καί στερηθῶ τό μαρτύριον διά τό ὄνομά Σου τό ἅγιον...». Αμέσως η θάλασσα ηρέμησε και έβγαλε τον γενναίο μάρτυρα στην ξηρά, πλησίον της χώρας των Αιγών, ενδεδυμένο με λευκό χιτώνα. 

 

Μόλις ο τύραννος πληροφορήθηκε το θαύμα, έμεινε εκστατικός και διέταξε να τον φέρουν ενώπιόν του για να απολογηθεί. Τότε ο γενναίος αθλητής του Χριστού ομολόγησε την παντοδυναμία του ενός και αληθινού Θεού, αφού ζωοποιεί τους ανθρώπους, ακόμη και μετά τον θάνατο. Η θαρραλέα αυτή στάση του μάρτυρος και η ακλόνητη πίστη του στον Κύριο εξόργισε τον ειδωλολάτρη άρχοντα, ο οποίος διέταξε αμέσως να τον καρφώσουν σ’ ένα σανίδι με τέσσερα καρφιά και να τον περιχύσουν με κοχλάζουσα πίσσα μέχρι να πεθάνει. Προς στιγμή νόμισε ο τύραννος ότι ο ένδοξος μάρτυς του Χριστού φοβήθηκε και γι’ αυτό του πρότεινε να προσφέρει θυσία στους ειδωλολατρικούς θεούς και έτσι να αποκτήσει δόξα και πλούτο. Αλλά ο μακάριος και ευλογημένος Θαλλέλαιος του απάντησε με παρρησία ότι τα βασανιστήρια, στα οποία υποβάλλεται, είναι γι’ αυτόν δόξα και χαρά. Τότε ο χριστιανομάχος άρχοντας διέταξε να τον ρίξουν σε τέσσερα άγρια λιοντάρια για να τον κατασπαράξουν. Όμως με τη χάρη του Θεού τα λιοντάρια έγιναν ήμερα σαν αρνιά και ούτε τόλμησαν να τον πλησιάσουν. Βλέποντας καταντροπιασμένος ο τύραννος την απρόσμενη αυτή εξέλιξη, αποφάσισε τη θανατική εκτέλεση του μάρτυρος δι’ αποκεφαλισμού. Έτσι ο πολύαθλος και ένδοξος μάρτυς του Χριστού Άγιος Θαλλέλαιος αποκεφαλίσθηκε στις 20 Μαΐου του 284μ.Χ. και έλαβε τον ακήρατο στέφανο του μαρτυρίου και της Βασιλείας των Ουρανών. Μάλιστα στον τόπο, όπου έλαβε χώρα ο αποκεφαλισμός του, βλάστησε με τη χάρη του Θεού βότανο, το οποίο θεράπευε κάθε ασθένεια και πάθος προς απόδειξη της ιατρικής τέχνης του ιαματικού Αγίου. Γι’ αυτό και ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης (1749-1809) στο συναξάριο του ενδόξου αυτού μάρτυρος του 3ου μ.Χ. αιώνα, ο οποίος συναριθμείται στη σεπτή χορεία των είκοσι ιαματικών Αγίων Αναργύρων, συνέταξε τον ακόλουθο στίχο: «Ἀκέστορι τμηθέντι τῷ Θαλλελαίῳ Θεός βοτάνην πρός λύσιν πέμπει πάθους. Εἰκοστή Θαλλέλαιος ἑήν κεφαλήν ἀπετμήθη». Προς τιμήν του μάλιστα ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης εποίησε Ασματική Ακολουθία μετά Παρακλητικού Κανόνος, η οποία εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1878 στο Μεσολόγγι από τον δημοδιδάσκαλο Δημήτριο Διακόπουλο και επανεκδόθηκε από την Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος με δαπάνη και μέριμνα του Πανοσιολογιωτάτου Αρχιμανδρίτου π. Ανθίμου Ρούσσα (του μετέπειτα Μητροπολίτου Αλεξανδρουπόλεως και νυν Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης). Ακολουθία του Αγίου Θαλλελαίου, ποίημα Γεωργίου, υπάρχει και στους Λαυρεωτικούς Κώδικες Δ36, Δ45 και Ω147. 

 

Ο πολύαθλος μάρτυς του Χριστού Άγιος Θαλλέλαιος ο ιαματικός και ανάργυρος τιμάται πανηγυρικά και με την πρέπουσα εκκλησιαστική λαμπρότητα στη Νάξο, όπου υπάρχει ομώνυμο χωριό, σε απόσταση έξι χιλιομέτρων ανατολικά από τη Χώρα, την πρωτεύουσα του νησιού. Το μικρό αυτό χωριό πήρε την ονομασία του από τον ιστορικό ιερό ναό του Αγίου, ο οποίος είναι σήμερα ο ενοριακός ναός του χωριού και αποτελούσε το καθολικό παλαιάς μονής, αφού στον εξωτερικό τοίχο του δίκλιτου ναού υπάρχει η μισοσβησμένη επιγραφή: ΤΟΥ ΔΟΥΛΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ ΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΣΑΓΡΕΔΟC (1501). Η τιμή που απολαμβάνει ο Άγιος Θαλλέλαιος στη Νάξο και η ευλάβεια προς τον θαυματουργό αυτό Άγιο της Εκκλησίας μας είναι τόσο μεγάλη, ώστε η μνήμη του εορτάζεται πανηγυρικά και σε άλλες ενορίες του νησιού, καθώς και στο ομώνυμο παρεκκλήσιο στο χωριό Δαμαριώνας, όπως και στο παρεκκλήσιο της Παναγίας Ελεούσης και του Αγίου Θαλλελαίου στη Χώρα της Νάξου. Παράλληλα ο Σύλλογος των εν Αθήναις Ναξίων αφιέρωσε θαυμάσια εικόνα του Αγίου στον μεγαλοπρεπή ιερό ναό του Ευαγγελιστού Λουκά Πατησίων. Αλλά και ο εκ Νάξου Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης θαυμάζοντας την αποδιδόμενη ευλάβεια των συμπατριωτών του προς τον Άγιο, εποίησε προς τιμήν του, όπως προαναφέρθηκε, Ακολουθία μετά Παρακλητικού Κανόνος, η οποία παρεδόθηκε στην Αποστολική Διακονία για επανέκδοση από τον κ. Μάρκο Κουτελιέρη, καταγόμενο από το χωριό Άγιος Θαλλέλαιος της Νάξου κατ’ εντολήν του εφημερίου του χωριού, π. Ιακώβου Βαλέρη.


Η τιμή του Αγίου Θαλλελαίου με επίκεντρο τη Νάξο διαδόθηκε όμως και σε άλλα νησιά των Κυκλάδων. Έτσι στη γειτονική Πάρο ο Άγιος τιμάται με ομώνυμο εξωκκλήσιο στην τοποθεσία Σκλαβούνα της Νάουσας, στην Αμοργό με ομώνυμο παρεκκλήσιο στη Χώρα και στη Μύκονο με δύο ομώνυμα εξωκκλήσια στις περιοχές Αγγελικά και Ομπρουδεχτάκη. Επίσης στη Σίφνο εορτάζεται πανηγυρικά η μνήμη του στον ιερό μητροπολιτικό ναό του Αγίου Σπυρίδωνος Απολλωνίας, όπου υπάρχει προσκυνητάρι με ασημένια εικόνα του ιαματικού Αγίου, ενώ στη Σαντορίνη ο Άγιος εορτάζεται στον κοιμητηριακό ναό του Αγίου Γεωργίου και της Αγίας Άννης στο Παλιό Χωριό, αλλά και στη χρονολογούμενη από το 1651 γυναικεία ιερά μονή του Αγίου Νικολάου Ημεροβιγλίου, όπου μέχρι τον σεισμό του 1956 υπήρχε παρεκκλήσιο του Αγίου Θαλλελαίου. Αξιομνημόνευτος είναι και ο παλαιός ιερός ναός (εξωκκλήσιο) του Αγίου στην περιοχή του χωριού Άγιο Γάλας της Χίου, το οποίο παλαιότερα ονομαζόταν Άγιος Θαλλέλαιος ή Άγιος Θαλένης και βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα του νησιού. Ο ναός, ο οποίος είναι ο παλαιότερος του χωριού, ανεγέρθηκε από ευλάβεια στον θαυματουργό μάρτυρα του 3ου μ.Χ. αιώνα από τους εγκατασταθέντες στην περιοχή χριστιανούς που προήλθαν κατά τις μετακινήσεις των πληθυσμών από την περιοχή της Κιλικίας, όπου διέλαμψε και μαρτύρησε ο ιαματικός Άγιος. Στον ιστορικό αυτό ναό του 11ου αιώνα, ο οποίος κοσμείται με το παλαιότερο στη Χίο ξυλόγλυπτο τέμπλο, σώζονται θαυμάσιες τοιχογραφίες με σκηνές από το μαρτύριο του Αγίου. Επίσης στην ακριτική Αλεξανδρούπολη στις 12 Δεκεμβρίου 2012 τελέσθηκαν υπό του οικείου Επισκόπου κ. Ανθίμου τα θυρανοίξια και εγκαίνια του επ’ ονόματι του Αγίου Θαλλελαίου παρεκκλησίου εντός του Νοσοκομείου της πόλεως, ενώ στον ιαματικό και ανάργυρο Άγιο της Εκκλησίας μας είναι αφιερωμένο και το παρεκκλήσιο στις Εκκλησιαστικές Κατασκηνώσεις στην Πρώτη Φλωρίνης. 


Ας επικαλεσθούμε λοιπόν τις πρεσβείες του τιμωμένου από την Ορθόδοξη Εκκλησία μας στις 20 Μαΐου Αγίου ενδόξου μάρτυρος Θαλλελαίου του ιαματικού και αναργύρου, του δι’ αποκεφαλισμού τελειωθέντος για την αγάπη του Χριστού, για να αποκτήσουμε και εμείς, 18 αιώνες μετά το ένδοξο μαρτύριό του, την αγάπη προς τον πλησίον, το αγωνιστικό φρόνημα, την ακλόνητη πίστη, αλλά και την παρρησία να ομολογούμε το όνομα του Ιησού Χριστού τόσο μέσα από τις διαπροσωπικές μας σχέσεις όσο και μέσα από το επάγγελμά μας, όπως με τόση πίστη και ένθεο ζήλο έπραξε ο πολύαθλος και θαυματουργός αυτός μάρτυς του 3ου μ.Χ. αιώνα.

Αριστείδης Γ. Θεοδωρόπουλος
Εκπαιδευτικός

Βιβλιογραφία

· Ακολουθία του Αγίου ενδόξου μεγαλομάρτυρος Θαλλελαίου του ιαματικού και αναργύρου, Εκδόσεις Αποστολικής Διακονίας, Β΄ Έκδοσις, Αθήναι 1996.

· Γούναρη Γεωργίου Κων., Από την Πολιτεία των Αγίων, Έκδοσις Ιεράς Μητροπόλεως Γρεβενών, Γρεβενά 2009.

· Μηλίτση Γεωργίου Θ., Οι Άγιοι είκοσι Ανάργυροι, Τρίκαλα 1997.

· Φραγκομίχαλου Κωνσταντίνου Ε., Το Άγιο Γάλας της Χίου, Μνημείο Φύσης, Ιστορίας και Τέχνης, Εκδόσεις Άλφα Πι, Χίος 2008.

Εικόνες

[01] Η εφέστιος εικόνα του Αγίου Θαλλελαίου στον ομώνυμο Ιερό Ναό του χωριού Άγιος Θαλλέλαιος Νάξου.

[02] Εξωτερική άποψη του Ιερού Ναού Αγίου Θαλλελαίου στο ομώνυμο χωριό της Νάξου.

[03] Ο Ιερός Ναός του Αγίου Θαλλελαίου στο ομώνυμο χωριό της Νάξου κατά την ημέρα της ετήσιας λαμπράς πανηγύρεώς του. http://melanesnaxos.blogspot.gr

[04] Άποψη από το εσωτερικό του Ιερού Ναού του Αγίου Θαλλελαίου στο ομώνυμο χωριό της Νάξου. 

[05] Η ανθοστόλιστη εφέστιος εικόνα του Αγίου στον ομώνυμο Ιερό Ναό του χωριού Άγιος Θαλλέλαιος Νάξου. http://melanesnaxos.blogspot.gr

[06] Ασημένια εικόνα του Αγίου Θαλλελαίου στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό Αγίου Σπυρίδωνος Απολλωνίας Σίφνου.

[07] Η ανθοστόλιστη εικόνα του Αγίου κατά τον εορτασμό της μνήμης του στο Παλιό Χωριό Σαντορίνης. http://armenisths.blogspot.gr

[08] Φορητή εικόνα του Αγίου Θαλλελαίου στον Ιερό Ναό Ευαγγελιστού Λουκά Πατησίων Αθηνών. Αποτελεί αφιέρωμα του Συλλόγου των εν Αθήναις Ναξίων.

[09] Φορητή εικόνα του Αγίου Θαλλελαίου στο ομώνυμο εξωκκλήσιο της περιοχής Αγγελικά Μυκόνου.

[10] Ο Άγιος Θαλλέλαιος τιμάται με ομώνυμο παρεκκλήσιο στο Νοσοκομείο Αλεξανδρουπόλεως. http://www.imalex.gr

[11] Φορητή εικόνα του Αγίου Θαλλελαίου στο ομώνυμο εξωκκλήσιο της περιοχής Αγγελικά Μυκόνου.

[12] Φορητή εικόνα του Αγίου Θαλλελαίου στο ομώνυμο εξωκκλήσιο της περιοχής Ομπρουδεχτάκη Μυκόνου.

[13] Τοιχογραφία του Αγίου Θαλλελαίου του 17ου αιώνα στον Ιερό Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου στο χωριό Πλαίσια Ιωαννίνων.

[14] Οι Άγιοι Μηνάς ο Καλλικέλαδος και Θαλλέλαιος ο Ιαματικός. Τοιχογραφία δια χειρός Δημητρίου Πελεκάση στον Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου Κυψέλης Αθηνών.

[15] Το εξωκκλήσιο του Αγίου Θαλλελαίου στην περιοχή Αγγελικά Μυκόνου.

[16] Το εξωκκλήσιο του Αγίου Θαλλελαίου στην περιοχή Αγγελικά Μυκόνου.

[17] Άποψη από το εσωτερικό του εξωκκλησίου του Αγίου Θαλλελαίου στην περιοχή Αγγελικά Μυκόνου.

[18] Το εξωκκλήσιο του Αγίου Θαλλελαίου στην περιοχή Ομπρουδεχτάκη Μυκόνου.

[19] Το εξωκκλήσιο του Αγίου Θαλλελαίου στην περιοχή Ομπρουδεχτάκη Μυκόνου.

[20] Άποψη από το εσωτερικό του εξωκκλησίου του Αγίου Θαλλελαίου στην περιοχή Ομπρουδεχτάκη Μυκόνου.

[21] Ο ιστορικός Ιερός Ναός του Αγίου Θαλλελαίου στο χωριό Άγιο Γάλας της Χίου.

[22] Τοιχογραφία του Αγίου Θαλλελαίου στον ομώνυμο Ιερό Ναό της Χίου.

[23] Το ξυλόγλυπτο τέμπλο στον Ιερό Ναό του Αγίου Θαλλελαίου του χωριού Άγιο Γάλας της Χίου.

[24] Το παρεκκλήσιο του Αγίου Θαλλελαίου στις Εκκλησιαστικές Κατασκηνώσεις στην Πρώτη Φλωρίνης. http://www.proticamp.gr 

Επιτρέπεται η αναδημοσίευση με την απαραίτητη προϋπόθεση της αναφοράς του συγγραφέα και του ιστοχώρου πρώτης δημοσίευσης http://kallimasia.blogspot.gr 

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ Ένας φλογερός υπερασπιστής της Ορθοδοξίας και ένας πολυγραφότατος εκκλησιαστικός συγγραφέας

$
0
0
Ανάμεσα στους μαχητικότερους αντιαιρετικούς διδασκάλους και πολυγραφότερους εκκλησιαστικούς συγγραφείς της αμωμήτου ορθοδόξου πίστεως εξέχουσα θέση κατέχει ο τιμώμενος από την Ορθόδοξη Εκκλησία μας στις 15 Ιουνίου Άγιος Ιερώνυμος, ο οποίος διακρίθηκε ως ο κατ’ εξοχήν ερμηνευτής της Αγίας Γραφής και αναδείχθηκε ως ο πατήρ της αγιολογίας, της ιστοριογραφίας και της μετάφρασης. Ο πεντάγλωσσος Άγιος Ιερώνυμος υπήρξε άνθρωπος της ολόθερμης προσευχής και της αυστηρής ασκήσεως και κατέστη γνήσια εικόνα της αγιότητος του Θεού, αφού ελκύστηκε από τον ασκητικό τρόπο ζωής της Ανατολής και εγκολπώθηκε ψυχή τε και σώματι τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό. Γι’ αυτό και υπερασπίσθηκε με ξεχωριστή αφοσίωση την αλήθεια της ορθής χριστιανικής πίστεως, αφού σύμφωνα με την άποψή του αποτελούσε τη θεμελιώδη αρχή για τη σωτηρία του ανθρώπου. Παράλληλα αναδείχθηκε χάρη στον ακάματο θεολογικό του ζήλο και τη δυναμική αντιαιρετική του στάση μία γνήσια ορθόδοξη πνευματική προσωπικότητα με αυστηρή ασκητική ζωή και πλούσια συγγραφική δραστηριότητα. 

Ο Άγιος Ιερώνυμος γεννήθηκε το 347 στην πόλη Στριδώνα της Δαλματίας, η οποία καταστράφηκε από τους Γότθους και βρίσκεται κοντά στη σημερινή Λιουμπλιάνα της Σλοβενίας. Ο πατέρας του ονομαζόταν Ευσέβιος, ενώ παραμένει μέχρι σήμερα άγνωστο το όνομα της μητέρας του. Είχε μία αδελφή που έγινε μοναχή και έναν μικρότερο αδελφό, τον Παυλιανό, ο οποίος τον ακολούθησε στην Ανατολή και έγινε ιερομόναχος. Τα πρώτα γράμματα έμαθε στην πατρίδα του, τη Στριδώνα, αλλά σε ηλικία δώδεκα ετών μετέβη στη Ρώμη μαζί μ’ έναν παιδικό του φίλο, τον Βονώσο, για να συνεχίσουν εκεί τις εγκύκλιες σπουδές τους που βασίζονταν στη φιλολογική μελέτη ποιητών, όπως ο Βιργίλιος και ο Τερέντιος, και ιστορικών και ρητόρων, όπως ο Σαλλούστιος και ο Κικέρωνας. Στη Ρώμη ο Άγιος Ιερώνυμος διδάχθηκε τη ρητορική από τον περίφημο γραμματικό Δονάτο, ο οποίος του αφύπνισε την έφεση προς την τέχνη του λόγου, καλλιεργώντάς του μάλιστα την ικανότητα να τον χειρίζεται άριστα. Παράλληλα επεδείκνυε έναν ξεχωριστό ζήλο στην ανάγνωση και μελέτη των βιβλίων, παρόλο που στη Ρώμη ως νεαρός σπουδαστής είχε επιδοθεί σε διάφορες εκδηλώσεις ψυχαγωγίας και εφήμερες απολαύσεις, όπως το τσίρκο και το θέατρο, παρασυρόμενος από την εφηβεία και τις νεανικές του συναναστροφές. Μάλιστα για αυτόν τον τρόπο της ζωής κατά την περίοδο της νεότητός του δεν σταμάτησε ποτέ να μετανοεί, επικρίνοντάς τον ως μέγα ολίσθημα της εφηβείας του. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του συνδέθηκε στενά και με τον Ρουφίνο από την Ακυληία (πόλη και λιμάνι στις ακτές της Αδριατικής), ενώ το 363 με τον θάνατο του αυτοκράτορος Ιουλιανού του δόθηκε η ευκαιρία χάρη στην ελευθερία έκφρασης της Εκκλησίας στη Ρώμη να επισκεφθεί τόσο λατρευτικούς χώρους, όπου λάμβαναν χώρα πολυάριθμες ευχαριστιακές συνάξεις, όσο και τους τάφους των αποστόλων και των μαρτύρων, όπου αυξάνονταν διαρκώς οι εκδηλώσεις τιμητικής προσκύνησης μέσα στις κατακόμβες. 

Σε ηλικία είκοσι ετών, περί το 367-368, και αφού είχε λάβει το χριστιανικό βάπτισμα, αναχώρησε από τη Ρώμη για τους Τρεβήρους (σημερινή πόλη Τρίερ της Γερμανίας), έδρα την εποχή εκείνη της αυτοκρατορικής αυλής, αναζητώντας μία καλύτερη σταδιοδρομία στη ζωή του. Στην πόλη αυτή έμεινε μέχρι το 370, όπου χάρη στο έντονο ενδιαφέρον του για την εκκλησιαστική γραμματολογία, αντέγραψε δύο έργα δογματικού χαρακτήρα του Αγίου Ιλαρίου Πικτάβων. Παράλληλα στην πόλη αυτή άναψε και η δίψα του ασκητισμού σύμφωνα με το ανατολικό μοναχικό ιδεώδες του ερημητισμού τόσο για εκείνον όσο και για τον ομόσκηνο φίλο του, τον Βονώσο, ο οποίος μάλιστα αναχώρησε πρώτος για να ασκητέψει. Μετά τους Τρεβήρους ο Άγιος Ιερώνυμος μετέβη στην Ακυληία, όπου ο ιερέας Χρωμάτιος, ο οποίος αργότερα διετέλεσε επίσκοπός της, είχε δημιουργήσει έναν κύκλο από κληρικούς και λαϊκούς που εμπνεόταν από το ιδεώδες του ασκητισμού και την ομολογία πίστεως της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου και επιδιδόταν σε πνευματικές ομιλίες. Στον κύκλο αυτό που αποκαλείτο «χορός των μακαρίων», συμμετείχαν μεταξύ άλλων και οι φίλοι και συσπουδαστές του, Βονώσος και Ρουφίνος, ενώ την περίοδο αυτή ο Άγιος Ιερώνυμος είχε την ευκαιρία να γνωρίσει έναν μορφωμένο χριστιανό γέροντα, τον Παύλο, ο οποίος διέθετε μία σημαντική εκκλησιαστική βιβλιοθήκη με έργα επιφανών χριστιανών Λατίνων, τα οποία αποτέλεσαν για εκείνον ανεξάντλητη πηγή μελέτης και ευχάριστης ενασχόλησης. 

Περί το 373 ο Άγιος Ιερώνυμος αναχώρησε από την Ακυληία και έφθασε στην Αντιόχεια, έχοντας μαζί του και την προσωπική του βιβλιοθήκη. Εκεί έμεινε στο σπίτι του ιερέα Ευάγριου, όπου του δόθηκε η ευκαιρία να μελετά τους αγαπημένους του συγγραφείς μέσα από την πλούσια βιβλιοθήκη που διέθετε ο ιερέας. Την περίοδο μάλιστα αυτή μελετά ενδελεχώς τους προφήτες και αποστέλλει επιστολές που αποδεικνύουν έμπρακτα τον μεγάλο πνευματικό του ζήλο και τον ενθουσιασμό του για το μοναχικό ιδεώδες. Όμως η επιδημία που έπληξε την περιοχή της Αντιόχειας, έπληξε και τον ίδιο τον Άγιο Ιερώνυμο, ο οποίος στα μέσα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής προσβλήθηκε από ισχυρό πυρετό και έφθασε μάλιστα στα πρόθυρα του θανάτου. Σ’ αυτή την κρίσιμη στιγμή για τη ζωή του είδε στον ύπνο του ένα θαυμαστό και αποκαλυπτικό όραμα. Σύμφωνα μ’ αυτό είδε τον εαυτό του να παρουσιάζεται ενώπιον του δικαστηρίου που δεν ήταν άλλο από το θεϊκό βήμα. Εκεί σε σχετικό ερώτημα του δικαστή δήλωσε τη χριστιανική του ιδιότητα, αλλά ο δικαστής του είπε ότι ψεύδεται, αφού δεν είναι χριστιανός, αλλά οπαδός του Κικέρωνα. Μάλιστα διέταξε να τον χτυπήσουν και τότε ο τυπτόμενος από τη συνείδησή του Άγιος Ιερώνυμος άρχισε να φωνάζει να τον ελεήσει ο Θεός και υποσχέθηκε ότι εάν αποκτήσει και διαβάσει ξανά ειδωλολατρικά βιβλία, αυτό θα σημαίνει ότι αρνείται το όνομα του Ιησού Χριστού. Εκείνη τη στιγμή ξύπνησε από το παράδοξο αυτό όραμα και έκτοτε ασχολήθηκε με ξεχωριστό ζήλο και αγάπη με τη μελέτη της Αγίας Γραφής. 

Κατά την πρώτη περίοδο της παραμονής του στην Αντιόχεια συνέγραψε και το πρώτο του έργο που αφορούσε τον Προφήτη Οβδιού, ενώ ποθώντας περισσότερη ησυχία και άσκηση, έφυγε από την Αντιόχεια και εγκαταστάθηκε στην έρημο κοντά στη Χαλκίδα της Συρίας, περίπου ενενήντα χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Αντιόχειας, μιμούμενος τα παλαίσματα του Αγίου Αντωνίου. Όμως παρά την αυστηρή νηστεία και την αδιάλειπτη άσκηση, συχνά κάτω από οδυνηρές συνθήκες σκληραγωγίας, δοκιμαζόταν από αλλεπάλληλους λογισμούς και αναμνήσεις γύρω από τις ηδονές και τις απολαύσεις της νεότητός του. Γι’ αυτό και καθημερινά ερχόταν αντιμέτωπος με το αμαρτωλό παρελθόν του και με τον ίδιο του τον εαυτό, αφού κλυδωνιζόταν από τους ρυπαρούς λογισμούς της άστατης εφηβικής του ζωής. Παρόλα αυτά ευρισκόμενος στην έρημο, αισθανόταν απερίγραπτη αγαλλίαση, αφού ο ερημητισμός ήταν για εκείνον ο ιδεώδης τρόπος ζωής και έκφρασης. Το γεγονός αυτό αποδεικνύεται έμπρακτα και μέσα από την επιστολή του προς τον φίλο και συσπουδαστή του, Ηλιόδωρο, αφού έγινε η αιτία προσέλκυσης πολλών ανθρώπων στον μοναχισμό. Παράλληλα επιδόθηκε στην άσκηση της διανοίας, αφού τελειοποίησε τις γνώσεις του στην ελληνική γλώσσα, έμαθε εβραϊκά και αλληλογραφούσε συχνά με τους φίλους του. Στην έρημο της Χαλκίδος έμεινε από το 375 μέχρι και το 377, αφού η έντονη δογματική έριδα που δίχαζε την περίοδο εκείνη τον χριστιανικό κόσμο της Αντιόχειας, τον ανάγκασε να εγκαταλείψει την περιοχή. 

Η κατάσταση που προκάλεσε το σχίσμα της Εκκλησίας της Αντιόχειας έγινε ακόμη πιο περίπλοκη, όταν ο Άγιος Ιερώνυμος υποστήριξε ότι ο όρος «υπόστασις» είναι συνώνυμος του όρου «ουσία». Την ίδια άποψη είχε και ο Μέγας Αθανάσιος, ο οποίος ταύτιζε πλήρως την ουσία με την υπόσταση. Σύμφωνα μ’ αυτή την ταύτιση ομολογείται μία και μοναδική ουσία στον Θεό σε αντίθεση με εκείνους που ομολογούν τρεις υποστάσεις. Μπροστά σ’ αυτή την πρόκληση ο Άγιος Ιερώνυμος απέστειλε τόσο επιστολή στον πάπα Δάμασο ζητώντάς του να δώσει λύση στη διένεξη όσο και γράμμα στον πρεσβύτερο Μάρκο, όπου διαμαρτύρεται για την αμφισβήτηση και περιφρόνηση που αντιμετωπίζει από τους ίδιους τους ορθοδόξους. Έτσι επέστρεψε στην Αντιόχεια, όπου χειροτονήθηκε πρεσβύτερος από τον επίσκοπο Παυλίνο με τον απαραίτητο όρο βέβαια να μην ασκήσει ποτέ τα ιερατικά του καθήκοντα, αφού σε όλη του τη ζωή θεωρούσε τον εαυτό του ως έναν απλό μοναχό. Παράλληλα συνέχισε τη μελέτη της Αγίας Γραφής, αφού στην Αντιόχεια δίδασκαν μεγάλοι θεολόγοι και ερμηνευτές της Βίβλου, όπως ο σοφός Απολλινάριος Λαοδικείας, από τον οποίο έμαθε την ερμηνευτική μέθοδο που επικεντρωνόταν στην ιστορική και κυριολεκτική σημασία του κειμένου. Κατά την περίοδο αυτή συνέγραψε τον βίο του μακαρίου Παύλου του πρώτου ερημίτη, ενώ μετέφρασε και το χρονικό του Ευσεβίου Καισαρείας. 

Γύρω στο 379-380 έφτασε στην Κωνσταντινούπολη, όπου συναντήθηκε με τον Άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο, τον οποίο ο Άγιος αποκαλούσε «ἄνδρα εὐφραδέστατο», ενώ υπήρξε διδάσκαλος του Αγίου Ιερωνύμου στην ερμηνεία των Γραφών. Γι’ αυτό και σύμφωνα με την προτροπή του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου ο Άγιος Ιερώνυμος μετέφρασε το χρονικό του Ευσεβίου που αποτελεί βαρυσήμαντο έργο, αφού αποδεικνύει την ιστορική προτεραιότητα της αληθινής πίστεως απέναντι στην ειδωλολατρία και την αίρεση. Επιρροή όμως στον Άγιο Ιερώνυμο δεν άσκησε μόνο η προσωπικότητα του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, αλλά και του Αγίου Γρηγορίου Νύσσης που συμμετείχε στη σύνοδο του 381 στην Κωνσταντινούπολη. Το γεγονός μάλιστα αυτό τον ώθησε στην ανάγνωση και μετάφραση των έργων του Ωριγένη. Στο μεταξύ μετά τον αιφνίδιο θάνατο του Μελετίου Αντιοχείας ανέλαβε ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, ο οποίος όμως αναγκάσθηκε να παραιτηθεί. Το 382 ο αυτοκράτορας Γρατιανός συγκάλεσε σύνοδο στη Ρώμη, η οποία αναγνώρισε ως κανονικό επίσκοπο Αντιοχείας τον Παυλίνο, ο οποίος μαζί με τον Άγιο Επιφάνιο επίσκοπο Σαλαμίνος (Κωνσταντίας) της Κύπρου προσκάλεσαν τον Άγιο Ιερώνυμο που είχε επιστρέψει στην Αντιόχεια για να τους συνοδεύσει στη Ρώμη, όπου θα συγκαλείτο η σύνοδος. Εκεί ο Άγιος ανέλαβε καθήκοντα γραμματέα του ογδοντάχρονου πάπα Δαμάσου, αφού του είχε αναθέσει να απαντά στις γνωμοδοτήσεις της Ανατολής και της Δύσης, ενώ κατά την παραμονή του στη Ρώμη επιδόθηκε με ιδιαίτερη επιμέλεια και ζήλο στην ερμηνεία της Αγίας Γραφής. Γι’ αυτό και ο πάπας Δάμασος τον ρωτούσε για τη σημασία λέξεων και παραβολών μέσα από την Αγία Γραφή, καθώς και για την ερμηνεία διαφόρων θεμάτων που προέκυπταν από τη μελέτη της Βίβλου. Μόλις ο πάπας διεπίστωσε τις εξαιρετικές ικανότητες του Αγίου στην ερμηνεία της Αγίας Γραφής, του ζήτησε να αναλάβει μία νέα λατινική μετάφραση των Ευαγγελίων με βάση το ελληνικό πρωτότυπο, από το οποίο μεταφράστηκαν, αναθεωρώντας τις παλαιές ανακριβείς λατινικές μεταφράσεις. Μάλιστα βάσει του ελληνικού κειμένου αναθεώρησε και τη λατινική μετάφραση του Ψαλτηρίου.

Η φήμη του ως αρίστου ερμηνευτού της Αγίας Γραφής συνέβαλε στο να έρθει σε επαφή με τους αριστοκρατικούς κύκλους της Ρώμης και να γίνει ο πνευματικός καθοδηγητής ενός κύκλου ευγενών και ευσεβών γυναικών που βρισκόταν στον Αβεντίνο λόφο και είχαν συγκεντρωθεί γύρω από τη Μαρκέλλα, μία νεαρή χήρα που ζούσε ασκητικό βίο μαζί με τη μητέρα της, Αλμπίνα. Στις γυναίκες αυτές ο Άγιος Ιερώνυμος δίδασκε τόσο τη μελέτη της Αγίας Γραφής όσο και τις αρχές της ασκητικής πολιτείας και απαντούσε με επιστολές στα ερωτήματα που προέκυπταν. Στη βιβλική μελέτη διακρίθηκε για τον ζήλο και τις ικανότητές της ιδιαίτερα η Μαρκέλλα, ενώ τρεις γυναίκες, η Παύλα, η Βλεσίλλα και η Ιουλία – Ευστοχία παρακολουθούσαν τις αγιογραφικές διαλέξεις του Αγίου και μάθαιναν εβραϊκά. Μέσα από τη διδασκαλία του εξύμνισε τόσο πολύ τον ασκητικό βίο, ώστε τον ταύτιζε με την παρθενία. Ήταν μάλιστα τέτοιος ο ζήλος και η αγάπη του για την ασκητική ζωή και την παρθενία, ώστε πολλοί τον επέκριναν για την αρνητική του στάση απέναντι στον γάμο, όπως ο Ελβίδιος, ένας Ρωμαίος λαϊκός, ο οποίος σε μία πραγματεία του, αμφισβητώντας το αειπάρθενο της Υπεραγίας Θεοτόκου, δεν θεωρούσε την παρθενία ανώτερη από τον γάμο. Ο Άγιος Ιερώνυμος απάντησε όμως στον προκλητικό και ασεβή Ρωμαίο με το έργο «Κατά Ελβιδίου», στο οποίο τονίζει ότι αμφισβητώντας τη μητέρα του Κυρίου, προσβάλλεται ο ίδιος ο Χριστός, αφού μ’ αυτόν τον τρόπο κατηγορείται «ο ναός του σώματος του Κυρίου». Εκτός όμως από την εξύμνιση της παρθενίας επέκρινε τους ψευδοχριστιανούς και τους κληρικούς με κοσμική εμφάνιση και συμπεριφορά, αφού τα ενδιαφέροντα και η δραστηριότητά τους επικεντρώνεται στην αμφίεση, τα αρώματα, τα φαρδιά παπούτσια, τα περιποιημένα μαλλιά και τα δαχτυλίδια στα δάχτυλα, εικόνα που παραπέμπει περισσότερο σε γαμπρούς παρά σε κληρικούς. Κατακριτέοι είναι όμως και εκείνοι που η αποκλειστική ενασχόλησή τους είναι στο να συλλέγουν πληροφορίες για τις μεγάλες κυρίες, τα σπίτια που διαμένουν και τις συνήθειές τους. Η επικριτική αυτή στάση του Αγίου Ιερωνύμου απέναντι στον γάμο και τους κοσμικούς κληρικούς προκάλεσε έντονες αντιπάθειες στο πρόσωπό του, οι οποίες οξύνθηκαν ακόμη περισσότερο μετά τον θάνατο της εικοσάχρονης Βλεσίλλας και κυρίως μετά την εκδημία του πάπα Δαμάσου στις 11 Δεκεμβρίου του 384, ο οποίος ήταν ένθερμος υπερασπιστής του. Έτσι κάποια στιγμή οδηγήθηκε σε εκκλησιαστικό δικαστήριο, κατηγορούμενος για τη στενή του σχέση με τον κύκλο των γυναικών, αλλά υπερασπιζόμενος τον εαυτό του, αθωώθηκε. 

Τον Αύγουστο του 385 αναγκάσθηκε να εγκαταλείψει τη Ρώμη μαζί με τον ιερέα Βικέντιο, τον μικρότερο αδελφό του, τον Παυλιανό, και μερικούς μοναχούς. Στη διαδρομή συνάντησε την Παύλα και την κόρη της, την Ευστοχία, και αναχώρησαν για να κάνουν ένα προσκυνηματικό ταξίδι στην Παλαιστίνη για να επισκεφθούν τους Αγίους Τόπους. Περί τα τέλη του 385 έφθασαν στην πόλη των Ιεροσολύμων, όπου είχαν εγκατασταθεί ήδη από χρόνια ο νεανικός φίλος του Αγίου, ο Ρουφίνος, ο οποίος ήταν ηγούμενος σε μία ανδρική μονή στο όρος των Ελαιών και μία ευγενής γυναίκα, η Μελανία, η οποία ήταν ηγουμένη σε μία γυναικεία μονή. Κατά τη διάρκεια μάλιστα της παραμονής τους επισκέφθηκαν όλα τα ιερά προσκυνήματα των Αγίων Τόπων. Μετά την ολοκλήρωση της προσκυνηματικής τους περιοδείας αναχώρησαν για την Αίγυπτο, η οποία ως κέντρο του μοναστικού βίου, αποτελούσε την εποχή εκείνη τον μεγάλο πόλο έλξης για τους χριστιανούς, στη δε Αλεξάνδρεια διευθυντής της κατηχητικής σχολής ήταν ο Δίδυμος ο Τυφλός. Μετά τη σύντομη διαμονή στην Αίγυπτο αναχώρησαν για τη Βηθλεέμ, όπου ο επίσκοπος Ιεροσολύμων Κύριλλος έδωσε την ευλογία του για την ίδρυση δύο μοναστηριών στην περιοχή, ενός ανδρικού με ηγούμενο τον Άγιο Ιερώνυμο και ενός γυναικείου με ηγουμένη την Παύλα. Έτσι ο Άγιος Ιερώνυμος την εποχή αυτή καθοδηγεί πνευματικά τους μοναχούς του, διδάσκοντάς τους την υπακοή και την άσκηση, αλλά και αρχαίους κλασικούς συγγραφείς. Παράλληλα τελειοποιεί τις γνώσεις του στα εβραϊκά, ενώ ταξιδεύει συχνά στην Καισάρεια της Ιουδαίας για να μελετήσει την πλούσια σε έργα χριστιανών συγγραφέων βιβλιοθήκη της πόλης, η οποία μεταξύ άλλων περιλάμβανε όλα τα έργα του Ωριγένη. 

Αξιοσημείωτη και θαυμαστή υπήρξε η συγγραφική δραστηριότητα του Αγίου κατά τα επτά πρώτα χρόνια της παραμονής του στη Βηθλεέμ, αφού η περίοδος αυτή θεωρείται η δημιουργικότερη από άποψη συγγραφής για τον «ερημίτη της Βηθλεέμ», όπως χαρακτηριστικά αποκαλείται ο Άγιος. Το πλούσιο συγγραφικό του έργο έχει κυρίως απολογητικό και αντιαιρετικό χαρακτήρα. Κορυφαία έργα αυτής της περιόδου είναι η μετάφραση του έργου του Διδύμου του Τυφλού «Περί του Αγίου Πνεύματος», οι μεταφράσεις των έργων «Περί θέσεως και ονομασίας εβραϊκών τόπων» του Ευσεβίου Καισαρείας και «Περί εβραϊκών ονομάτων» του Ψευδο-Φίλωνος, το ερμηνευτικό έργο «Ζητήματα εβραϊκά εις την Γένεσιν», οι βίοι του Παύλου του Θηβαίου, του Μάλχου και του μοναχού Ιλαρίωνος, καθώς και το έργο «Περί ανδρών επιφανών». Πρωτίστως όμως αφοσιώθηκε στην αναγκαιότητα της μετάφρασης της Αγίας Γραφής και των υπομνημάτων που τη συνόδευαν, αφού βασικό μέλημά του ήταν να επιστρέψει στην ακρίβεια του πρωτοτύπου κειμένου, αποκαθιστώντας μ’ αυτόν τον τρόπο την αυθεντικότητά του, αλλά και να απαντήσει στην κριτική των Εβραίων που υποστήριζαν ότι οι χριστιανοί βασίζονταν πάνω σε μία λανθασμένη ερμηνεία της Βίβλου. Άλλωστε συχνά δήλωνε ότι «άγνοια των Γραφών σημαίνει άγνοια του Χριστού». 


Ο φλογερός ζήλος του για την υπεράσπιση της αλήθειας της ορθής χριστιανικής πίστεως τον ώθησε από το 393 να εμπλακεί σε σημαντικές και ποικίλες έριδες. Έτσι το μικρό βιβλίο ενός Ρωμαίου μοναχού, ονόματι Ιοβινιανός, του έδωσε το έναυσμα για μία σφοδρή αντιπαράθεση και διαμάχη. Ο εν λόγω μοναχός θεωρούσε την παρθενία υπερβολή, υποτιμούσε την πνευματική αξία της νηστείας, ισχυριζόταν ότι οι έγγαμοι, οι χήρες και οι άγαμοι είναι ισότιμοι πνευματικά και ότι όλοι οι άνθρωποι θα συγχωρηθούν κατά την ημέρα της κρίσεως. Ως απάντηση σ’ αυτές τις ακραίες θέσεις ο Άγιος Ιερώνυμος συνέγραψε το σκανδαλώδες για πολλούς έργο «Κατά Ιοβινιανού», στο οποίο τονίζεται η υπεροχή της παρθενίας έναντι του γάμου, ενώ υπερασπίζεται τη νηστεία, απαριθμώντας τις πιο παράξενες διατροφικές συνήθειες των λαών. Η σφοδρή διαμάχη όμως του Αγίου δόθηκε με τον περίφημο Αλεξανδρινό θεολόγο και εκκλησιαστικό συγγραφέα, Ωριγένη, στον οποίο παρόλο που έτρεφε μεγάλο θαυμασμό, συγκρούστηκε σφοδρότατα μαζί του. Αν και ο ονομαστός αυτός θεολόγος με το πλούσιο συγγραφικό έργο διετέλεσε διευθυντής της κατηχητικής σχολής της Αλεξάνδρειας, ίδρυσε νέα σχολή στην Καισάρεια της Παλαιστίνης και σφράγισε την ορθόδοξη θεολογία με όρους που πρώτος αυτός χρησιμοποίησε, όπως τον όρο «θεάνθρωπος», προέκυψαν μέσα από τη διδασκαλία του από αντίδραση προς τον γνωστικισμό διάφορες αιρετικές δοξασίες, οι οποίες προκάλεσαν έντονες συζητήσεις και αντιπαραθέσεις. Έτσι σύμφωνα με τον Ωριγένη η δημιουργία του κόσμου είναι άχρονος και προαιώνιος, οι ψυχές προϋπάρχουν, τα σώματα των νεκρών δεν θα αναστηθούν και τα πνεύματα θα επανέλθουν στην αρχική άυλη κατάσταση. Υποστήριζε επίσης ότι ο διάβολος θα μετανοήσει κάποια ημέρα και θα βρίσκεται στη Βασιλεία των Ουρανών μαζί με όλους τους αγίους, ενώ ερμήνευε αλληγορικά τον Παράδεισο, ισχυριζόμενος ότι το κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση, με το οποίο πλάσθηκε ο άνθρωπος, εξαφανίσθηκε από τον ίδιο τον άνθρωπο μετά την εκδίωξή του από τον Παράδεισο. Γι’ αυτό και όταν το 394 μία ομάδα μοναχών από την Παλαιστίνη με επικεφαλής κάποιον Ατάρβιο πήγε στο μοναστήρι του Αγίου Ιερωνύμου, ζητώντάς του να υπογράψει μία ομολογία πίστεως που καταδίκαζε τις αιρετικές θέσεις του Ωριγένη, εκείνος το έπραξε σε αντίθεση με τον φίλο του, τον Ρουφίνο, ο οποίος με τη συμπαράσταση του επισκόπου Ιεροσολύμων Ιωάννου Β΄ αρνήθηκε να υπογράψει. 

Η κατάσταση όμως οξύνθηκε ακόμη περισσότερο, όταν ο Άγιος Επιφάνιος επίσκοπος Κωνσταντίας της Κύπρου, ο οποίος ήταν πιστά αφοσιωμένος στις αποφάσεις της Α’ Οικουμενικής Συνόδου και σφοδρός πολέμιος του Ωριγένη και των θέσεών του, επισκέφθηκε τα Ιεροσόλυμα επ’ ευκαιρία της εορτής των Εγκαινίων του Πανιέρου Ναού της Αναστάσεως, κατά την οποία προσέρχονταν πολλοί προσκυνητές. Ο φιλοωριγενιστής επίσκοπος Ιεροσολύμων Ιωάννης για να τιμήσει τον επίσκοπο Επιφάνιο του ζήτησε να κηρύξει τον θείο λόγο. Τότε ο Επιφάνιος βρήκε την ευκαιρία και εκφώνησε έναν πύρινο λόγο εναντίον του Ωριγένη, γεγονός που ανάγκασε τον Ιωάννη να στείλει τον αρχιδιάκονό του για να διακόψει την ομιλία του. Μάλιστα εξοργίστηκε σε τέτοιο βαθμό ο Ιωάννης, ώστε κατηγόρησε όλους τους συκοφάντες του Ωριγένη, μεταξύ αυτών και τον Επιφάνιο, αποκαλώντάς τους «ανθρωπομορφίτες». Ο σοφός όμως ιεράρχης της Κωνσταντίας του απάντησε ότι όπως καταδικάζουμε κάθε αίρεση, έτσι πρέπει να καταδικάσουμε και τις απαράδεκτες δογματικές διδασκαλίες του Ωριγένη. Η έκρυθμη αυτή κατάσταση υποχρέωσε τον Επιφάνιο να αναχωρήσει από τα Ιεροσόλυμα και να μεταβεί στη μονή του Αγίου Ιερωνύμου στη Βηθλεέμ, όπου πληροφορήθηκε από τους μοναχούς ότι ο επίσκοπος Ιωάννης είχε απαγορεύσει την τέλεση της Θείας Λειτουργίας στη μονή, αφού και ο ίδιος ο Άγιος Ιερώνυμος δεν είχε το δικαίωμα να ιερουργεί στη Βηθλεέμ. Ο Επιφάνιος δεν έμεινε στη μονή, αλλά προτίμησε, σύμφωνα και με την παραίνεση άλλων, να επιστρέψει στα Ιεροσόλυμα και από εκεί να φύγει για την Κύπρο. Η κατάσταση όμως οξύνθηκε ακόμη περισσότερο, όταν το καλοκαίρι του 394 μετά από μία επίσκεψη μοναχών από τη μονή του Αγίου Ιερωνύμου στο μοναστήρι του Αγίου Επιφανίου στη Βησανδούκη της Παλαιστίνης, ο ίδιος ο Άγιος Επιφάνιος χειροτόνησε τον Παυλιανό, τον αδελφό του Αγίου Ιερωνύμου, διάκονο και κατόπιν ιερέα, για να υπηρετήσει τις δύο μονές στη Βηθλεέμ. Το γεγονός αυτό εξόργισε τον επίσκοπο Ιωάννη, αφού η χειροτονία έγινε χωρίς τη δική του άδεια και συγκατάθεση και αυτό σήμαινε αντικανονική καταπάτηση της εκκλησιαστικής του δικαιοδοσίας. Μάλιστα απείλησε να αποστείλει επιστολές διαμαρτυρίας προς όλους τους επισκόπους, αλλά ο γηραιός επίσκοπος της Κωνσταντίας του απάντησε σε σχετική επιστολή ότι δεν έχει φόβο Θεού και ότι εξακολουθεί να υπερασπίζεται την αίρεση του Ωριγένη. Κατόπιν ο Ιωάννης απαγόρευσε στους μοναχούς και τις μοναχές των δύο μοναστηριών του Αγίου Ιερωνύμου την είσοδο στον ναό της Γεννήσεως, ενώ στερήθηκαν τη λειτουργική ζωή, ακόμα και την είσοδο στα κοιμητήρια των χριστιανών, αλλά και τη συμμετοχή στις βαπτίσεις των κατηχουμένων των μοναστηριών. Η κατάσταση χειροτέρεψε πολύ περισσότερο, όταν ο επίσκοπος Ιωάννης πληροφορήθηκε ότι ο Άγιος Ιερώνυμος μετέφρασε στα λατινικά την επιστολή του Επιφανίου που τον κατηγορούσε ως αιρετικό. Γι’ αυτό και θέλησε να εκτοπίσει τον Ιερώνυμο από την Παλαιστίνη, αλλά η απέλαση δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Στη διένεξη αναμείχθηκε και ο φίλος του Αγίου Ιερωνύμου, ο Ρουφίνος, ο οποίος ως ωριγενιστής και υπερασπιστής του επισκόπου Ιωάννου, ενημέρωσε τον ιερέα Ισίδωρο που ήταν υπέρμαχος της διδασκαλίας του Ωριγένη ότι ο Επιφάνιος και ο Ιερώνυμος κατηγορούσαν τον Ιωάννη ως αιρετικό. Τότε ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Θεόφιλος θέλησε να παρέμβει για να επέλθει ανακωχή. Αρχικά δεν κατέστη εφικτό, αφού οι επιστολές του είχαν σκοπό, οι μεν Επιφάνιος και Ιερώνυμος να αναγνωρίσουν τον Ιωάννη ως επίσκοπό τους, οι δε Ιωάννης και Ρουφίνος να ομολογήσουν την πίστη τους στην ορθοδοξία. Όμως η εκ νέου παρέμβαση του Πατριάρχου Θεοφίλου κατόρθωσε να αλλάξει την κατάσταση και να αρθεί η τιμωρία της ακοινωνησίας για τον Άγιο Ιερώνυμο και τις συνοδείες του, ενώ υπήρξε και συμφιλίωση του Αγίου με τον Ρουφίνο. 

Η εικονική αυτή ειρηνική ατμόσφαιρα δεν κράτησε όμως πολύ, αφού η σύγκρουση των δύο παλαιών φίλων αναζωπυρώθηκε με αφορμή τη μετάφραση από τον Ρουφίνο του έργου «Περί Αρχών» του Ωριγένη, το οποίο θεωρούσε κορυφαίο έργο και συνέχεια της φιλοσοφικής παράδοσης των πραγματειών αναφορικά με τη θεία Πρόνοια. Ο Άγιος Ιερώνυμος του απάντησε, σύμφωνα και με την προτροπή των φίλων του, με μία μετάφραση που αποδείκνυε τις αιρετικές θέσεις της ωριγενικής αίρεσης. Στο μεταξύ η αλλαγή στάσης τόσο από τον πάπα Αναστάσιο όσο και από τον Αλεξανδρείας Θεόφιλο, ο οποίος άρχισε να εκδιώκει τους ωριγενιστές μοναχούς, καταδικάζοντάς τους μάλιστα ως αιρετικούς σε μία σύνοδο, ενθάρρυνε τον Άγιο Ιερώνυμο να συνεχίσει τη διαμάχη του εναντίον του ωριγενισμού. Μάλιστα πληροφορούμενος από τον αδελφό του, τον Παυλινιανό, για την πρόθεση του Ρουφίνου να γράψει εναντίον του, συντάσσει μία απολογία κατά του Ρουφίνου, στην οποία τον καταγγέλλει ως μεταφραστή του Ωριγένη και ασκεί κριτική σε μία πραγματεία του. Απεναντίας ο Ρουφίνος τον κατηγορεί ότι πρόδωσε τη συμφιλίωσή τους και καταγγέλλει ως παρερμηνεία τη μετάφραση του Αγίου Ιερωνύμου στο έργο «Περί αρχών», ενώ τον απειλεί ότι θα αποκαλύψει το αμαρτωλό παρελθόν του. Στις κατηγορίες και απειλές αυτές ο Άγιος απάντησε με πειστικά επιχειρήματα, ενώ την πολεμική του απέναντι στον ωριγενισμό θα συνεχίσει και μετά τον θάνατο του Ρουφίνου το 410 στη Σικελία. 


Παράλληλα όμως με τη συγγραφή αντιαιρετικών έργων εναντίον του Ωριγένη, ασχολήθηκε επισταμένα και με τη μετάφραση της Παλαιάς Διαθήκης, βασιζόμενος στο εβραϊκό κείμενο, ενώ απαντά και σε πολλές επιστολές που έχουν ερμηνευτικό χαρακτήρα. Αξιομνημόνευτη υπήρξε η επιστολή προς τον ιερέα Νεποτιανό, όπου ο Άγιος αναφέρεται στις υποχρεώσεις και την πρέπουσα συμπεριφορά των κληρικών, αλλά και η επιστολή προς τη νύφη της Παύλας, στην οποία αναφέρεται στη σωστή ανατροφή των κοριτσιών, όταν μάλιστα αυτά πρόκειται να ακολουθήσουν τη μοναχική πολιτεία. Όμως ο θάνατος της αγαπημένης πνευματικής του κόρης, της Παύλας, στις 26 Ιανουαρίου του 404, βύθισε τον Άγιο Ιερώνυμο σε τέτοια ψυχική θλίψη, ώστε εγκατέλειψε κάθε συγγραφική δραστηριότητα, αφού ήταν το πιο αγαπημένο και αξιοσέβαστό του πρόσωπο. Παρόλα αυτά συνέγραψε στη μνήμη της επιστολή με τίτλο «επιτάφιος λόγος στην Αγία Παύλα», όπου αναφέρεται στη διαδρομή του βίου της και σε όλα τα γεγονότα της προσωπικής της ζωής, καθώς και στις αρετές που την κοσμούσαν, όπως η ταπείνωση, η μετάνοια και η ελεημοσύνη. Μόλις συνήλθε κάπως από την απώλεια της Παύλας, άρχισε να μεταφράζει διάφορες επιστολές και κυρίως τους κανόνες του Αγίου Παχωμίου βάσει της ελληνικής απόδοσης του κοπτικού κειμένου, ενώ αργότερα θα συνεχίσει τους σχολιασμούς στους διάφορους προφήτες. Την περίοδο αυτή συνέγραψε και ένα σύντομο αντιαιρετικό έργο (Adversus Vigilantium) εναντίον του ισπανού ιερέα Βιγιλανδίου, στο οποίο ο μελετητής θαυμάζει την πειστική αντιαιρετική του επιχειρηματολογία. Ο εν λόγω ισπανός ιερέας σκιαγραφείται ως ένας ακόλαστος αιρετικός, αφού ήταν εναντίον της τιμητικής προσκύνησης και λιτάνευσης των ιερών λειψάνων, ενώ απέρριπτε τη νηστεία, τον μοναχισμό, την παρθενία, την ελεημοσύνη και τις ολονυχτίες. Αλλά η μαχητικότητα του Αγίου εναντίον των αιρέσεων και ο φλογερός του αγώνας για την υπεράσπιση της ορθόδοξης χριστιανικής πίστεως αποδεικνύεται και από τη σφοδρή μάχη που έδωσε κατά της πελαγιανικής αίρεσης, η οποία υποστήριζε ότι τα ανθρώπινα πάθη ξεριζώνονται από την ψυχή από τον ίδιο τον άνθρωπο και τις ενέργειές του και επομένως δεν έχει ανάγκη τη βοήθεια του Θεού. Ως απάντηση στη διδασκαλία των πελαγιανιστών συνέγραψε το αντιαιρετικό έργο «Dialogus adversus Pelagianos», στο οποίο τονίζεται η αναγκαιότητα της χάριτος του Θεού μέσα στη ζωή του αμαρτωλού ανθρώπου, ο οποίος δεν μπορεί να πορευτεί με τη δική του θέληση και με βάση το αυτεξούσιο. Γι’ αυτό και υπερασπίσθηκε τον θεσμό του νηπιοβαπτισμού. Ο αντιαιρετικός του αγώνας συνεχίστηκε με το ίδιο σθένος μέχρι το καλοκαίρι του 416, όταν η αίρεση των πελαγιανιστών καταδικάσθηκε τελικά από τις επαρχιακές συνόδους της Καρχηδόνας και της Milene, ενώ τον Μάιο του 418 καταδικάσθηκε και από μία παναφρικανική σύνοδο. 


Στο μεταξύ την άνοιξη του 416 τα μοναστήρια του Αγίου Ιερωνύμου και της Παύλας δέχθηκαν τη βίαιη επίθεση πανούργων ανθρώπων και καταστράφηκαν, αφού παραδόθηκαν στη λαίλαπα της φωτιάς. Το θλιβερό και απρόσμενο αυτό γεγονός ανάγκασε τον Άγιο να εγκατασταθεί σε άλλο μέρος, ενώ ο αιφνίδιος θάνατος της Ευστοχίας που είχε αναλάβει την ηγουμενία των μοναζουσών μετά τον θάνατο της μητέρας της, της Παύλας, βύθισε για μία ακόμη φορά τον Άγιο σε βαθύτατη θλίψη. Παρόλα αυτά βρήκε το κουράγιο να συνεχίσει τον αγώνα του εναντίον της πελαγιανικής αίρεσης μέχρι τις 30 Σεπτεμβρίου του 420, όπου καταβεβλημένος πλέον από την προχωρημένη ηλικία και τις ασθένειες παρέδωσε το πνεύμα του στον Πανάγαθο Θεό. Μάλιστα σύμφωνα με τη μαρτυρία ανώνυμου προσκυνητού από την Ιταλία που επισκέφθηκε τους Αγίους Τόπους μεταξύ 550 και 570, ο Άγιος Ιερώνυμος είχε σκαλίσει πάνω στον βράχο στην είσοδο του Σπηλαίου της Γεννήσεως στη Βηθλεέμ μία επιγραφή, είχε δε φτιάξει και τον τάφο, όπου επιθυμούσε να τον ενταφιάσουν. Η μνήμη του τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία μας στις 15 Ιουνίου, ενώ προς τιμήν του συντάχθηκαν δύο ασματικές ακολουθίες. Η πρώτη εποιήθη το 1886 από τον μοναχό Νήφωνα και συμπληρώθηκε το 1893 από τον Σιμωνοπετρίτη μοναχό Ιερώνυμο, ενώ εκδόθηκε το 1925 με επιμέλεια του Καθηγουμένου του Ιερού Κοινοβίου Σίμωνος Πέτρας Αρχιμανδρίτου Ιερωνύμου. Η δεύτερη ακολουθία εποιήθη στο Άγιο Όρος από τον αοίδιμο Γεράσιμο Μοναχό Μικραγιαννανίτη, Υμνογράφο της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, και εκδόθηκε το 1969 από τον αείμνηστο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιερώνυμο Α΄ (+15 Νοεμβρίου 1988). Επ’ ονόματι του Αγίου Ιερωνύμου τιμάται ανδρικό ησυχαστήριο στο Αμπελοχώρι Θηβών, το οποίο ιδρύθηκε το 1999 από τον αοίδιμο Αρχιμανδρίτη π. Χρυσόστομο Αγγέλου (+15 Ιουλίου 2009), αλλά και γυναικεία μονή στα Σκούρτα Βοιωτίας, η οποία υπάγεται στην Ιερά Μητρόπολη Νέας Ιωνίας και Φιλαδελφείας. Επίσης εντός του κτιριακού συγκροτήματος του Ιερού Ιδρύματος της Ευαγγελιστρίας Τήνου υπάρχει μικρό παρεκκλήσιο αφιερωμένο στον Άγιο. Πλούσια υπήρξε και η εικονογραφία του Αγίου, ιδιαίτερα στη Δύση, αφού από τον 13ο μέχρι και τον 17ο αιώνα αναρίθμητες είναι οι εικονογραφικές παραστάσεις, οι οποίες άλλοτε τον παρουσιάζουν με τη μορφή μοναχού που συγγράφει, άλλοτε με τη μορφή του καρδιναλίου, άλλοτε από τη θέα του Εσταυρωμένου που κρατά με το αριστερό του χέρι, ενώ με το δεξί να χτυπά το στήθος του με μία πέτρα. Σημαντική θέση στις εικονογραφικές παραστάσεις του Αγίου κατέχει και η απεικόνιση του υποτακτικού λιονταριού.

Αναμφισβήτητα ο Άγιος Ιερώνυμος υπήρξε ο κατ’ εξοχήν άγιος της Αγίας Γραφής και αυτός που επηρέασε τον θεολογικό κόσμο της Δύσης μέσα από το μεταφραστικό και υπομνηματικό του έργο στη Βίβλο. Έχοντας ως πνευματικό του πρότυπο τον Μέγα Αντώνιο και την ασκητική του πολιτεία κατέστη λαμπρός βιβλικός πατήρ της Εκκλησίας με πλουσιότατο και ανεκτίμητο συγγραφικό έργο και με μαχητική αντιαιρετική δράση, υπερασπιζόμενος την αλήθεια της ορθής χριστιανικής πίστεως και ομολογίας που για εκείνον ήταν το κριτήριο για τη σωτηρία του ανθρώπου. Ας αποτελέσει και για τη σημερινή συγκεχυμένη και αλλοπρόσαλλη εποχή μας ένα φωτεινό πρότυπο που θα διδάσκει, θα καθοδηγεί και θα εμπνέει τον άνθρωπο εκείνο που αναζητά εναγωνίως νόημα στη ζωή και την ύπαρξή του μέσα από την αλήθεια της ορθής πίστεως της Εκκλησίας μας.

Αριστείδης Γ. Θεοδωρόπουλος
Εκπαιδευτικός 

Βιβλιογραφία

· Μαρίνη Σπυρίδωνος Ν., Ο Όσιος Ιερώνυμος – Ο υπερασπιστής της Ορθοδοξίας, Εκδόσεις Νεκτάριος Παναγόπουλος, Α΄ Έκδοση, Αθήνα 2011.

Εικόνες
[1] Ο Άγιος Ιερώνυμος. Φορητή εικόνα του 18ου αιώνα στο Βυζαντινό Μουσείο Ζακύνθου.

[2] Ο Άγιος Ιερώνυμος υπήρξε ο κατ'εξοχήν μεταφραστής και ερμηνευτής της Αγίας Γραφής.

[3] Φορητή εικόνα του Αγίου στο τέμπλο του Ιερού Ναού Αγίου Τρύφωνος Παλλήνης Αττικής. Έργο του αγιογραφικού οίκου Γ. Μ. Μανέττα.

[4] Τοιχογραφία του Αγίου δια χειρός Κωνσταντίνου Πανταζή στον Ιερό Ναό Αγίου Ιωάννου Κυνηγού οδού Βουλιαγμένης Αθηνών.

[5] Φορητή εικόνα του Αγίου στον Ιερό Ναό Αγίου Ελευθερίου οδού Αχαρνών Αθηνών. Έργο του αγιογραφείου της Ιεράς Μονής Κοιμήσεως Θεοτόκου Καλαμίου Αργολίδος. 

[6] Το Άγιον Βήμα του παρεκκλησίου του Αγίου στο Ιερό Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου.

[7] Φορητή εικόνα του Αγίου στο ομώνυμο παρεκκλήσιο του Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου.

[8] Ο Άγιος Ιερώνυμος (1661-1663). Έργο του Ιταλού γλύπτη Μπερνίνι Τζιαν Λορέντζο. http://habilisii-habilis.blogspot.gr

[9] Ο Άγιος Ιερώνυμος (1495). Έργο του Γερμανού ζωγράφου Άλμπρεχτ Ντύρερ. http://pointfromview.blogspot.gr/

[10] Το όραμα του Αγίου Ιερωνύμου (1527). Έργο του Ιταλού ζωγράφου Παρμιτζανίνο. http://habilisii-habilis.blogspot.gr/

[11] Ο Άγιος Ιερώνυμος γράφοντας (1606). Έργο του Ιταλού ζωγράφου Καραβάτζιο. http://anemosoyri.blogspot.gr/

[12] Ο Άγιος Ιερώνυμος (1587-1597). Έργο του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου (Ελ Γκρέκο) στη Συλλογή Frick της Νέας Υόρκης. http://www.lifo.gr/

[13] Ο Άγιος Ιερώνυμος (1485-1490) Έργο του Φλωρεντινού εργαστηρίου Σελλάιο Γιάκοπο Ντελ στην Εθνική Πινακοθήκη Αθηνών. http://www.nationalgallery.gr/
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση με την απαραίτητη προϋπόθεση της αναφοράς του συγγραφέα και του ιστοχώρου πρώτης δημοσίευσης http://kallimasia.blogspot.gr

Οι Άγιοι των Καρδαμύλων της αγιοτόκου Χίου (Πόπης Χαλκιά-Στεφάνου)

$
0
0
Στα βορειοανατολικά κράσπεδα της ηρωïκής και μυροβόλου νήσου Χίου – που ευωδιάζει όχι μόνον από το άρωμα των λεμονανθών, των γιασεμιών και των διατσίντων, αλλά κυρίως από το θυμίαμα των Αγίων και Μαρτύρων της – η ιστορική κωμόπολη των Καρδαμύλων ανέδειξε, με μια χρονική απόσταση ενός περίπου αιώνα, δύο φωτεινούς Ααστέρες της Ορθοδοξίας, οι Οποίοι κοσμούν το Πάνθεον των Αγίων της και με τη βιοτή Τους αγίασαν τα μυρωμένα χώματά της.:
(α) τον Όσιον Νικηφόρο τον Χίο ή Καρδαμύλιο (1750 - 1821) και 
(β) τον Όσιον Άνθιμο της Χίου ή Βαγιάνο (1869 - 1960).

Ο ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ Ο ΧΙΟΣ
Ή ΚΑΡΔΑΜΥΛΙΟΣ (1750 - 1821)



Ο Όσιος Νικηφόρος Γεώργιος ή Γιώργος γεννήθηκε στα Καρδάμυλα της Χίου το έτος 1750 από ευσεβείς κι εναρέτους γονείς, από τους οποίους έλαβε χριστιανική ανατροφή και παιδεία. Σε πολύ μικρή ηλικία αρρώστησε από τύφο και κινδύνεψε να πεθάνει. Οι γονείς του τότε τον έταξαν, όταν γίνει καλά, να υπηρετήσει την Παναγία τη Νεαμονήτισσα. Έτσι, όταν η υγεία του μικρού αποκαταστάθηκε, τον αφιέρωσαν στη Παναγία. Προσκολλήθηκε κι εμαθήτευσε κοντά στον αξιοσέβαστο Γέροντα Άνθιμο τον Αγιοπατερίτη.

Από μικρός ο Νικηφόρος - που τη νίκη κατά των αλλοδόξων έφερε το όνομά του - ήταν υπόδειγμα σοβαρού και χρηστού παιδιού. Ήταν ευφυής και επιμελής. Η Αδελφότητα της Μονής, που διέκρινε κι εκτίμησε τα πνευματικά του χαρίσματα τον έστειλε στη φημισμένη τότε Σχολή της πόλεως Χίου, για να μορφωθεί περισσότερο. Εκεί, διδάχθηκε τα Ιερά Γράμματα από τον ιεροδιδάσκαλο Γαβριήλ Αστακάρη και από τον Ιεροκήρυκα Ιάκωβο Μαύρο. Η ιδιαίτερη αγάπη του προς τα Ιερά Γράμματα και η χριστιανική του πίστη τον οδήγησαν κοντά σε δύο μεγάλες μορφές της Παιδείας και της Εκκλησίας την εποχή εκείνη, τον Αθανάσιο τον Πάριο και τον Μακάριο Νοταρά.

Μετά την αποφοίτησή του από την Σχολή της Χίου ο Νικηφόρος επέστρεψε στη Νέα Μονή και χειροτονήθηκε Διάκονος. Παράλληλα προσλήφθηκε από την ίδια Σχολή ως διδάσκαλος, όπου υπηρέτησε αρκετά χρόνια.

Το έτος 1802 κλήθηκε από την πολιτεία να αναλάβει την Ηγουμενεία της Νέας Μονής, γιατί οι Νεαμονίτες μοναχοί που διαχειρίζονταν πλημμελώς τα οικονομικά της Μονής κι επειδή δεν είχαν τη δυνατότητα να πληρώσουν το πρόστιμο των 600.000 γροσίων που τούς επεβλήθη, αναγκάστηκαν να πωλήσουν νεαμονήτικα κτήματα. Αυτό έκανε τους πολίτες να υποπτευθούν κακή διαχείριση των οικονομικών· για τούτο αποτάνθηκαν στον Νικηφόρο, που υπηρετούσε ακόμη τότε στη Σχολή της Χίου, να αναλάβει την Ηγουμενεία της Μονής, με την υποχρέωση να θεσπίσει ετήσιο έλεγχο της μοναστηριακής λογοδοσίας από τη Δημογεροντία.

Παρότι ο Νικηφόρος δεν είχε ποτέ ασχοληθεί με τα οικονομικά, προσπάθησε να συμβιβάσει όλες τις δυσκολίες με μετριοφροσύνη και ευθυκρισία. Ταυτόχρονα δεν παρέλειψε να αναλάβει ο ίδιος την τακτική διδασκαλία των μοναχών, όχι μόνον στα Ιερά Γράμματα, αλλά εφρόντισε και για τη σωτήρια εκπλήρωση των Λόγων του Ευαγγελίου και για την ανύψωση του ηθικού φρονήματος των μοναχών, πρωτίστως με το δικό του ζηλευτό παράδειγμα. Εδίδασκε και εβίωνε όλες τις χριστιανικές αρετές, προσπαθώντας πάντοτε να επιφέρει την αριστείδειο τελειότητα.
Η παλαίφατη Νέα Μονή της Χίου

Καταφύγιο στη Μονή του Ρεστά

Πολύ γρήγορα όμως κουράστηκε από την αγνωμοσύνη του περίγυρου, παρά τους κόπους και τους μόχθους του, και αποχώρησε από την Ηγουμενεία πριν εκπνεύσει η διετής θητεία του.

Ιδεολόγος και οραματιστής ο Νικηφόρος δε μπορούσε να κάνει συμβιβα-σμούς στην πίστη και στα καθήκοντα του· δε μπορούσε να διοικήσει το τα-ραγμένο από τις θύελλες και καταιγίδες σκάφος της Μονής.

Έτσι, δραπετεύει από τις επάλξεις της Μονής και καταφεύγει στο δικό του απάνεμο λιμάνι της αρετής. Εγκαταβιώνει στη Μονή του Αγίου Γεωργίου του Ρεστά, όπου παραμένει εκεί επί μία εικοσαετία με συμμοναστές τον Ιωσήφ από τα Άγραφα, τον Νείλο τον Καλόγνωμο και πολύ μετέπειτα με τον Αθανάσιο τον Πάριο. 

Στη Μονή του Ρεστά ο Νικηφόρος ασχολείται τώρα με το κτήμα, που το βελτιώνει, φυτεύει πεύκα και ελαιόδενδρα, συκιές και κυπαρίσσια· κι επειδή το χώμα είναι καλό και το μέρος υπήνεμο με άφθονο νερό, δημιουργεί φυτώριο. Από εκεί περιέρχεται τα χωριά και μοιράζει δενδρύλια στους χωρικούς, προτρέποντάς τους στη δενδροφυτεία και δίνοντας ευχές και ιδιαίτερες ευλογίες σε όσους φυτεύουν καινούργια δένδρα. Ακόμη, για να δώσει κίνητρα για τη δενδροφύτευση, πωλεί τα πατρικά του κτήματα στα Καρδάμυλα και μοιράζει τα χρήματα αυτά ως αμοιβή σε όσους φυτεύουν ελαιόδενδρα, όχι μόνον στη γενέτειρά του, αλλά και σε άλλα χωριά του νησιού. 

Η Παράδοση αναφέρει ότι, όταν κάποτε ένας χριστιανός πήγε στον Ιερομόναχο Νικηφόρο να εξομολογηθεί και τού εμπιστεύθηκε ότι λόγω ασθενείας δε μπόρεσε να νηστέψει τις αναγκαίες ημέρες της νηστείας, ο θεοσέβαστος εξομολόγος τού επιβάλει «αντί της κανονικής νηστείας και των γονυκλισιών να φυτέψη ελαιόδενδρα». Αυτά ήταν τις περισσότερες περιπτώσεις τα επιτίμια των εξομολογουμένων. Τη δενδροφύτευση ελαιών και πευκών όριζε ως «Κανόνα» για τις αμαρτίες των χριστιανών, ώστε η ενέργειά τους αυτή να αποβαίνει ευεργέτημα για την πατρίδα.

Ο Ηγούμενος Νικηφόρος είναι ακόμη ακούραστος σε έργα κοινωνικής αγάπης και συμπαράστασης στον σκληρά χειμαζόμενο από τον κατακτητή λαό. Πολύ τακτικά επισκέπτεται την πόλη της Χίου ή περιέρχεται τα χωριά, για να κηρύξει τον Λόγο του Θεού και να στεγνώσει τα δάκρυα των απελπισμένων. Με την ακατάβλητη αγάπη του στηρίζει τους πιστούς, βοηθεί τους ασθενείς, συντρέχει τους πονεμένους και αναξιοπαθούντες, ελεεί τους φτωχούς με τα χρήματα που κατά κατά καιρούς συγκεντρώνει, ενώ ο ίδιος παραμένει πάντα φτωχός· γιατί παραδειγματικά περιφρονεί τα μάταια και πρόσκαιρα αγαθά του κόσμου τούτου· γιατί ο ίδιος ζει βίον «απράγμονα και λιτόν», χωρίς ποτέ να έχει ούτε αγρόν, ούτε υποζύγιον δικό του· βιώνει απαρέγκλιτα τον ευαγγελικό τρόπο βοήθειας «μη γνώτω η αριστερά σου τι ποιεί η δεξιά σου»· όπως ευαγγελική είναι και ζωή του. Ζει μόνο με την ελπίδα του Ουρανού.

Επισκευάζει, ακόμη, το ερημητήριό του στα Ρεστά και το μετατρέπει σε κέντρο αγιότητας και φιλεσπλαχνίας, όπου καθημερινά πλήθος ευσεβών προσκυνητών συρρέει, για να εξομολογηθεί, να ζητήσει βοήθεια και να ακούσει τα ρήματα του Θείου Λόγου από το στόμα τού σεβάσμιου ιερέα. Στον μεγάλο ασκητή και φιλάνθρωπο Νικηφόρο προστρέχουν σε περίοδο παρατεταμένης ανομβρίας οι συμπατριώτες του Καρδαμύλιοι, για να τον παρακαλέσουν να προσευχηθεί στον Εξουσιαστή του Σύμπαντος να τούς λυπηθεί και να στείλει την ευεργετική βροχή· και με τις παρακλήσεις του αγιασμένου Πατέρα ανοίγουν οι κρουνοί του Ουρανού. 

Το συγγραφικό του έργο 

Ζηλωτής των λογίων της εποχής του Μακαρίου του Νοταρά και Αθανασίου Παρίου, εργάζεται άοκνα στον Αμπελώνα του Κυρίου, διδάσκοντας και διαφωτίζοντας το διψασμένο ποίμνιό του. Ομοίως και το συγγραφικό του έργο υπήρξε σημαντικό. Πολύτιμη είναι η προσφορά του μέσα από το βιβλίο που τελειώνει και εκδίδει το 1804, στο οποίο αναφέρεται η ιστορία της Νέας Μονής με πολύ καλή περιγραφή του Καθολικού και η Ακολουθία των Αγίων Πατέρων, Νικήτα, Ιωάννη και Ιωσήφ. Το βιβλίο εκδίδεται στη Βενετία με έξοδα της Νέας Μονής. 

Το έτος 1819 εκδίδει στη Βενετία το «Νέο Λειμωνάριο» με τους βίους των Νεομαρτύρων Αγίων, Θεοφίλου, Μάρκου του Νέου, Αγγελή, των γυναικών Αγίων Μαρκέλλας και Ματρώνας, άλλων Χίων Αγίων και των Αγίων που διέλαμψαν στο νησί με Χαιρετισμούς, Ασματικές Ακολουθίες, Ύμνους και Ιδιόμελα. Στο Αξιολογώτατο αυτό πόνημα του Νικηφόρου, που παρέλαβε ημιτελές από τον Μακάριο τον Νοταρά και ολοκλήρωσε ο ίδιος, φαίνεται με σαφήνεια και ένθερμο ενθουσιασμό η άμετρη αγάπη του προς την Εκκλησία και το σκλαβωμένο Γένος.

Στο υπ'αριθμό 233 Κώδικα της Βιβλιοθήκης Καλύβα σώζεται η «Ακολουθία του εν Αγίοις πατρός ημών Μακαρίου Αρχιεπισκόπου Κορίνθου πονηθείσα παρά του Νικηφόρου του Χίου».

Ανεκτίμητη υπήρξε η φιλοπονία του Νικηφόρου, με την οποία σύναξε και διατήρησε τα κειμήλια της Νέας Μονής και τα χρυσόβουλλα των αυτοκρατόρων, που με τα πενιχρά του μέσα κατέγραψε, ώστε να φθάσουν μέχρι τις ημέρες μας. Για την εργασία αυτή είχε ως πολύτιμο βοήθημα τη βιογραφία των τριών Πατέρων της Μονής Νικήτα, Ιωάννη και Ιωσήφ, που ήταν γραμμένη σε παλαιά γλώσσα, χωρίς να αναφέρεται ο συγγραφέας της βιογραφίας. Αυτό το πόνημα του Νικηφόρου διασκεύασε και συμπλήρωσε ο νεαμονίτης Χίος μοναχός Γρηγόριος ο Φωτεινός στα «Νεαμονήσια» το 1865.

Ωστόσο, παρά τα πολλά χρόνια που συσωρεύτηκαν στο ασκητικό σώμα του αγαθού λευΐτη του Κυρίου, ο ακαταπόνητος Νικηφόρος συνεχίζει τις ιεραποστολικές του περιοδείες στα χωριά του νησιού. Μια σύντομη και αδιευκρίνιστη ασθένεια τον κατέλαβε κατά την επιστροφή του από μια περιοδεία, ενώ είχε σταματήσει στο σπίτι της αδελφής του Μπουκεμέλαινας στα Γναφαριά της Αγίας Παρασκευής, κοντά στη θάλασσα. Εκεί, παρέδωσε ειρηνικά το πνεύμα του στον Πλάστη και Δημιουργό, που με τόση αφοσίωση και αγάπη υπηρέτησε ολόκληρη τη ζωή του την 1η Μαΐου του έτους 1821. Κατά άλλη εκδοχή ο Όσιος «εκοιμήθη» το θέρος του 1820. 

Το σεπτό Λείψανό του μεταφέρθηκε και τάφηκε στη Μονή του Ρεστά, εκεί όπου προηγουμένως αναπαυόταν ο διδάσκαλος Αθανάσιος ο Πάριος.

Μετά από προειδοποίηση με όνειρο στον μοναχό Αγαθάγγελο γίνεται η Ανακομιδή των Ιερών Του Λειψάνων, τα οποία μεταφέρθηκαν αρχικά στη Μητρόπολη της πόλεως Χίου από τον Μητροπολίτη Χίου Σωφρόνιο τον Βυζάντιο (1839-1855) και μετέπειτα Πατριάρχη Αλεξανδρείας. Μετά από πολλά χρόνια η Συντεχνία Βυρσοδεψών Χίου, στην οποία ο Ναός και το κτήμα του Ρεστά ανήκει, τοποθέτησαν και φύλαξαν με βαθύτατο σεβασμό κι αγάπη τα Λείψανα του Οσίου σε κλειστό κιβώτιο στο Άγιο Βήμα του Αγίου Γεωργίου του Ρεστά..

Από την Παράδοση είναι γνωστό ότι ο Ιερομόναχος Νικηφόρος ήταν μετρίου αναστήματος, χλωμός την όψη, μειλίχιος, με μεγάλα μάτια και πλούσια γένια.

Ο Όσιος Νικηφόρος υπήρξε ιδεώδης τύπος λογίου μοναστού, που καθοδήγησε τον λαό της Χίου στην πνευματική ζωή με την άφθαρτη λαμπάδα της χριστιανικής του πίστης και τον φώτισε, με το ιεραποστολικό και συγγραφικό του έργο, που χωρίζεται σε ιστορικό και υμνολογικό, ώστε να μην τον καταλάβει το σκότος της λήθης. Διήνυσε τη ζωή του με νηστεία, προσευχή και μελέτη. Πρωτοστάτησε σε κάθε κοινωφελή και φιλάνθρωπη δράση. Φρόντισε η ζωή του στη γη να είναι χρήσιμη και ωφέλιμη. Υπήρξε ευλογημένος μεταξύ των συμπατριωτών του και στήριγμα της Εκκλησίας. Έπραξε ό,τι έπραξαν όλοι οι Ιεράρχες σε ευρύ κύκλο. Αποχώρησε πολύ ενωρίς από τη κοσμική δόξα, αγκυροβολώντας στο ασφαλές λιμάνι της πίστης και της παιδείας. Από τον Θεό αντλούσε ακατάβλητη δύναμη κι επανερχόταν στους ανθρώπους, για να ενστα-λάξει στις καρδιές τους το χριστιανικό βάλσαμο και το κύρος της αγιοτάτης ζωής του. Καταξιώθηκε στις συνειδήσεις των πιστών και με τα θαύματα που ακόμη και εν ζωή επετέλεσε.

Η Εκκλησία τίμησε τον ασκητή και μεγάλο αγωνιστή της πίστης μας για την ασκητική βιοτή Του και τη θεάρεστη προσφορά Του και Τον κατέταξε στους Οσίους. Η μνήμη Του τιμάται την 1η Μαΐου. Ανάγλυφη μαρμάρινη λάρνακα με σιδερένιο κιγκλίδωμα κατασκεύασε η Συντεχνία Βυρσοδεψών Χίου, που Τον τιμά ιδιαίτερα και Τον θεωρεί Προστάτη της. 

Πρώτος Ναός του Οσίου Νικηφόρου του Χίου ή Καρδαμύλιου ή Νεαμονήσιου ανεγέρθηκε στη γενέτειρά του, τα Καρδάμυλα, από τις εισφορές των Καρδαμυλίων της Αμερικής. 

Βιβλιογραφία :Ν. Χιακόν Λειμωνάριον, επιμ. Γεραζούνη Χριστοφόρου, 1930 σελ.197-204. Ν. Χιακόν Λειμωνάριον Μίχαλου Αμβροσίου,1992, σελ. 255-260. Θρησκευτ. & Ηθική Εγκυκλοπαι8εία, τόμ. 9, σελ. 478. Γενικ. Παγκόσμιος Εγκυκλοπαιδεία, τόμ. 10, σελ. 510. Χιακόν Αγιολόγιον εκ του Ημερολογίου της Ιεράς Μητροπόλεως Χίου 1990. Μέγας Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Ματθαίου Λαγγή Αθήναι 1999, τόμ.Ε΄, σελ.55-63. Ανδρεάδου Ιωάννου, Αρχιμ. Ιστορία της εν Χίω Ορθοδόξου Εκκλησίας. Ζολώτα Γεωργίου, Ιστορία της Χίου, τόμ.3 μέρ. Α σελ. 549-552. Λάμπρου Σπυρίδ. Νέος Έλληνομνήμων, ΙΣΤ', σελ. 468. Ρεtit Louis, Bibliograghies des Acolouthies Grècques, σελ. 207-208. Σωφρονίου πρ. Λεοντοπόλεως, Αγιολόγιον της Ορθοδόξου Εκκλησίας σελ. 355-356.Τρεχάκη Κυρίλλου, Ακολουθία Οσίου Νικηφόρου. Χαλκιά- Στεφάνου Πόπης, Οι Άγιοι της Χίου, Αθήνα ΕΠΤΑΛΟΦΟΣ, σελ.183-194. Χωρεάνθη Κώστα, Χίος- Ημερολόγιο 1972.

Ο ΑΓΙΟΣ ΑΝΘΙΜΟΣ ΤΗΣ ΧΙΟΥ (1869-1960)


Από τα Καρδάμυλα καταγόταν το χαρισματικό παιδί που γεννήθηκε την 1η Ιουλίου του 1869 και ως φωτεινός αστέρας διέλαμψε στο ουράνιο στερέωμα της Ορθοδοξίας.

Οι γονείς του ο Κωνσταντίνος και η Αγγεριώ ήταν άνθρωποι ευσεβείς και ενάρετοι. Στο τρίτο και υστερότοκο παιδί τους - μετά τον Νικόλαο και την Καλλιόπη - έδωσαν το όνομα Αργύριος, που καταξιώθηκε από βρέφος ακόμη της Θείας Χάριτος. Σύμφωνα με μαρτυρία των δικών του έβλεπαν επάνω από την κλίνη του μικρού, μέσα από ελλάμψεις Θείου Φωτός, τη Θεοτόκο να σκεπάζει το παιδί με βασιλική πορφύρα.

Δεν είναι γνωστό, γιατί ο μικρός Αργύριος δεν έμαθε περισσότερα γράμματα από εκείνα του δημοτικού σχολείου. Αναμφισβήτητο, πάντως, είναι ότι έζησε και ανδρώθηκε με τον απόηχο των μεγάλων σφαγών του νησιού από τους Τούρκους και με ένα Χριστιανισμό, ζυμωμένο από το αίμα και τους ασκητικούς αγώνες μεγάλων μορφών και Αγίων που ελάμπρυναν και αγίασαν τη μυροβόλο Χίο· και φυσικό ήταν να τον επηρεάσουν.

Από την παιδική του ηλικία ο Αργύριος ασκούσε τον εαυτόν του στη νηστεία και την προσευχή. Όταν μεγάλωσε αποφάσισε να γίνει μοναχός. Για τον σκοπό αυτό αποτάνθηκε στον Γέροντα Παχώμιο, Ηγούμενο της Σκήτης των Αγίων Πατέρων, ο οποίος υπήρξε και πνευματικός καθοδηγητής του Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως. Ο πνευματικός του, εκτιμώντας ιδιαίτερα τον ενάρετο βίο του, τον διόρισε σε ηλικία είκοσι ετών μικρόσχημο μοναχό και τον μετονόμασε από Αργύριο σε Άνθιμο, για να ευωδιάζει με την πνευματική ευωδία από τα ωραία άνθη των αρετών του.

Για την οξύνοια και ευστροφία του, τού ανατέθηκε η επιστασία της οικοδόμησης της Ι.Μονής των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στο Φραγκοβούνι. Ο υπέρμετρος όμως ζήλος του μαζί με την εξαντλητική νηστεία και άσκηση εξασθένησαν τόσο πολύ τον νεαρό μοναχό, ώστε αρρώστησε βαρειά. Χρειάστηκε, για περισσότερη θεραπεία και άσκηση, να επιστρέψει στο πατρικό του σπίτι, στα Λιβάδια.

Μεγαλόσχημος μοναχός χειροτονήθηκε από τον διάδοχο του Ηγουμένου Παχωμίου, τον Ανδρόνικο Καραβάνα στις 25 Ιουλίου 1909 σε ηλικία 40 ετών. Προστάτιδα και καταφυγή του πάντοτε ο μοναχός Άνθιμος είχε την Εικόνα της Παναγίας της Βοηθείας, την οποία παρέλαβε από την μητέρα του κι εκείνη από την δική της και την οποία ποτέ δεν αποχωριζόταν.

Με την πάροδο του χρόνου ο ενάρετος βίος του μοναχού και η θαυματουργή Εικόνα της Θεοτόκου έγινε ο τόπος προσφυγής κάθε πονεμένου. Μπροστά στην Ιερή Εικόνα της Παναγίας της Βοηθείας απέθεταν οι πιστοί τον πόνο τους. Με τις νουθεσίες του μοναχού Ανθίμου φρονιματίζονταν, μετανοούσαν, ανακούφιζαν την ψυχήν τους, μάθαιναν να προσεύχονται και να αγωνίζονται κατά των παθών και των δαιμόνων. Στη συνέχεια όμως ζητούσαν να εξομολογηθούν. Αλλά ο Άνθιμος δεν είχε ιερωσύνη, ώστε να μπορεί να τελεί το Μυστήριο της Εξομολογήσεως. Και επειδή οι γραμματικές του γνώσεις ήταν φτωχές και επειδή αγνοούσε τη γλώσσα της Εκκλησίας, ο Μητροπολίτης Χίου, Ιερώνυμος Γοργίας (1908-1931) δεν ανταποκρίθηκε στις επίμονες προσπάθειες του φιλόχριστου λαού της Χίου, που υποστήριζε ότι μια τέτοια χαρισματική φυσιογνωμία δεν έπρεπε να μένει απλός μοναχός. 

Ιερέας χειροτονείται στη Σμύρνη 

Οδηγούμενος από Θεία Οικονομία ο μοναχός Άνθιμος πηγαίνει τους πρώτους μήνες του 1910 στο Αδραμύττι της Σμύρνης, για να μάθει γράμματα. Εκεί έχει την τύχη να αναλάβει, κατά προτροπή της Καρδαμυλίτισσας εξαδέλφης του Λουκίας Διοματάρη, την προετοιμασία του ο έμπειρος και σοφός διδάσκαλος Καρακατσάνης. Έπειτα με εντολή του Μητροπολίτη Εφέσου ο μοναχός Άνθι-μος χειροτονείται Ιερέας στη Σμύρνη από τον βοηθό Επίσκοπο Δηλανά. Τη χειροτονία του επισφράγιζει η Θεïκή Παρουσία. Τη στιγμή που το εκκλησίασμα απαντά «Άξιος» ένας δυνατός σεισμός τραντάζει συθέμελα τον Ναό και την περιοχή. Ο ουρανός μαυρίζει και το σύμπαν αναστατώνεται. Με την ταλάντωση των καντηλιών, μια καντήλα πέφτει μπροστά στα πόδια του νεοχειροτονηθέντος Ανθίμου. Και τότε, μεμιάς, όλα σταματούν. Την κοσμοχαλασιά διαδέχεται η σιωπηλή γαλήνη. Και ο παπα - Άνθιμος κλαίει. Ο Θεός επιδοκιμάζει τη χειροτονία του!

Μετά από παραμονή ενός χρόνου στον τόπο που χειροτονήθηκε αποφασίζει να επισκεφθεί, για περισσότερη γνώση και ψυχική ωφέλεια, τα ιερά προσκυνήματα του Αγίου Όρους. Στον αγιασμένο αυτόν τόπο, επιλύει τις απορίες του για την εκκλησιαστική και μοναστική ζωή και αυξάνει τον πνευματικό του πλούτο. Με την επιστροφή στη γενέτειρά του προσφέρει την αγάπη του στους αδελφούς που μαστίζονται από τη φοβερή λέπρα. Στο Ναό του Λεπροκομείου Χίου Άγιος Λάζαρος ο νεαρός Λειτουργός του Υψίστου τελεί τώρα τη Θεία Λειτουργία και προσπαθεί να απαλύνει τον πόνο των ασθενών. Στοργικά σκύβει με τη Χάρη του Θεού στο προσκέφαλό τους, καθαρίζει τις δυσώδεις πληγές τους, συζητεί μαζί τους και συντρώγει σε κοινή τράπεζα δίπλα τους. Κι εκείνοι, οι πολυάριθμοι λεπροί του Ιδρύματος, βρίσκουν στο πρόσωπό του τον στοργικό πατέρα, τον προστάτη τους, που τούς αγκαλιάζει με αγάπη κι αφοσίωση. Γίνεται πρότυπο διακονίας και θυσίας προς όλους. Εφαρμόζει με ακρίβεια στη ζωή του το Ευαγγέλιο του Χριστού. Κι ευγνωμονεί τον Θεό για τις πολύτιμες ευεργεσίες Του.. 

Έτσι, πολύ γρήγορα το Λωβοκομείο, όπως συνηθιζόταν να λέγεται τότε το Λεπροκομείο Χίου, με την ακούραστη συνεργασία και την προσωπική εργασία του παπα - Ανθίμου επικρατεί η οργάνωση και η τάξη. Από τόπον οδύνης μεταβάλλεται σε ήρεμο Παράδεισο, όπου μόνον Ύμνοι και Ψαλμωδίες ακούγονται. Οι συμβουλευτικοί και σοφοί λόγοι του ιερέα Ανθίμου σκορπίζουν φως και αισιοδοξία. Οι κατανυχτικές Λειτουργίες του στο Ναό του Ιδρύματος αναπαύουν, ευφραίνουν τους ασθενείς, τούς φέρνουν ψυχική ανάταση κι ελπίδες, τούς οδηγούν κοντά στο Θεό. Πολλοί μεταλαμβάνουν τακτικά. Άλλοι ενδύονται το μοναχικό σχήμα, όπως ο εκ Κρήτης Νικηφόρος Τζανακάκης που μετέπειτα αγίασε, ο Όσιος Νικηφόρος ο Λεπρός, ο Άγιος των Λεπρών.

Το Λωβοκομείο της Χίου γίνεται τώρα κέντρο όλων των χανσενικών όχι μόνο του νησιού, αλλά και της ευρύτερης περιοχής και της Ελλάδας· κέντρο όχι μόνον για τη θεραπεία του σώματος, αλλά και της ψυχής· γιατί το «παπαδάκι του Λωβοκομείου», όπως τον αποκαλούσαν, θεράπευε πρώτα τη ψυχική λέπρα.

Στον μεγάλο αγώνα του για τον ανθρώπινο πόνο ο παπα-Άνθιμος καταφεύγει πάντοτε στην Εικόνα της Παναγίας της Βοηθείας. Γονατίζει μπροστά Της και προσεύχεται μέρα και νύκτα. Ζητεί τη συμπαράσταση κι ενίσχυσή Της για το δύσκολο έργο του.

Πολλοί ασθενείς στον πατέρα Άνθιμο καταφεύγουν για τη θεραπεία πολλών νοσημάτων. Κι εκείνος ακούει πρόθυμα τον πόνο τους και χρησιμοποιεί τις εμπειρικές του γνώσεις από την πλούσια χλωρίδα της Χίου. Όταν όμως τύχαιναν περιπτώσεις που ξέφευγαν από τα γνωστά του γιατροσόφια, μαζί με τις ευχές και τα σταυρώματα, έστελνε ο ίδιος τους αρρώστους στους ειδικούς γιατρούς, δίνοντάς τους πολλές φορές και χρήματα για την επίσκεψη Πολύ συχνά έδινε ακόμη χρήματα και για την αγορά φαρμάκων. Εργάζεται άοκνα για το ποίμνιό του. Συντρέχει σε κάθε πονεμένο που χρειάζεται βοήθεια. Επισκέπτεται φυλακισμένους, εξομολογεί, ιερουργεί, ελεεί πτωχούς, ανακουφίζει τον πόνο. Συμβουλεύει με την αγάπη και τις νουθεσίες ακόμη και γραπτώς τους χριστιανούς σε όλα τα μέρη του κόσμου. 

Διακαής ο πόθος του για ανέγερση Μονής 

Ο Ιερομόναχος Άνθιμος εγνώριζε ότι τα μοναστήρια αποτελούν την καρδιά της Ορθοδοξίας. Από νεαρής ηλικίας είχε οραματισθεί την ίδρυση Μονής. Για να στεγάσει τις μοναχές που ξεριζώθηκαν με τον μικρασιατικό διωγμό του 1914 και του 1922 αποφάσισε να πραγματοποιήσει το όραμά του. Προπάντων όμως ήθελε να αποθησαυρίσει την θαυματουργή Εικόνα της Παναγίας της Βοηθείας, την οποία στο διάστημα αυτό είχε ασημοστολίσει και χρυσοστολίσει. 

Μετά από αναρίθμητες δυσκολίες για την εξεύρεση χώρου και την έκδοση της αδείας της οικοδομής τελεί ο ίδιος τον Αγιασμό των θεμελίων της Μονής στις 19 Φεβρουαρίου του 1928, λίγα χιλιόμετρα βορείως της πόλεως της Χίου.

Με ένθεο ενθουσιασμό και ζήλο στέκεται κοντά του ο ευσεβής χιακός λαός και βοηθεί με όλες του τις δυνάμεις αυτή την προσπάθεια τού πατέρα Ανθίμου. Άλλοι τού προσφέρουν τον πενιχρό οβολό τους· πλούσιοι ευπατρίδες δίνουν τις δικές τους εισφορές και άλλοι τον ιδρώτα της εργασίας τους. Άνδρες και γυναίκες εργάζονται ακούραστα, ακόμη και τις Κυριακές και τις Αργίες. Οι μοναχές γεμάτες χαρά, αποθέτουν για το κτίσιμο της Μονής όλη τη χρηματική τους περιουσία και ταυτόχρονα εργάζονται σαν φιλόπονες μέλισσες, μεταφέροντας πέτρες, κοσκινίζοντας χώμα και σβήνοντας λάσπη. 

Κάποια εμπόδια που παρουσιάζονται στην πορεία από την ασέβεια μερικών ανθρώπων, ξεπερνούνται με τη βοήθεια της Υπεραγίας Θεοτόκου, την αμετάβλητη δύναμη της ψυχής του Ιερομονάχου και την ακλόνητη πίστη του. 

Η Μονή, καστρομονάστηρο πραγματικό, με την καθοδήγηση και προστασία της Υπεραγίας Θεοτόκου, περατώθηκε μέσα σε δύο χρόνια. Εκτός από το περικαλλές βυζαντινού ρυθμού Καθολικό που βρίσκεται στο μέσον των κτισμάτων, στο συγκρότημα των οικοδομημάτων, που υπάγονται στη Μονή, ανήκει μεγάλος αριθμός κελλιών, ευμεγέθης τραπεζαρία, μαγειρείο, ξενώνες, εργαστήρια, νοσοκομείο, φούρνος, αποθήκες, βοηθητικοί χώροι.

Ιερός Παρθενών Παναγίας Βοηθείας

Στις 30 Μαρτίου του 1930 με κατανυχτική τελετή τοποθετείται πανηγυρικά, όπως ταιριάζει στη Βασίλισσα των Ουρανών, στο Καθολικό της Μονής η Εικόνα της Παναγίας της Βοηθείας.

Και τότε, μετά από είκοσι χρόνια διακονίας στο Λωβοκομείο Χίου ο Ιερομόναχος Άνθιμος αποχωρεί από αυτό κι εγκαταβιώνει στη Μονή που έκτισε. Το Μοναστήρι αφιερώνει στην Υπεραγία Θεοτόκο. Το ονομάζει «Ιερός Παρθενών Παναγίας της Βοηθείας». 

Και τότε μετά από είκοσι χρόνια διακονίας στο Λωβοκομείο Χίου ο Ιερομόναχος Άνθιμος αποχωρεί από αυτό κι εγκαταβιώνει στη Μονή που έκτισε. Τα Μοναστήρι αφιερώνει στην Υπεραγία Θεοτόκο. Το ονομάζει « Ιερός Παρθενών Παναγίας της Βοηθείας».

Το Μοναστήρι λειτούργησε με κοινοβιακό σύστημα. Η πρώτη Ηγουμένη Ευπραξία Γλύκα φροντίζει τις μοναχές, ώστε παράλληλα με την προσευχή, τη νηστεία και τις αγρυπνίες να εργάζονται και στα εργαστήρια της ζωγραφικής, της πλεκτικής, της ραπτικής, του κεντήματος και της υφαντουργίας. 

Κι εδώ, ο Ιερός Παρθενών της Παναγίας της Βοηθείας γίνεται το πνευματικό καταφύγιο «πάσης ψυχής θλιβομένης»· το αληθινό λιμάνι στις τρικυμίες του βίου και άγκυρα ελπίδας. Πλήθος πιστών συρρέουν καθημερινά στη Μονή, για να ζητήσουν τη βοήθεια της Παναγίας. Κάθε κουρασμένος στρατοκόπος της ζωής στο Μοναστήρι της Παναγίας τρέχει και από τον πατέρα Άνθιμο ζητεί την Ευλογία Της. Κι εκείνος προσφέρει απλόχερα, σε όλους, χριστιανούς και Τούρκους και Εβραίους, την πνευματική και υλική του στήριξη. Όλους τούς δέχεται και τούς φροντίζει με την ίδια φροντίδα και αγάπη, για να τούς οδηγήσει στο δρόμο της αρετής.

Ο Ιερομόναχος Άνθιμος είναι ακόμη και φλογερός πατριώτης. Δεν έζησε μόνο τη φοβερή τυραννία της τουρκοκρατίας· δεν αγωνίσθηκε μόνο για το βασανισμένο Γένος, αλλά συμμετείχε και στον αγώνα της Ελλάδας κατά του Γερμανού κατακτητή τα έτη 1940-1944. Εμψυχώνει και στηρίζει ακόμη και με δικές του δυνάμεις τους στρατευμένους και τούς παρέχει οικονομική ενίσχυση και συμβουλές άλλοτε με την παρουσία του και άλλοτε με επιστολές. Προπάντων όμως βρίσκεται κοντά στους πολεμιστές με τις δεήσεις και τις ικεσίες του στην Υπέρμαχο Στρατηγό.

Το φωτεινό αστέρι φτερουγίζει στον ουρανό

Επί επτά δεκαετίες η αγιασμένη μορφή του αγιασμένου λευΐτη Ανθίμου εκάλυψε με την πνευματική του παρουσία τη νήσο Χίο. Στο διάστημα αυτό, όπως ο ίδιος εξομολογήθηκε, ούτε ψωμί εχόρτασε, ούτε ύπνο, χαρακτηριστικό δείγμα του ανθρώπου που έβαλε σκοπό στη ζωή του να δίνει, να δίνει χωρίς να παίρνει.

Τώρα, πλέον, χρόνος πολύς συσσωρεύτηκε στο ασκητικό του σώμα. Η μακροχρόνια αρρώστεια του έφτασε στο απροχώρητο. Εδώ και χρόνια ο θεράποντας ιατρός της Μονής δηλώνει ότι Ανωτέρα Δύναμις τον συγκρατεί στη ζωή. Το πρωί της 27ης Ιανουαρίου του 1960, υποβασταζόμενος και με δυσκολία, καταφέρνει να προσέλθει στον Ναό και να κοινωνήσει των Αχράντων Μυστηρίων. Στην 1η Φεβρουαρίου του 1960 καλεί τις μοναχές στο κελλί του και, αφού ζητεί συγχώρεση από όλες, τις ευχαριστεί που δέχθηκαν να μείνουν κοντά του, τούς δίνει συμβουλές και τις παρακαλεί να είναι αγαπημένες, να σέβονται τη Μονή και να προσεύχονται για την αμαρτωλή ψυχή του. 

Από κείνη την ώρα ο Γέροντας Άνθιμος μένει στο κρεββάτι του, υποφέροντας βαρειά από το νόσημά του. Ο ευσεβής χιακός λαός πληροφορείται με θλίψη την ασθένεια του Γέροντα της Μονής της Παναγίας της Βοήθειας. Ευθύς, ένας μεγάλος αριθμός κληρικών και λαïκών τρέχει κοντά του, για να τού συμπαρασταθεί και να πάρει την Ευλογία του. 

Στις 13 Φεβρουαρίου ο Μητροπολίτης Χίου Παντελεήμων Φωστίνης τελεί στη Μονή Ευχέλαιο για τον ασθενούντα Γέροντα. Κατά την αναχώρησή του ο πατέρας Άνθιμος, που έβλεπε το τέλος του να έρχεται, τού λέγει: «Φεύγω, εύχεσθε υπέρ εμού».

Στις 15 Φεβρουαρίου του 1960, πριν ακόμη ο ήλιος ανατείλει ο Φωστήρας, ο Ποδηγέτης Γέροντας Άνθιμος παραδίδει το Πνεύμα του στα χέρια τού Θεού σε ηλικία 91 ετών. 

Το φωτεινό αστέρι που φτερούγισε στους ουράνιους αιθέρες και κατατάχθηκε στα παραδείσια σκηνώματα της Θριαμβεύουσας Εκκλησίας τίμησε η Στρατευομένη και κατεχώρησε με απόφαση του Οικουμενικού Πατριάρχου Βαρθολομαίου Α΄ στους Οσίους. Ημέρα μνήμης και τιμής τού Οσίου Ανθίμου η 15η Φεβρουαρίου.

Η φήμη του Οσίου Ανθίμου του Χίου γρήγορα με τα θαύματα που επιτέλεσε και επιτελεί ξεπέρασε τα όρια του νησιού του, τα όρια της Ελλάδος, απλώθηκε στα πέρατα του κόσμου, από όπου συρρέουν πλήθη πιστών, για να Τον προσκυνήσουν και να ζητήσουν τη βοήθεια και μεσιτεία Του προς την Υπεραγία Θεοτόκο.

Στο νησί Του, στα πατρικά Του κτήματα, στα Λιβάδια της πολεως Χίου, κτίσθηκε από τους ευσεβείς συγγενείς Του ο πρώτος Ναός, αφιερωμένος στη αγία μνήμη Του· το παρεκκλήσιο στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Ρίο, στην Πάτρα, είναι αφιερωμένο στον αγιασμένο Γέροντα των λεπρών, ενώ το Νοσοκομείο των Πατρών επήρε την επωνυμία «Παναγία η Βοήθεια». Στην Αθήνα οι ευσεβείς χριστιανοί που τιμούν τη μνήμη Του φιλοξενούνται σε διάφορους Ναούς στις 15 Φεβρουαρίου, όπου τελούν πανηγυρική Θεία Λειτουργία.

Ευκταίο θα ήταν να οικοδομηθούν και στον τόπο καταγωγής του Αγίου, στα Καρδάμυλα, και στο Λεκανοπέδιο της Αττικής, Ναοί προς τιμή του Αγίου Ανθίμου του Χίου. Κι ακόμη να θεσπισθεί και να τελείται και στην Αττική την ημέρα της Ιερής Του μνήμης Παγχιακό Προσκύνημα . 

Βιβλιογραφία:Θεοκλήτου Διονυσιάτου μοναχού, Ο Άγιος Άνθιμος της Χίου ο Θαυματουργός., Έκδ.Ι.Παρθενώνος Παναγίας της Βοηθείας, Ο Γέροντας, 1970 &1962. Έκδ.Ι.Παρθενώνος Παναγίας της Βοηθείας Ο Γέροντας Αρχιμανδρίτης Άνθιμος Βαγιάνος 1869-1960. Εισήγηση Μητροπολίτου Χίου Διονυσίου Δ΄στην Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος για την κατάταξη του πατρός Ανθίμου στο Αγιολόγιον Ορθ.Εκκλησίας. ΚΑΡΔΑΜΥΛΑ εφημ. αριθμ. φύλ. 402,404,405,1992.-Προσωπικές μαρτυρίες της Ηγουμένης . Παρθενώνος Παναγίας της Βοηθείας Βρυαίνης.

Ο ΑΓΙΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΙΛΑΣ Ο μετά του Αποστόλου Παύλου συνιδρυτής της Αποστολικής Εκκλησίας των Φιλίππων

$
0
0
Μέσα στην ευλογημένη χορεία των Αγίων Εβδομήκοντα Αποστόλων συναριθμείται και ο τιμώμενος στις 30 Ιουλίου Άγιος Απόστολος Σίλας, ο και συνέκδημος του θεηγόρου Αποστόλου των Εθνών Παύλου, αλλά και συνεργάτης του κορυφαίου Αποστόλου Πέτρου, ο οποίος είναι ενδεικτικό ότι στην πρώτη του επιστολή τον χαρακτηρίζει ως «πιστό ἀδελφό». Άλλωστε μέσα από την επίγεια βιοτή και την ιεραποστολική του δράση διακρίθηκε για τον ένθερμο ζήλο, την ακλόνητη και ζωντανή πίστη, το θυσιαστικό φρόνημα και την αξιομνημόνευτη καρτερία. Ο ένδοξος και πανεύφημος Άγιος Απόστολος Σίλας που το όνομά του είναι συντετμημένη μορφή του ονόματος Σιλουανός, με το οποίο μάλιστα αναφέρεται τόσο στη Β΄ Επιστολή του Αποστόλου Παύλου προς Κορινθίους όσο και στην Α΄ Επιστολή του Αποστόλου Πέτρου, απολάμβανε την ιδιαίτερη εκτίμηση και τον μεγάλο σεβασμό στην Εκκλησία των Ιεροσολύμων. Γι’ αυτό και αναδείχθηκε μεταξύ των εκλεκτών και ηγετικών στελεχών της, γεγονός που επιβεβαιώνεται από το βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων στα Κεφάλαια 15, 16 και 17. Η μεγάλη αναγνώριση της προσωπικότητος του Αγίου Σίλα στην Εκκλησία των Ιεροσολύμων, όπου μνημονεύεται ως «ἡγούμενος ἐν τοῖς ἀδελφοῖς», παρακίνησε τους υπόλοιπους Αποστόλους να επιλέξουν αυτόν και τον Ιούδα, τον επονομαζόμενο Βαρσαβά, για να συνοδεύσουν τους Αποστόλους Παύλο και Βαρνάβα στην Αντιόχεια. Εκεί θα επέδιδαν την επιστολή των Αγίων Αποστόλων που περιείχε την απόφαση της Αποστολικής Συνόδου της Ιερουσαλήμ, παρέχοντας παράλληλα και τις απαραίτητες επεξηγήσεις, ώστε να αποφευχθεί ο ενδεχόμενος κίνδυνος παρανόησης των αποφάσεων αυτής της Συνόδου. 

Φτάνοντας στην Αντιόχεια ο Άγιος Σίλας παρέδωσε στους Αντιοχείς την απόφαση της Αποστολικής Συνόδου και παρέμεινε μαζί με τον Ιούδα για να εργασθεί με ένθερμο ιεραποστολικό ζήλο για τη διάδοση του μηνύματος του Ευαγγελίου του Χριστού « Ἰούδας τε καί Σίλας, καί αὐτοί προφῆται ὄντες, διά λόγου πολλοῦ παρεκάλεσαν τούς ἀδελφούς καί ἐπεστήριξαν, Πράξεις (15, 32)». Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Αντιόχεια συνδέθηκε ιδιαίτερα με τον Απόστολο Παύλο, ο οποίος βρήκε στο πρόσωπο του Σίλα τον έμπιστο και πολύτιμο συνεργάτη και συνοδοιπόρο του. Γι’ αυτό και τον επέλεξε ως τον πλέον κατάλληλο συνοδό του για τη Β΄ Αποστολική του περιοδεία τον Μάρτιο του 49μ.Χ., προκειμένου να διαδοθεί το Ευαγγέλιο του Χριστού στα Έθνη. Άλλωστε ο Σίλας διέθετε ένθερμο ιεραποστολικό ζήλο και βαθιά πίστη, ευφυΐα και δυναμισμό, τόλμη και παρρησία, ενώ απολάμβανε την υψηλή αναγνώριση της Εκκλησίας των Ιεροσολύμων. Επιπλέον ήταν, όπως και ο Παύλος, Ρωμαίος πολίτης. Ενδεικτικό είναι μάλιστα το γεγονός ότι ο Σίλας επελέγη από τον Παύλο ως συνοδός και συνεργάτης του αντί του Αποστόλου Μάρκου. Έτσι ακολούθησε τον Παύλο στις περιοδείες του στην Καρία, την Κιλικία, τη Λυκαονία, τη Φρυγία, τη Γαλατία και την Τρωάδα, υπομένοντας τις θλίψεις, τις στερήσεις και τις ταλαιπωρίες που υπέστη ο θεηγόρος και ουρανοβάμων Απόστολος των Εθνών. Παράλληλα ο Σίλας, ο πιστός και ένθεος αυτός συνακόλουθός του, επέδειξε αξιοθαύμαστη υπομονή και καρτερία, αλλά και ξεχωριστή αυτοθυσία, γεγονός που εγκωμιάζεται στο βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων. 


Ο Σίλας όμως συνόδευσε τον Παύλο και στην ιεραποστολική του περιοδεία στη Μακεδονία, όπου μετέβη για να κηρύξει το Ευαγγέλιο του Χριστού κατόπιν θαυμαστού οράματος. Σύμφωνα μ’ αυτό άνδρας από τη Μακεδονία εμφανίσθηκε στον Παύλο και τον παρακάλεσε να έρθει στη γη της Μακεδονίας για να κηρύξει τη χριστιανική πίστη. Έτσι ο Παύλος και ο Σίλας αναχώρησαν από την Τρωάδα και δια μέσου της Σαμοθράκης αποβιβάστηκαν στη Νεάπολη που είναι η σημερινή πόλη της Καβάλας. Από εκεί έφτασαν στους Φιλίππους που την εποχή εκείνη ήταν μία από τις σημαντικότερες πόλεις της Ανατολικής Μακεδονίας και ταυτόχρονα και Ρωμαϊκή αποικία. Στον τόπο αυτό ο Απόστολος Παύλος ευρισκόμενος έξω από την πόλη κοντά στον ποταμό Ζυγάκτη κήρυξε το Ευαγγέλιο του Χριστού. Ακροατές του κηρύγματός του ήταν γυναίκες, μεταξύ δε αυτών και η εκ Θυατείρων της Μ. Ασίας Λυδία η πορφυρόπωλις, η μετέπειτα αγία και ισαπόστολος της Εκκλησίας μας, η οποία ακούγοντας τη διδασκαλία του Παύλου για τον Ιησού Χριστό βαπτίσθηκε χριστιανή, όπως και όλη η οικογένειά της. Στους Φιλίππους ο Απόστολος Παύλος θεράπευσε με την προσευχητική συμμετοχή και του πιστού συνοδοιπόρου και συνεργάτου του, του Αγίου Σίλα, ένα κορίτσι που βρισκόταν κάτω από ισχυρή δαιμονική επήρεια και με τις μαντείες της επέφερε πολλά κέρδη στους κυρίους της. Το κορίτσι αυτό ακολουθούσε επίμονα τον Παύλο και τον Σίλα και φώναζε για πολλές ημέρες το ακόλουθο: «οὗτοι οἱ ἄνθρωποι δοῦλοι τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου εἰσίν, οἴτινες καταγγέλουσιν ἡμῖν ὁδόν σωτηρίας». Τότε οι δύο κήρυκες της χριστιανικής πίστεως κατάλαβαν ότι το νεαρό κορίτσι ήταν δαιμονισμένο και απλά ακολουθούσε τους δύο Αποστόλους, πιστεύοντας ότι έχουν μία ανώτερη δύναμη, χωρίς όμως να έχει συνειδητοποιήσει τη χάρη και την ευεργεσία του αληθινού Θεού. Γι’ αυτό και ο Παύλος με τη συμπροσευχή του Σίλα απευθυνόμενος στον δαίμονα που είχε το νεαρό κορίτσι μέσα στη ψυχή του, είπε: «Παραγγέλω σοι, ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐξελθεῖν ἀπ’ αὐτῆς, καί ἐξῆλθεν αὐτῇ τῇ ὥρᾳ». Αμέσως το κορίτσι απελευθερώθηκε από την επήρεια του δαίμονος και εισήλθε μέσα στην ψυχή της η δύναμη του Παναγίου Πνεύματος. 


Όμως η θαυματουργική δύναμη και το πύρινο κήρυγμα των Αποστόλων Παύλου και Σίλα στους Φιλίππους προκάλεσε αναταραχή στην πόλη και εξόργισε τους ανώτατους άρχοντες, αφού η χριστιανική διδασκαλία ερχόταν σε αντίθεση με τα ήθη και τα έθιμα της Ρωμαϊκής παροικίας. Αυτό είχε ως συνέπεια να ξεσηκωθεί ο λαός εναντίον τους και να δοθεί η εντολή να ραβδιστούν ανηλεώς οι δύο κήρυκες της πίστεως. Έτσι ο Παύλος και ο Σίλας, αποσιωπώντας την ιδιότητά τους ως «Ρωμαίοι πολίτες» , υπέστησαν σκληρούς και απάνθρωπους ραβδισμούς και κατόπιν ρίχθηκαν σε σκοτεινή εσωτερική φυλακή, ενώ τοποθετήθηκε και δεσμοφύλακας για να επιβλέπει τη φύλαξή τους. Ενδεικτικό είναι ότι τα πόδια τους ήταν στερεωμένα πάνω σε ξύλο, αλλά παρά τις κακουχίες οι δύο Απόστολοι προσεύχονταν όλη τη νύχτα, υμνώντας και δοξολογώντας το όνομα του Θεού. Μάλιστα οι φυλακισμένοι στα άλλα κελιά άκουγαν με θαυμασμό τους ουράνιους αυτούς ύμνους που προέρχονταν από το κελί των δύο Αποστόλων. Δεν άργησε όμως να έρθει και η λυτρωτική λύση και απάντηση του Κυρίου, αφού ένας αιφνίδιος και ισχυρός σεισμός τράνταξε τα θεμέλια της φυλακής. Αμέσως άνοιξαν διάπλατα όλες οι πόρτες και έσπασαν οι αλυσίδες όλων των φυλακισμένων. Βλέποντας έντρομος ο δεσμοφύλακας αυτό το απρόσμενο και ακατάληπτο γεγονός και γνωρίζοντας τις τραγικές συνέπειες που θα είχε για εκείνον, αποφάσισε με το σπαθί του να δώσει τέλος στη ζωή του. Τότε ο Παύλος του φώναξε δυνατά: « μηδέν πράξῃς σεαυτῷ κακόν˙ ἅπαντες γάρ ἐσμεν ἐνθάδε». Ακούγοντας έντρομος ο δεσμοφύλακας τα λόγια αυτά του Παύλου, ρώτησε τους δύο κήρυκες της πίστεως τί πρέπει να κάνει για να σωθεί. Τότε εκείνοι του είπαν να πιστέψει στον Κύριο Ιησού Χριστό και μ’ αυτόν τον τρόπο θα σωθεί τόσο εκείνος όσο και η οικογένειά του. Κατόπιν ο δεσμοφύλακας, αλλά και τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειάς του βαπτίσθηκαν χριστιανοί, ενώ παρέθεσε στους δύο Αποστόλους πλούσιο τραπέζι. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι πριν τη βάπτισή του περιποιήθηκε ακόμη και τις πληγές τους. 


Στο μεταξύ οι άρχοντες των Φιλίππων που είχαν φυλακίσει και τιμωρήσει με ραβδισμούς τους δύο Αποστόλους, πρόσταξαν να τους απελευθερώσουν. Ο δεσμοφύλακας ενημέρωσε τον Παύλο, ο οποίος όμως διαμαρτυρήθηκε έντονα, λέγοντας ότι χωρίς να δικασθεί εκείνος και ο Σίλας, μαστιγώθηκαν και φυλακίστηκαν, παρόλο που ήταν Ρωμαίοι πολίτες και τώρα τους καλούν να εγκαταλείψουν την πόλη κρυφά. Γι’ αυτό και αρνήθηκαν να πράξουν κάτι τέτοιο. Μόλις όμως οι άρχοντες πληροφορήθηκαν ότι είναι Ρωμαίοι πολίτες, τους ζήτησαν συγνώμη και τους παρακάλεσαν να φύγουν από την πόλη. Τότε οι δύο Απόστολοι βγήκαν από τη φυλακή και αφού πήγαν στο σπίτι της Λυδίας, όπου είχαν συναθροιστεί πολλοί χριστιανοί, τους καθοδήγησαν πνευματικά και κατόπιν έφυγαν από τους Φιλίππους, όπου χάρη στην ευεργετική παρουσία και τη διδασκαλία τους ιδρύθηκε σ’ αυτή την ιστορική περιοχή της Μακεδονίας η πρώτη χριστιανική Εκκλησία της Ευρώπης. 


Μετά την αναχώρησή τους από τους Φιλίππους πέρασαν από την Αμφίπολη και την Απολλωνία και έφθασαν στη Θεσσαλονίκη, όπου υπήρχε συναγωγή των Ιουδαίων. Εκεί συνέχισαν με τον ίδιο ένθερμο ιεραποστολικό ζήλο τη διάδοση του Ευαγγελίου του Χριστού, αφού οι ραβδισμοί και οι φυλακίσεις που είχαν υποστεί, δεν έκαμψαν καθόλου το αγωνιστικό τους φρόνημα. Η πνευματική παρουσία των δύο Αποστόλων στη Θεσσαλονίκη και η πύρινη διδασκαλία τους για τον Ιησού Χριστό ως Μεσσία που έπρεπε να σταυρωθεί και να αναστηθεί εκ νεκρών, παρακίνησε αρκετούς Ιουδαίους να πιστέψουν στο όνομα του Κυρίου και να γίνουν μαθητές του Παύλου και του Σίλα. Αλλά και πολλοί προσήλυτοι Έλληνες, όπως και γυναίκες που είχαν μεγάλη επιρροή στην κοινωνία, ασπάσθηκαν τη χριστιανική πίστη. Όμως η απήχηση του κηρύγματος για τον Ιησού Χριστό στη Θεσσαλονίκη ήταν τόσο ισχυρή, ώστε οι Ιουδαίοι που δεν πίστεψαν στο κήρυγμα του Παύλου και του Σίλα, αντέδρασαν και επηρεάζοντας πονηρούς ανθρώπους, ξεσήκωσαν τον όχλο και προκάλεσαν αναταραχή στην πόλη. Μάλιστα αναζήτησαν τους δύο Αποστόλους, αλλά επειδή δεν τους βρήκαν, κατηγόρησαν τον Ιάσονα ότι τους φιλοξενεί στο σπίτι του, ισχυριζόμενοι ότι είναι αυτοί που έφεραν την αναταραχή στην πόλη. Όμως κατόπιν χρηματικής εγγυήσεως, άφησαν ελεύθερους τον Ιάσονα και άλλους χριστιανούς, ενώ ο Παύλος και ο Σίλας αναγκάσθηκαν να φυγαδευτούν τη νύχτα και να καταφύγουν στη Βέροια. 


Οι Ιουδαίοι της Βέροιας ήταν πιο καλοπροαίρετοι σε σύγκριση μ’ αυτούς που ζούσαν στη Θεσσαλονίκη και γι’ αυτό και αποδέχθηκαν με μεγάλη προθυμία το κήρυγμα για τον Ιησού Χριστό, ενώ καθημερινά μελετούσαν την Αγία Γραφή για να διαπιστώσουν, εάν αυτά που κήρυτταν οι Απόστολοι συμφωνούσαν με τα γραφόμενα. Η παρουσία των Αποστόλων Παύλου, Σίλα και Τιμοθέου στη Βέροια υπήρξε ιδιαίτερα ευεργετική, αφού πολλοί Ιουδαίοι ασπάσθηκαν τη χριστιανική πίστη, μεταξύ αυτών και ο Σωσίπατρος, όπως και γυναίκες της ανώτερης κοινωνικής τάξεως. Μόλις όμως πληροφορήθηκαν οι Ιουδαίοι της Θεσσαλονίκης ότι οι εκδιωχθέντες τρεις κήρυκες της πίστεως βρίσκονται στη Βέροια και κηρύττουν το Ευαγγέλιο του Χριστού, πήγαν εκεί και ξεσήκωσαν τον όχλο εναντίον τους. Το γεγονός αυτό ανάγκασε τους χριστιανούς της Βέροιας να φυγαδεύσουν τον Παύλο στην Αθήνα, ενώ ο Σίλας και ο Τιμόθεος παρέμειναν στη Βέροια. Αργότερα όμως κατ’ εντολήν του Παύλου εγκατέλειψαν και οι δύο τη Βέροια και μετέβησαν στην Κόρινθο, όπου βρισκόταν ο θεηγόρος και ουρανοβάμων Απόστολος. Εκεί συνέδραμαν τον Παύλο στο ιεραποστολικό του έργο και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό, ώστε ο Σίλας κατέστη ιδιαίτερα αγαπητός στον λαό της Κορίνθου και αναδείχθηκε ακάματος εργάτης στο κηρυκτικό έργο της διαδόσεως του Ευαγγελίου του Χριστού. Ενδεικτικό μάλιστα της αγάπης του κορινθιακού λαού στο πρόσωπο του Αποστόλου Σίλα είναι ότι μετά την αναχώρηση του ουρανοβάμονος Παύλου από την Κόρινθο, ο Σίλας εξελέγη Επίσκοπος της πόλεως της Κορίνθου και εκεί παρέδωσε ειρηνικά το πνεύμα του στον αθλοθέτη Κύριο. 

Η δράση του Αποστόλου Σίλα μνημονεύεται και στο υπ’ αριθμόν 423 αρχαίο χειρόγραφο της Ιεροσολυμιτικής Βιβλιοθήκης, όπου το όνομά του αναφέρεται μεταξύ των Εβδομήκοντα Αποστόλων στη δέκατη πέμπτη σειρά. Αλλά ο Σίλας υπήρξε συνεργάτης και του κορυφαίου Αποστόλου Πέτρου, με τον οποίο είχε γνωρισθεί προτού γίνει συνοδοιπόρος του θεηγόρου Αποστόλου Παύλου. Μάλιστα συμμετείχε και στη συγγραφή της Α΄ Επιστολής του Πέτρου, ο οποίος τον χαρακτηρίζει σ’ αυτή «πιστό ἀδελφό». Την επιστολή αυτή ο Πέτρος του την έδωσε για να την κομίσει στις Τοπικές Εκκλησίες που βρίσκονταν στις περιοχές του Πόντου, της Γαλατίας, της Καππαδοκίας, της δυτικής Μ. Ασίας και της Βιθυνίας. Η πολύπτυχη ιεραποστολική δράση του τιμωμένου στις 30 Ιουλίου Αγίου ενδόξου και πανευφήμου Αποστόλου Σίλα υμνείται και γεραίρεται τόσο μέσα από την Ασματική του Ακολουθία, την ποιηθείσα από τον αείμνηστο Μοναχό Γεράσιμο Μικραγιαννανίτη, Υμνογράφο της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας όσο και μέσα από τον Παρακλητικό Κανόνα που συντάχθηκε προς τιμήν του από τον Ιερομόναχο Αθανάσιο Σιμωνοπετρίτη, επίσης Υμνογράφο της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας. 


Ο Άγιος Απόστολος Σίλας μαζί με τον Απόστολο Παύλο είναι οι συνιδρυτές της Αποστολικής Εκκλησίας των Φιλίππων που υπήρξε και η πρώτη χριστιανική Εκκλησία της Ευρώπης. Αξιοσημείωτη είναι και η σχετική επιχώρια παράδοση ότι στους πρόποδες των λόφων πάνω από τη σημερινή πόλη της Καβάλας σταμάτησαν για ανάπαυση οι Απόστολοι Παύλος, Σίλας, Τιμόθεος και Λουκάς κατά τη διάρκεια της κοπιώδους οδοιπορίας τους από το λιμάνι της Νεαπόλεως προς τους Φιλίππους. Στον ευλογημένο αυτό τόπο θεμελιώθηκε στις 12 Ιουνίου 1937 μικρός ναός επ’ ονόματι του Αγίου Σίλα, ο οποίος όμως κατά τη διάρκεια της γερμανοβουλγαρικής κατοχής (1941 -1944) υπέστη μεγάλες καταστροφές. Το γεγονός αυτό οδήγησε τον αοίδιμο Μητροπολίτη Φιλίππων, Νεαπόλεως και Θάσου κυρό Χρυσόστομο Χατζησταύρου (1924-1962), τον και μετέπειτα Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος (1962 - +9 Ιουνίου 1968) να μετατρέψει το εξοχικό παρεκκλήσιο του Αγίου Σίλα σε ανδρώα Ιερά Μονή επ’ ονόματί του κατόπιν σχετικού βασιλικού διατάγματος (26/1946, ΦΕΚ 275/9-9-46). Αργότερα και με σχετική πρωτοβουλία του θεμελιώθηκε νέος περικαλλής ιερός ναός του Αγίου, ο οποίος εγκαινιάσθηκε στις 20 Μαΐου 1956. Σήμερα η ευρισκόμενη σε απόσταση μόλις τριών χιλιομέτρων από την Καβάλα Ιερά Μονή του Αγίου Αποστόλου Σίλα είναι ανακαινισμένη και δέχεται πολυπληθείς προσκυνητές που καταφθάνουν για να ζητήσουν τις πρεσβείες του Αγίου, αλλά και να επικαλεσθούν τη θαυματουργική του χάρη, αφού αναρίθμητα είναι τα θαύματα που έχει επιτελέσει ο ένθεος και πανεύφημος αυτός Απόστολος του Χριστού. 


Ιδιαίτερη τιμή απολαμβάνει ο Άγιος Σίλας στη Ρόδο, όπου σε απόσταση τεσσάρων χιλιομέτρων από το χωριό Σορωνή και σε κατάφυτη από πεύκα περιοχή βρίσκεται το παλαιό εξωκκλήσιο του Αγίου, γνωστό στον ροδιακό λαό ως «Άγιος Σουλάς». Εντός του ναού υπάρχει θαυματουργό αγίασμα, το οποίο θεραπεύει διάφορες δερματικές ασθένειες και ιδιαίτερα την ψώρα. Η αποδιδόμενη τιμή στον Άγιο Σίλα στη Ρόδο και η ύπαρξη ομωνύμου ιερού ναού με μεγάλη θαυματουργική φήμη συνδέεται με παλαιά τοπική παράδοση. Σύμφωνα μ’ αυτή ο Άγιος Σίλας ήρθε στη Ρόδο μαζί με τον Απόστολο Παύλο για να κηρύξουν τον χριστιανισμό. Όταν ο Άγιος Σίλας επισκέφθηκε την περιοχή της Σορωνής, όπου βρίσκεται σήμερα ο ομώνυμος ναός, την εποχή εκείνη υπήρχε ειδωλολατρικός βωμός. Μόλις ο Άγιος άρχισε να κηρύττει για τον Ιησού Χριστό, οι κάτοικοι τον αντιμετώπισαν με μεγάλη δυσπιστία και καχυποψία. Τότε για να αποδείξει τη θαυματουργική δύναμη του Κυρίου σε αντίθεση με την ψεύτικη θρησκεία των ειδωλολατρικών θεών, πρότεινε να φέρουν έναν ασθενή της περιοχής που έπασχε από ψώρα και να προσευχηθούν οι ιερείς των ειδώλων για τη θεραπεία του. Στην περίπτωση που ο ασθενής θεραπευτεί από τις προσευχές των ιερέων των ειδωλολατρών, τότε θα ασπασθεί και εκείνος την ειδωλολατρική θρησκεία. Εάν όμως δεν υπάρξει θεραπεία του ασθενούς, τότε θα προσευχηθεί στον έναν και αληθινό Θεό και θα αποδειχθεί περίτρανα η ανωτερότητα του Θεού, τον Οποίο διδάσκει και πιστεύει. Η πρόταση έγινε δεκτή από τους κατοίκους και όπως ήταν αυτονόητο, οι προσευχές των ιερέων των ψεύτικων ειδώλων δεν έφεραν απολύτως κανένα αποτέλεσμα. Απεναντίας η προσευχή του Αγίου στον Ιησού Χριστό θεράπευσε τον ασθενή και έτσι οι κάτοικοι πίστεψαν στη χριστιανική θρησκεία. Μέχρι σήμερα πλήθος προσκυνητών συρρέει κάθε χρόνο στις 30 Ιουλίου στη λαοφιλή πανήγυρη του Αγίου στον ομώνυμο ιερό ναό της Σορωνής Ρόδου. 


Ο Άγιος Απόστολος Σίλας τιμάται και στη ηρωική και φιλόξενη μεγαλόνησο της Κρήτης, όπου το όνομα του Αγίου φέρει χωριό της επαρχίας Τεμένους του νομού Ηρακλείου, στο οποίο ο ένδοξος και πανεύφημος Απόστολος σεμνύνεται με δύο ομώνυμους ιερούς ναούς, τον παλαιό και τον νέο ενοριακό, καθώς και οικισμός κοντά στο χωριό Δαμαβόλου της επαρχίας Μυλοποτάμου του νομού Ρεθύμνης, όπου υπάρχει επίσης ομώνυμος ναός. Ναοί (εξωκκλήσια –παρεκκλήσια) επ’ ονόματι του Αγίου Σίλα στην Κρήτη υπάρχουν επίσης στην ευρύτερη περιοχή του νομού Λασιθίου και συγκεκριμένα στη Νεάπολη, στα χωριά Καλό Χωριό και Μάλες, στον οικισμό Βαθύ Κριτσάς, καθώς και στο χωριό Κεράσια της επαρχίας Μαλεβιζίου του νομού Ηρακλείου. Στην Αττική ο Άγιος Σίλας τιμάται στην όμορφη και πευκόφυτη περιοχή της Νέας Πεντέλης με ομώνυμο παρεκκλήσιο, το οποίο υπάγεται στον ιερό ενοριακό ναό της Αγίας Παρασκευής της περιοχής και όπου κάθε χρόνο στη μνήμη του προσέρχονται πολυάριθμοι χριστιανοί για να τον τιμήσουν. Τέλος εξωκκλήσιο του Αγίου Σίλα υπάρχει και στην περιοχή του χωριού Μόρια της νήσου Λέσβου, ενώ στην Κύπρο στο προάστιο Ύψωνας της Λεμεσού και σε περιοχή που φέρει το όνομα του Αγίου σώζονται τα ερείπια της αρχαίας Μονής του Αγίου Σίλα, όπου κατ’ έτος στις 30 Ιουλίου εορτάζεται με ευλάβεια η πανίερη μνήμη του. 


Ας επικαλεστούμε λοιπόν τις πρεσβείες του ενθέου και παμμακαρίστου Αγίου ενδόξου και πανευφήμου Αποστόλου Σίλα στην καθημερινή ζωή και τον προσωπικό μας πνευματικό αγώνα, ώστε να αποκτήσουμε και εμείς τον ένθερμο ιεραποστολικό του ζήλο, την ακλόνητη πίστη του και την υπομονή του στη σημερινή αλλοπρόσαλλη εποχή με τους πάμπολλους πνευματικούς κινδύνους και τα τόσα υπαρξιακά αδιέξοδα.

Αριστείδης Γ. Θεοδωρόπουλος
Εκπαιδευτικός

Βιβλιογραφία 

· Βίος και Ακολουθία του Αγίου Αποστόλου Σίλα, Εκδόσεις «Παρουσία», 2η Έκδοση, Καβάλα 2011.

Εικόνες

[01] Φορητή εικόνα του Αγίου Σίλα σε προσκυνητάρι στον ομώνυμο Ιερό Ναό Ν. Πεντέλης Αττικής. Ιστορήθηκε το 1955 από την Αδελφότητα των Αβραμαίων στη Νέα Σκήτη του Αγίου Όρους.

[02] Φορητή εικόνα του Αγίου στο τέμπλο του Καθολικού της ομωνύμου Ιεράς Μονής Καβάλας.

[03] Ο Άγιος Σίλας. Φορητή εικόνα, έργο του Αγιογραφικού Οίκου Συρίμη. www.sirimis.com

[04] Ασημένια φορητή εικόνα του Αγίου στον ομώνυμο Ιερό Ναό Ν. Πεντέλης Αττικής.

[05] Πανοραμική άποψη της Ιεράς Μονής Αγίου Αποστόλου Σίλα Καβάλας. http://wikimapia.org

[06] Το περικαλλές Καθολικό της Ιεράς Μονής Αγίου Αποστόλου Σίλα Καβάλας.

[07] Ο Ιερός Ναός του Αγίου Σίλα (Σουλά) με το θαυματουργό αγίασμα στη Σορωνή Ρόδου. www.rhodes.gr

[08] Άποψη από το εσωτερικό του Ιερού Ναού Αγίου Σίλα Σορωνής Ρόδου. www.flevarm.gr

[09] Ο νέος Ιερός Ενοριακός Ναός του Αγίου Σίλα στο ομώνυμο χωριό του Ηρακλείου Κρήτης. www.patirxristos.gr

[10] Ο παλαιός Ιερός Ναός του Αγίου Σίλα στο ομώνυμο χωριό του Ηρακλείου Κρήτης. www.patirxristos.gr

[11] Ο Ιερός Ναός του Αγίου Σίλα στο Καλό Χωριό της επαρχίας Μεραμβέλλου Λασιθίου Κρήτης κατά την ημέρα της ετησίας πανηγύρεώς του. www.imis.gr

[12] Ο Ιερός Ναός του Αγίου Σίλα στο Καλό Χωριό της επαρχίας Μεραμβέλλου Λασιθίου Κρήτης κατά την ημέρα της ετησίας πανηγύρεώς του. www.imis.gr

[13] Ο Ιερός Ναός του Αγίου Σίλα στη Ν. Πεντέλη Αττικής. Αποτελεί ενοριακό παρεκκλήσιο του Ιερού Ναού Αγίας Παρασκευής Ν. Πεντέλης.

[14] Άποψη από το εσωτερικό του Ιερού Ναού Αγίου Σίλα Ν. Πεντέλης Αττικής.

Η αναδημοσίευση επιτρέπεται με την απαραίτητη προϋπόθεση της αναφοράς του συγγραφέα και του ιστολογίου πρώτης δημοσίευσης: http://kallimasia.blogspot.gr

Ο ΑΓΙΟΣ ΑΙΜΙΛΙΑΝΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΥΖΙΚΟΥ «Ὁ τῶν ἀποστολικῶν παραδόσεων ζηλωτής καί τῆς πλάνης καθαιρέτης» πανσεβάσμιος και θεόληπτος ιεράρχης της Κυζίκου

$
0
0
Κατά τη διάρκεια της περιόδου της Εικονομαχίας, όπου είχε ξεσπάσει έντονη θεολογική διαμάχη αναφορικά με την τιμητική προσκύνηση των ιερών εικόνων, διέλαμψαν αξιομνημόνευτες πνευματικές μορφές ιεραρχών που διακρίθηκαν για την αρετή, τη σοφία, το αγωνιστικό φρόνημα, τη σθεναρή ομολογία, τον ένθερμο ιεραποστολικό ζήλο και την ακλόνητη προσήλωση στην αμώμητο χριστιανική πίστη. Μ’ αυτόν τον τρόπο και χάρη στη διαρκή αγωνιστική τους δράση διατήρησαν αλώβητο και αναλλοίωτο τον θησαυρό της ορθής χριστιανικής πίστεως, υπερασπιζόμενοι με τόλμη και παρρησία την προσκύνηση των αγίων εικόνων. Ανάμεσα σ’ αυτούς τους φωτισμένους ιεράρχες συγκαταλέγεται και ο «παρέχων παρά Χριστοῦ τήν χάριν κατά πνευμάτων ἀκαθάρτων, τοῖς πιστῶς αἰτουμένοις» πανσεβάσμιος και θεόληπτος Επίσκοπος της Κυζίκου της Μ. Ασίας, Άγιος Αιμιλιανός ο Ομολογητής, ο οποίος αναδείχθηκε «κραταιός πρόμαχος τῆς ἀληθείας», «γενναιότατος στρατιώτης τοῦ Χριστοῦ», «θερμότατος ἀντιλήπτωρ», «νικητής τῶν εἰκονομάχων» και «ἰσοστάσιος τῶν μαρτύρων».


Ο παμμακάριστος Άγιος Αιμιλιανός διέλαμψε ως υπέρλαμπρος φωστήρ της Ορθοδοξίας μεταξύ του 8ου και του 9ου μ.Χ. αιώνα. Αρχικά διακόνησε ως μοναχός στη Μονή που ίδρυσε στο στενό του Βοσπόρου ο Άγιος Ταράσιος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, όπου διέπρεψε στα έργα της αρετής. Αργότερα αξιώθηκε να εκλεγεί Επίσκοπος Κυζίκου της Μικράς Ασίας, διαδεχθείς στον επισκοπικό θρόνο τον Μητροπολίτη Νικόλαο. Κατά τη διάρκεια της ευδοκίμου και θεαρέστου αρχιερατείας του από το 787 μέχρι το 815 αναδείχθηκε πιστός οικονόμος της θείας χάριτος και διακρίθηκε τόσο για την ελεήμονα καρδία του όσο και για την ιλαρότητα των ηθών του. Αγωνίσθηκε με ξεχωριστή παρρησία κατά την περίοδο της Εικονομαχίας για να υπερασπισθεί την τιμητική προσκύνηση των αγίων εικόνων, όταν αυτοκράτορας του Βυζαντίου ήταν ο εικονομάχος Λέων Ε΄ ο Αρμένιος (813-820). Αξιομνημόνευτο είναι μάλιστα το γεγονός ότι κατά τη συγκληθείσα Σύνοδο το 815, ο Άγιος Αιμιλιανός κλήθηκε από τον αυτοκράτορα Λέοντα Ε΄ να δώσει εξηγήσεις για την τιμητική προσκύνηση των αγίων εικόνων, γεγονός που του έδωσε την ευκαιρία να ομολογήσει με σθένος το μεγαλείο της αληθούς και ορθής χριστιανικής πίστεως. 


Ο παναοίδιμος ιεράρχης της Κυζίκου και κραταιός ομολογητής της Ορθοδοξίας, Άγιος Αιμιλιανός, αναδείχθηκε πύρινος διδάσκαλος και φλογερός κήρυκας της χριστιανικής αλήθειας, αφού κήρυττε με ένθερμο ιεραποστολικό ζήλο, διδάσκοντας και στηρίζοντας τους χριστιανούς της επαρχίας του στην ορθή πίστη, αλλά και διαφυλάσσοντάς τους από τις αιρετικές διδασκαλίες. Υπεραμύνθηκε της τιμητικής προσκυνήσεως των αγίων εικόνων και πρωτοστάτησε στην αναστήλωσή τους. Όμως η φωταυγής παρουσία και η αγωνιστική του δράση προκάλεσαν την οργή των εικονομάχων, οι οποίοι προσπάθησαν να σταματήσουν το θεάρεστο έργο του με διωγμούς, φυλακίσεις και εξορίες. Ο φωτισμένος από τη χάρη του Αγίου Πνεύματος πανσεβάσμιος, ενάρετος και θεόληπτος ιεράρχης της Κυζίκου υπέμεινε με ξεχωριστή γενναιότητα τις θλίψεις, τους πειρασμούς, τους διωγμούς και τις ποικίλες δοκιμασίες. Έμεινε σταθερός και ακλόνητος στην αμώμητο χριστιανική πίστη και αναδείχθηκε ζηλωτής των αποστολικών παραδόσεων και καθαιρέτης της πλάνης, στύλος και εδραίωμα της Εκκλησίας, σκεύος εκλογής και κρηπίς ομολογίας, όπως χαρακτηριστικά υμνείται μέσα από την Ακολουθία του.


Η εύτολμη και ορθή ομολογία της πίστεως τον οδήγησε στην εξορία, όπου και εκοιμήθη εν Κυρίῳ, λαμβάνοντας τον αμάραντο στέφανο της Βασιλείας των Ουρανών. Μ’ αυτόν τον τρόπο το καύχημα της Κυζίκου, ο υπέρλαμπρος αυτός φωστήρ της Ορθοδοξίας και πάνσοφος ιεράρχης του Χριστού, πέρασε στην αιωνιότητα για να τιμάται και να γεραίρεται εσαεί από τους όπου γης χριστιανούς και για να μας διδάσκει με το αγωνιστικό του φρόνημα και με τη σθεναρή ομολογία του υπέρ της αληθούς και ορθής χριστιανικής πίστεως. Η μνήμη του τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία μας στις 8 Αυγούστου, η δε ασματική του Ακολουθία εκδόθηκε συμπληρωμένη το έτος 1876 από τον Μητροπολίτη Κυζίκου Νικόδημο, ο οποίος εκ μητρός καταγόταν από την Καλλιμασιά της μυροβόλου και αγιοτόκου νήσου Χίου, όπου ο Άγιος Αιμιλιανός τιμάται από παλαιοτάτων χρόνων με ομώνυμο Ιερό Ναό και με λαμπρά παγχιακή πανήγυρη. Ιερός Ναός επ’ ονόματι του Αγίου και μάλιστα Ενοριακός υπάρχει και στη συνοικία Ταραμπούρα της πόλεως των Πατρών, ενώ ναΰδριο προς τιμήν του έχει ανεγερθεί και στην περιοχή του χωριού Τριπόταμος της Τήνου. Να διευκρινιστεί επίσης ότι τόσο ο περιώνυμος Ιερός Ενοριακός Ναός του Αγίου Αιμιλιανού Λόφου Σκουζέ Αθηνών όσο και τα ναΰδρια που φέρουν το όνομα του Αγίου στο Πόρτο Χέλι, την Κέα, τη Μύκονο, τη Σύμη, τον Καστό Λευκάδος και τους Αντίπαξους τιμούνται επ’ ονόματι του εορταζομένου στις 18 Ιουλίου Αγίου ενδόξου μάρτυρος Αιμιλιανού. 


Ο Άγιος Αιμιλιανός υμνείται και γεραίρεται και μέσα από τα εξαίσια υμνογραφήματα του Μεγάλου Υμνογράφου της των Αλεξανδρέων Εκκλησίας Δρ. Χαραλάμπους Μ. Μπούσια, ο οποίος κατόπιν αιτήματος του Αιδεσιμολογιωτάτου Πρωτοπρεσβυτέρου π. Γεωργίου Κωνσταντίνου, Εφημερίου του Ιερού Ναού Κοιμήσεως Θεοτόκου Καλλιμασιάς Χίου, εποίησε Παρακλητικό Κανόνα και Χαιρετιστηρίους Οίκους προς τιμήν του Αγίου. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να τονιστεί ότι ο Άγιος Αιμιλιανός Επίσκοπος Κυζίκου και η Καλλιμασιά της Χίου αποτελούν ταυτόσημες έννοιες, αφού ο ιστορικός Ιερός Ναός του Αγίου στην ομώνυμη παραθαλάσσια περιοχή της Καλλιμασιάς αποτελεί το σημείο ευλαβικής αναφοράς για τους κατοίκους της περιοχής, αλλά και το επίκεντρο των λαμπρών λατρευτικών εκδηλώσεων κατά το διήμερο του πανηγυρικού εορτασμού της μνήμης του, 7 και 8 Αυγούστου, ο οποίος παρουσιάζει ιδιαίτερο λατρευτικό και πολιτιστικό ενδιαφέρον. Γι’ αυτό και προσελκύει κάθε χρόνο πλήθος προσκυνητών από ολόκληρο το νησί, αλλά και πολυάριθμους ξένους επισκέπτες. Την παραμονή της εορτής του Αγίου, 7 Αυγούστου, μεταφέρεται με αυτοκινητοπομπή στο επίνειο Άγιος Ιωάννης η ανθοστολισμένη παλαιά εφέστια εικόνα του Αγίου, η οποία φυλάσσεται στον Ιερό Ενοριακό Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου Καλλιμασιάς. Την αυτοκινητοπομπή συνοδεύουν νέοι και νέες με παραδοσιακές στολές, οι οποίοι μαζί με πολλούς προσκυνητές επιβιβάζονται σε πλοιάρια, ψαροκάικα και φουσκωτά σκάφη, δεδομένου ότι ο Άγιος Αιμιλιανός είναι και προστάτης του Ομίλου Φουσκωτών Σκαφών Χίου. Η θαλάσσια νηοπομπή φθάνει σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο στον μώλο της παραλίας που φέρει το όνομα του Αγίου, όπου αναμένουν κλήρος, αρχές, στρατός και πλήθος προσκυνητών. Κατόπιν όλοι μαζί ανεβαίνουν πεζοί μέχρι τον πανηγυρίζοντα Ιερό Ναό του Αγίου, ενώ οι καμπάνες χτυπούν χαρμόσυνα και ακούγονται οι συριγμοί των πλοιαρίων. Στη συνέχεια ψάλλεται στον Ιερό Ναό με ιδιαίτερη ευλάβεια και κατάνυξη ο Μέγας Πανηγυρικός Αρχιερατικός Εσπερινός. Την κυριώνυμο ημέρα της εορτής της μνήμης του Αγίου, 8 Αυγούστου, τελείται το πρωί ο Όρθρος και η Πανηγυρική Αρχιερατική Θεία Λειτουργία, μετά δε το πέρας αυτής προσφέρεται σε όλους τους προσκυνητές το παραδοσιακό χταποδοπίλαφο. (Δείτε εδώεδώ και εδώ, σχετικό φωτογραφικό υλικό


Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει και η λαϊκή ευσέβεια του χιακού λαού για τον τιμώμενο Άγιο της Καλλιμασιάς, αφού σύμφωνα με τη χιακή παράδοση ο Άγιος Αιμιλιανός θεραπεύει, εκτός από τα άλλα νοσήματα, και την αφωνία των νηπίων. Γι’ αυτό και οι γονείς έκαναν τάματα στον Άγιο για να θεραπεύσει τα παιδιά, τα οποία καθυστερούν να μιλήσουν ή έχαναν τη φωνή τους από φόβο ή από κάποια ασθένεια. Μαρτυρούνται μάλιστα πάμπολλα θαύματα, τα οποία έχει επιτελέσει ο Άγιος με τη χάρη του Θεού, αφού πολλά είναι τα παιδιά που επανέκτησαν τη φωνή τους. 

Στη σημερινή πνευματικά αλλοτριωμένη εποχή μας, όπου η ορθή χριστιανική πίστη κινδυνεύει από αιρετικές διδασκαλίες και σύγχρονα είδωλα, προβάλλει ο Άγιος Αιμιλιανός Επίσκοπος Κυζίκου, ο «κραταιός αὐτός πρόμαχος τῆς ἀληθείας» ως πνευματικός καθοδηγητής και διδάσκαλος για όλους όσους αγωνίζονται νυχθημερόν, εμπνεόμενοι από τη χάρη του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και από το μεγαλείο της αληθούς χριστιανικής πίστεως και ζωής. 

Αριστείδης Γ. Θεοδωρόπουλος
Εκπαιδευτικός


Βιβλιογραφία 

Ακολουθία του εν Αγίοις πατρός ημών Αιμιλιανού Επισκόπου Κυζίκου του Ομολογητού, Εν Κωνσταντινουπόλει, 1876. 

Μπούσια Χαραλάμπους Μ., Μεγάλου Υμνογράφου της των Αλεξανδρέων Εκκλησίας, Χαιρετισμοί και Παρακλητικός Κανών εις τον εν Αγίοις πατέρα ημών Αιμιλιανόν Επίσκοπον Κυζίκου, εξαιρέτως τιμώμενον εν Καλλιμασιᾴ Χίου, Εκδόσεις «άλφα πι», Χίος 2015. 

Εικόνες

[01] Η παλαιά εφέστια εικόνα του Αγίου Αιμιλιανού Επισκόπου Κυζίκου από τον ομώνυμο Ιερό Ναό της Καλλιμασιάς Χίου.

[02] Ο ιστορικός Ιερός Ναός του Αγίου Αιμιλιανού Επισκόπου Κυζίκου στην ομώνυμη παραθαλάσσια περιοχή της Χίου.

[03] Άποψη από το εσωτερικό του Ιερού Ναού Αγίου Αιμιλιανού Καλλιμασιάς Χίου.

[04] Η εικόνα του Αγίου Αιμιλιανού στην Αγία Τράπεζα του ομωνύμου Ιερού Ναού της Καλλιμασιάς Χίου.

[05] Ο Ιερός Ενοριακός Ναός του Αγίου Αιμιλιανού Επισκόπου Κυζίκου στη συνοικία Ταραμπούρα των Πατρών. www.panoramio.com

[06] Στιγμιότυπο από τον Πανηγυρικό Αρχιερατικό Εσπερινό της 7ης Αυγούστου 2013 στον Ιερό Ναό Αγίου Αιμιλιανού Καλλιμασιας Χίου χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Χίου, Ψαρών και Οινουσσών κ. Μάρκου.

[07] Στιγμιότυπο από την Αρχιερατική Πανήγυρη της 8ης Αυγούστου 2011 στον Ιερό Ναό Αγίου Αιμιλιανού Καλλιμασιάς Χίου, όπου προεξήρχε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Μηθύμνης κ. Χρυσόστομος.

[08] Στιγμιότυπο από την Αρχιερατική Πανήγυρη της 7ης Αυγούστου 2008 στον Ιερό Ναό Αγίου Αιμιλιανού Καλλιμασιάς Χίου, χοροστατούντος του μακαριστού Μητροπολίτου Χίου, Ψαρών και Οινουσσών κυρού Διονυσίου.

Η αναδημοσίευση επιτρέπεται με την απαραίτητη προϋπόθεση της αναφοράς του συγγραφέα και του ιστολογίου πρώτης δημοσίευσης: http://kallimasia.blogspot.gr

Οι πρώτες Εικόνες της Θεοτόκου

$
0
0
ΥΠΕΡΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΟΣ
Χαίροις η μετά Θεόν Θεός 
τα δευτερεία της Θείας Τριάδος η έχουσα 
(Αγ. Ανδρέα Κρήτης ) 
Οι πρώτες Εικόνες της Θεοτόκου 

Πόπης Χαλκιά – Στεφάνου 

Η πιο πολυύμνητη μορφή της Ορθοδοξίας είναι η της Υπεραγίας Θεοτόκου. Άπειροι Ύμνοι, Ακολουθίες, Τροπάρια με απαραμίλλου μέλους μουσουργήματα έχουν γραφεί για την Πανανθρώπινη Μητέρα του Φωτός. Η γλυκυτάτη και σεπτή μορφή Της αποτελεί τις πιο προσφιλείς ιστορήσεις των αγιογράφων με εκπάγλου ωραιότητος καλλιτεχνήματα. 

Παμμέγιστη υπήρξε η επίδραση της τιμής προς την Θεοτόκου στη Τέχνη συνολικά, στη Λογοτεχνία, στις Εικαστικές τέχνες, στη Μουσική, που ενέπνευσε τους καλλιτέχνες όλων των εποχών και όλων των χωρών σε αριστουργήματα του λόγου, του χρωστήρα, της σμίλης, του τόνου. Ιδιαίτερα στη Ζωγραφική αναρίθμητοι είναι οι τεχνίτες και οι καλλιτέχνες, που εμπνεύσθηκαν από τη Θεία Μορφή Της. Κατά την Παράδοση της Εκκλησίας πρώτος ο Ευαγγελιστής Λουκάς «εποίησεν Εικόνα της Θεοτόκου» και ιστόρησε τις πρώτες Εικόνες της Θεομήτορος. Η άποψη, ωστόσο, αυτή έχει προκαλέσει σύγχυση μεταξύ των μελετητών των εικόνων αυτών, αφού κυκλοφορούν και αναπαράγονται απόψεις και γνώμες, μερικές φορές, εντελώς αβασάνιστα και ανεκμηρίωτα. 

Ο Καθηγητής και Ακαδημαϊκός Σιώτης Μάρκος, που έχει ασχοληθεί με το θέμα αυτό στο έργο του, Η διδασκαλία της Ορθοδόξου Εκκλησίας περί Ιερών Εικόνων» γράφει «Η γραπτή πληροφορία αφορά εις την παράδοσιν της Εκκλησίας, κατά την οποίαν ο Ευαγγελιστής Λουκάς κατέλιπεν εικόνας τινάς της Παναγίας. Η παράδοσις αυτή είναι τόσον ισχυρά, ώστε να προβληματίζη σοβαρώς τους ερευνητάς της κατά πόσον ήτο δυνατόν να διατυπωθή μία τοιαύτη εκ-κλησιαστική παράδοσις άνευ πραγματικού ιστορικού υποβάθρου» ( 1990, ό.π., σελ. 47). 

Εξάλλου, ο Όσιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός σε επιστολή του προς τον αυτo-κράτορα Θεόφιλο μνημονεύει: «Και γάρ ο θεσπέσιος Απόστολος και Ευαγγελιστής Λουκάς του θείου και σεβάσμιου χαρακτήρα της Πανάγνου Θεομήτορος Μαρίας, έτι εν σαρκί αυτής ζώσης εν Ιερουσαλήμ, και τας διατριβάς ποιουμένης εν τη αγία, Σιών, ζωγραφικαίς μίξεσι τήν της πανάγνου στήλην εν πίναξι διεχάραξεν, ως εν κατόπτρω τη μετέπειτα γενεά καταλελοιπώς» ( Λόγος αποδεικτικός περί των Αγίων και Σεπτών Εικόνων, P.G. τόμ. 95, σελ. 321 και 349) και δέχεται απροκάλυπτα ότι ο Ευαγγελιστής Λουκάς ιστόρησεν πρώτος τη μορφή της Θεοτόκου. 

Και ο Άγιος Νεκτάριος στο έργο του: «Μελέτη περί των Αγίων Εικόνων», προβληματιζόμενος κατά πόσον οι πρώτες Εικόνες της Παναμώμου Μαρίας είναι έργα του Ευαγγελιστού Λουκά γράφει: «Οι περί τα ζητήματα αυτά ασχολούμενοι λέγουσιν ότι δεν είναι έργα αυτού, διότι ο Λουκάς δεν υπήρξεν ζωγράφος και ουδεμίαν μαρτυρίαν αρχαίων ιστορικών έχομεν μαρτυρούσαν την ζωγραφικήν εμπειρίαν του Λουκά. Ο Απόστολος Παύλος καλεί αυτόν ιατρόν, αλλά ζωγράφον ουδέ ποτέ τις αυτόν εκάλεσε». Και συνεχίζει ότι όλα αυτά τα επιχειρήματα, που από τους αντιφρονούντες αργότερα μελετητές του χρησιμοποιούνται, είναι πολύ ανίσχυρα για να αποκρούσουν κάθε αντίθετη άποψη, γιατί «στηρίζονται επί απλής υποθέσεως και ουχί ιστορικής μαρτυρίας», δεδομενου ότι ουδέποτε εγράφη από κάποιον ιστορικόν λεπτομερής βίος τού Ευαγγελιστού Λουκά, ώστε να είναι γνωστή η ιδιότητά του, δηλαδή τι εγνώριζε και τι αγνοούσε ο Ευαγγελιστής. Πιο κάτω όμως αναγράφει: «ουδ΄όλως δε θαυμαστόν να ηπίστατο την ζωγραφικήν, ως σπουδάσας εν Ελλάδι, εν ή η καλλιτεχνία ήτο μάθημα εκμανθανόμενον υπό των καλώς ηγμένων νέων». Και δεν αποκλείεται το ενδεχόμενον της ιδιαιτέρας κλίσεως «προς τας καλάς τέχνας να εκίνησε τον Λουκάν να εκμάθη την ζωγραφικήν ως ερασιτέχνης, προς τέρψιν απλήν και ουχί προς επάγγελμα». 

Ο Ευαγγελιστής Λουκάς, ο μόνος που παρέχει λίγες πληροφορίες για την Υπεραγία Θεοτόκο – σε αντίθεση από τους άλλους Ευαγγελιστές, Μάρκο, Ματθαίο και Ιωάννη, οι οποίοι δίνουν μεγαλύτερη βαρύτητα στο πρόσωπο του Θεανθρώπου Υιού Της και περιορίζονται μόνον σε φραστικές αναφορές για τη Θεομήτορα – όταν ετελείωσε τη ζωγραφική της Θείας Μορφής Της, επέδειξε την απεικόνιση αυτή στη Θεοτόκο κι εζήτησε τη γνώμη Της. Σύμφωνα με την Εκκλησιαστική Παράδοση η Πανάχραντη Μητέρα του Ιησού τού απήντησε, ότι ναι μεν χαίρεται, αλλά κάτι λείπει από την μητέρα. Λείπει το παιδί της! Καλόν θα είναι να ζωγραφίσει τη μητέρα με το παιδί στην αγκάλη της. 

Ο Ευαγγελιστής Λουκάς με ευχαρίστηση υπάκουσε στην προτροπή Της. Έτσι, όταν τελείωσε τη ζωγραφική και την είδε η Θεοτόκος, τόσο πολύ χάρηκε, ώστε τού ευχήθηκε: «Η Χάρις του εξ εμού τεχθέντος είη μεθ'υμών»(Ζιόμπολα Νεκταρίου Αρχιμ. Σαράντα Εικόνες της Παναγίας, σελ. 26). 

Η πρώτη αυτή Εικόνα της Θεομήτορος μετά τού παιδός Ιησού στη Θεία Αγκάλη Της, η ευλογημένη από την Πανάχραντη Μητέρα Του Θεού, απετέλεσε τη μήτρα, επάνω στην οποία στηρίχθηκαν όλες οι επόμενες απεικονίσεις της Υπεραγίας Θεοτόκου. Η Εικόνα αυτή ονομάσθηκε Παναγία η Βρεφοκρατούσα. Η Παρθένος Μαρία εικονίζεται εδώ στην ηλικία της εποχής εκείνης, δηλαδή άνω των πενήντα ετών – αφού ένδεκα χρόνια μετά την Ανάληψη του Κυρίου, η Θεοτόκος εκλήθη από τον Ουράνιο Βασιλέα. Ο Ιησούς ιστορείται μικρός στην ηλικία, αλλά με χαρακτηριστικά ωρίμου ανδρός και όχι με εκείνα κανονικού βρέφους. 

Την άποψη ότι ο Ευαγγελιστής Λουκάς εμερίμνησε για την ζωγραφική απόδοση της πρώτης Εικόνας της Θεομήτορος αποδέχεται και ο Καθηγητής Ακαδημαϊκός Μάρκος Σιώτης. Στο προαναφερθέν μάλιστα έργο του αναφέρει ότι και «ο Συμεών ο Μεταφραστής χαρακτηρίζει τας εικόνας ταύτας του Ευαγγελιστού Λουκά» ως «φιλίας θερμότατης τεκμήριον» μετά της Θεοτόκου»· γεγονός που σημαίνει ότι «η μακραίωνη παράδοσις της αρχαίας Εκκλησίας αναγνώριζε την μετά της Θεοτόκου σύναψιν στενών προσωπικών σχέσεων σεβασμού, τιμής και αγάπης του Λουκά». Και όπως διαφαίνεται οι στενές προσωπικές σχέσεις του Ευαγγελιστού με την Θεοτόκο Μαρία συνήφθηκαν κατά τη διετή και περισσότερο παραμονή του στην Παλαιστίνη, όταν ο διδάσκαλος και στενός του συνεργάτης Απόστολος Παύλος ευρισκόταν δέσμιος στη φυλακή της Παλαιστίνης (58-60 μ.Χ.), περιμένοντας τη μεταφορά του στη Ρώμη, για να δικασθεί. ( Πράξ. 25,11). Στο διάστημα αυτό ο Ευαγγελιστής Λουκάς, που τακτικά εκινείτο μεταξύ Καισαρείας και Ιεροσολύμων, ερχόταν σε περισσότερη επικοινωνία με τη Θεομήτορα. 

Από την πρώτη εκείνη Εικόνα του Ευαγγελιστού Λουκά προέκυψαν με την πάροδο του χρόνου και άλλα αντίγραφα. Οι γνωστές σήμερα Εικόνες της Θεομήτορος, που αποδίδονται στον Θείον Ευαγγελιστή Λουκά είναι της Παναγίας Σουμελά, της Μονής Κύκκου στην Κύπρο και της Μονής Μ. Σπηλαίου στα Καλάβρυτα. Και στις τρεις Εικόνες «κατά το πλείστον καταστραφείσας» η Θεοτόκος ιστορείται «μετά του παιδός Ιησού Χριστού». (Σιώτου Μάρκου, ό.π., σελ. 51-52). 

Τελευταία αναφέρεται μία ακόμη Εικόνα της Θεοτόκου, ιστορημένη από τον Ευαγγελιστή Λουκά, η οποία ευρίσκεται στην «έν Ρίλνα της μικράς Ρωσίας». Την άποψη αυτή υποστηρίζει και ο Άγιος Νεκτάριος στο προαναφερθέν έργο Του που επιμελήθηκε κι εμπλουτίστηκε από τον Κωνσταντίνο Καβαρνό (Εκδ. Ορθοδόξου Τύπου, Αθήναι 1997, σελ.103). 

Και βέβαια οι σημερινές Εικόνες της Παναγίας της Μονής Σουμελά, της Μονής Κύκκου και της Μονής Μεγάλου Σπηλαίου είναι αναμφίβολα μεταγενέστερες, αφού έχουν παρέλθει τόσες εκατοντάδες χρόνια από την ιστόρησή τους· είναι όμως ακριβή αντίγραφα των πρώτων ιστορικών Εικόνων του Ευαγγελιστού Λουκά και επιπλέον ό,τι έχει απομείνει από την αρχική, ευρίσκεται συνδεδεμένο με το αντίγραφο. Οπωσδήποτε, πάντως, η Θεία Χάρη της αρχικής Εικόνας υπάρχει ασφαλώς και στο μετέπειτα αντίγραφό της, 

Παραδίδεται ακόμη, κάπως αόριστα όμως, ότι ο Ευαγγελιστής Λουκάς ιστόρησε μετά τις πρώτες Εικόνες της Θεοτόκου και άλλες εβδομήκοντα. Εάν όμως τούτο ήταν αληθές θα έπρεπε οι Εικόνες αυτές να ήταν της ίδιας τεχνοτροπίας και να μην ευρίσκονται σε καλή κατάσταση, όπως εκείνες οι πρώτες. Βέβαιον, πάντως, είναι ότι προέρχονται από άλλους σπουδαίους αγιογράφους, πολύ μεταγενεστέρων εποχών, ίσως και χιλίων ετών (Ζιόμπολα Νεκταρίου Αρχιμ., ό.π., σελ. 27). 

Την ύπαρξη μιας από τις πρώτες Εικόνες της Θεοτόκου μνημονεύει πρώτος ο εκκλησιαστικός συγγραφέας Θεόδωρος ο Αναγνώστης(+527), που ήκμασε τον 6ον μ.Χ. αιώνα. Ο Θεόδωρος Αναγνώστης, αναφερόμενος σε παλαιότερη προφορική Παράδοση, ομιλεί για συγκεκριμένη Εικόνα της Παναγίας Μητέρας του Θεανθρώπου που εσώζετο ακόμη επί των ημερών του, και ήταν γνωστή στην Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως ως ιστορηθείσα από τον Ευαγγελιστή Λουκά. Την Εικόνα αυτή της Θεομήτορος έστειλε η σύζυγος του Θεοδοσίου Β΄ (408-450) Ευδοξία ως ευλογία στη θυγατέρα της και σύζυγο του αυτοκράτορα Μαρκιανού (450-457) Πουλχερία, την οποία η ευσεβής αυτοκράτειρα αποθησαύρισε για προσκύνηση από όλους τους χριστιανούς στη Μονή των Οδηγών που ανήγειρε προς τιμήν τής Υπεραγίας Θεοτόκου. (Migne 86,165). Έκτοτε η Εικόνα αυτή έλαβε την επωνυμία Παναγία Οδηγήτρια. Ίσως εδώ να έχει την αφετηρία της η ονομασία η Εικόνα Παναγία η Οδηγήτρια, που μέχρι σήμερα κυκλοφορεί από τους αγιογράφους σε διάφορες παραλλαγές.

Παναγία η Οδηγήτρια 

Εξάλλου, και αν ακόμη θεωρηθεί αμφίβολη η μαρτυρία του Συμεών του Μεταφραστού (Βίος του Λουκά § 6 Migne 115, 1136), που αποδίδει Εικόνα της Θεοτόκου, στον Ευαγγελιστή Λουκά, το Μηνολόγιο του αυτοκράτορα Βασιλείου Β΄, που ανάγεται στο 980 μ.Χ. περίπου, παρουσιάζει τον Λουκά ως ζωγράφο της Εικόνας της Υπεραγίας Θεοτόκου· και βέβαια παλαιότερα, τον 6ον αιώνα, ο Θεόδωρος ο Αναγνώστης (+527) αναφέρει ότι «την Εικόνα της Θεομήτορος, ήν ο Απόστολος Λουκάς καθιστόρησεν, έξ Ιεροσολύμων απέστειλεν» (Migne 86,165) στην αυτοκράτειρα Ευδοξία στην Κωνσταντινούπολη· δε μπορεί όμως να αναχθεί παλαιότερα, πέραν του 5ου αιώνα, δεδομένου ότι και ο Αυγουστίνος (354-430), που είχε πολλές σχέσεις με την Παλαιστίνη και ο Ιερώνυμος ( 342-420) που έμεινε για πολύ διάστημα στην πόλη αυτή, αγνοούν το πρόσωπο της Παρθένου Μαρίας (neque novimus faciem virginis Mariae), όπως και ότι υπήρχε Εικόνα της Θεοτόκου στην Ιερουσαλήμ. 

Την Εικόνα της Παναγίας των Οδηγών, που εθεωρείτο ιερόν Παλλάδιον της Βασιλεύουσας, περιέφεραν οι χριστιανοί κατά τις τελετές, τις λιτανεύσεις και τις μάχες με πολλή ευσέβεια και δεν παρέλειπαν κάθε Τρίτη ημέρα της εβδομάδος να περιφέρουν την Εικόνα «ως ιερόν φυλακτήριον τω περιβόλω της Πόλεως, στηριζομένη επάνω στους ώμους των θεραπόντων Της». Το έτος 1204 μετά την κατάληψη της Βασιλεύουσας από τους Φράγκους μεταφέρθηκε στη Βενετία Στην πληροφορία αυτή αναφέρεται και ο Π. Ν. Τρεμπέλας στο έργο του «Υπόμνημα εις το κατά Λουκά Ευαγγέλιον». (Εκδ. Αδελφότητος Θεολόγων Η ΖΩΗ, Αθήναι 1992, σελ. 7). 

Μία άλλη εκδοχή, την οποία μνημονεύει ο Καθηγητής Μάρκος Σιώτης η Εικόνα αυτή της Παναγίας των Οδηγών - που κατά θαυματουργικό τρόπο, τον οποίον δε διασώζει η Παράδοση μεταφέρθηκε και πάλι στη Βσιλεύουσα ως ακαταμάχητον οχύρωμα της Πόλης-καταστράφηκε από τους γενιτσάρους κατά την Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως το έτος 1453, οπότε και εχάθηκαν τα ίχνη της (ό.π., σελ. 48-49). 

Εξάλλου, στην Εκκλησία της Santa Maria Maggiore στην Ρώμη, στην Capella Praolina ευρίσκεται πολύ παλαιά Eικόνα της Θεομήτορος, που αποδίδεται στον Απόστολον κι Ευαγγελιστή Λουκά. Το ιστορικό της φθάνει πίσω μέχρι το 847. Δεν αποκλείεται όμως να είναι και παλαιότερη. Ίσως να αφορά την ίδια Εικόνα της Θεομήτορος. 

Οπωσδήποτε, πάντως, η Παράδοση του Ευαγγελιστού Λουκά ως ζωγράφου ενέχει ισχυρό ιστορικό στοιχείο αληθείας. Και τούτο, γιατί υπομιμνήσκει τη μεγάλη επίδραση, που άσκησε ο Ευαγγελιστής Λουκάς στη χριστιανική τέχνη,«της οποίας εν πραγματική εννοία δύναται να κληθή ο ιδρυτής της»(Τρεμπέλα Π.Ν. ό π., σελ. 7) . 

Η Θεοτόκος στην εικονογραφία 

Το σεπτό πρόσωπο της Θεοτόκου είναι το προσφιλέστερο στην εικονογραφία. Η Παρθένος Μαρία είναι η «αγιωτέρα απάντων των Αγίων» και «υπερτέρα και αυτών ακόμη των Χερουβείμ και των Σεραφείμ». Από τον ποιητή του Ακαθίστου Ύμνου υμνείται ως «Αγία των Αγίων μείζων»

Στην Ορθόδοξη τέχνη δεν είναι απλώς «αγία», αλλά εξαιτίας της μοναδικότητος του μυστηρίου, το οποίον Τής απεκαλύφθη, κατέστη η«Παναγία». Η παναγιότητα αυτή της Θεοτόκου Μαρίας ιστορείται με ζηλευτή ευλάβεια από την Ορθόδοξο τέχνη, η οποία καθιερώνει και εδραιώνει την απεικόνιση της Θεοτόκου ως «Παναγίας» και «Υπεραγίας», για να εξάρει τη δογματική διδασκαλία, όσον αφορά το πρόσωπο της Θεομήτορος σε σχέση με το μέγα γεγονός της Σαρκώσεως του Θείου Λόγου και τη μέσω αυτού σωτηρία του κόσμου. 

Η Ορθόδοξη τέχνη προσπαθεί με την Αγία Μορφή της Θεομήτορος να υποδείξει το «δόγμα της σαρκώσεως του Υιού του Θεού» και όχι απλά να εμφανίσει την άδολη και σεμνή παρθένο της Ναζαρέτ πριν ακόμη επέλθει επ’αυτής το Άγιον Πνεύμα και καταστεί η Παρθένος Μήτηρ, συγχρόνως δε και«όντως Θεοτόκος»

Έτσι, μολονότι η απεικόνιση της Παρθένου Μαρίας είναι πολύ παλαιά στη χριστιανική τέχνη με τις πρώτες γνωστές παραστάσεις στις τοιχογραφίες των ρωμαϊκών κατακομβών, εντούτοις μετά τη Σύνοδο της Εφέσου (431 μ.Χ.), κατά την οποία η Παρθένος Μαρία ανεκηρύχθη «όντως Θεοτόκος», αναπτύσσεται σταδιακά η Θεομητορική εικονογραφία. 

Η απαράμιλλη λατρεία στο πρόσωπο της Αειπαρθένου Μαρίας ενέπνευσε τους αγιογράφους όλων των μετά Χριστού εποχών σε κορυφαία αριστουργήματα τέχνης. Στη ζωγραφική ιδιαίτερα μια αναρίθμητη σειρά καλλιτεχνών εμπνεύσθηκαν από την Ιερή Μορφή της Θεοτόκου, που σύμφωνα με την Παράδοση πρώτος ο Ευαγγελιστής Λουκάς ιστόρησε και κατόπιν ακολούθησαν μεμονωμένες παραστάσεις της Θεομήτορος στις κατακόμβες· και μετέπειτα στις βυζαντινές Εικόνες και τοιχογραφίες εδημιούργησαν αριστοτεχνικά κι επιδέξια την Ορθόδοξη, τη βυζαντινή τέχνη. 

Αναφέρεται ότι όσοι είχαν γνωρίσει τον Ιησού Χριστό και την Υπεραγία Θεοτόκο κατά την επίγεια ζωή Τους, έδιναν πάντα σχετικές πληροφορίες, σε εκείνους που ήθελαν να γνωρίζουν περισσότερα. Με αυτές τις πληροφορίες δημιουργήθηκε μέσα στους κόλπους της Εκκλησίας από πολύ ενωρίς μία συγκεκριμένη παράδοση όσον αφορά στα χαρακτηριστικά του προσώπου, τα μέλη του σώματος και γενικά στην όλη εμφάνιση των Θείων Μορφών του Ιησού και της Θεομήτορος. 

Τις περιγραφές αυτές διέσωσαν πολλοί ιστορικοί και συγγραφείς. Ευνόητο επομένως είναι η παράδοση αυτή να παρουσιάζει κάποιες παραλλαγές, όχι μόνο, επειδή για μεγάλο χρονικό διάστημα ήταν προφορικές, αλλά και επειδή τα διάφορα περιστατικά αναφέρονται σε διάφορες ηλικίες και φάσεις στη ζωή των εικονιζομένων προσώπων. 

Στο πρόσωπο της Θεοτόκου εξεικονίζονται οι δογματικές παραστάσεις της Ορθοδόξου Πίστεως και παράλληλα συνοψίζονται πολλοί συμβολισμοί· δεν είναι μόνον το αρχέτυπον της Μητέρας του Θεανθρώπου, αλλά ταυτόχρονα εξεικονίζει ιδιαίτερες θεολογικές, ιστορικές και τοπικές σηματοδοτήσεις Η Ορθόδοξη εικονογραφία παριστάνει τη Θεομήτορα, όχι απλά σαν ένα τύπο γυναίκας με φυσική ωραιότητα, αλλά ως μία μορφή που εμφανίζει αισθητά την παναγιότητα, η οποία Τής εδωρήθη από τον Κύριον∙ και που ανάγεται στο Μυστήριον της Σαρκώσεως του Λόγου του Θεού. Με την απεικόνιση της πάνσεπτης Μητέρας του Θεού η Ορθόδοξη εικονογραφία επιθυμεί: «να αποδείξη το δόγμα της σαρκώσεως και όχι απλώς να εμφανίση ημίν την απλήν Παρθένο από τη Ναζαρέτ, πριν επέλθη επ΄αυτής Πνεύμα Άγιον και Δυνάμις Υψίστου επισκιάση αυτήν» (Λουκ.α΄35) και καταστή ούτως «Η Παρθένος άμα δε και η όντως Θεοτόκος» (Καλοκύρη Κ. Δ. στη Θ.Η.Ε., τόμ. 5, σελ. 376). 

Η Θεογεννήτωρ Μαρία στην Ορθόδοξη αγιογραφία ιστορείται κατά τον Θεόδοτον Επίσκοπον Αγκύρας (Ε΄αιώνας) ως «περιβεβλημένη την Θείαν Χάριν τοις όμμασιν αγιολαμπής». Έτσι, με την Χάριν, που «εύρε παρά τώ Θεώ»(Λουκ.α΄31) «έτεκεν τον Σωτήρα του κόσμου» και έλαβε η μόνη από όλον τον γυναικείο πληθυσμό το θείο κάλλος· για τούτο στην Ορθόδοξη εικονογραφία ιστορείται ως «η μόνη άμωμος έν γυναιξί και καλή»

Επειδή όμως στον καθαρά δογματικού και θεολογικού περιεχομένου βασικό εικονογραφικό τύπο της Παρθένου Μαρίας δεν υπάρχουν καλλιτεχικά πρότυπα, η Ορθόδοξη αγιογραφία εδημιούργησε έναν ιδεώδη τύπο απεικόνισης της Θεοτόκου, ο οποίος με την έξαρση και τον τονισμό των χαρακτηριστικών της Θεομήτορος, διαφοροποιείται από τις γυναικείες φυσιογνωμίες της καθημερινής ζωής και εμπνέει την ιδέα της υπερβατικής πραγματικότητας, στην οποία η Θεία Μορφή της Υπεραγίας Θεοτόκου ευρίσκεται. 

Για τη μορφή της Υπεραγίας Θεοτόκου ο Επιφάνιος ο Αγιοπολίτης στο βιβλίο του με τον τίτλο «Εις τον βίον της Υπεραγίας Θεοτόκου» γράφει: «Το ήθος αυτής ήν τοσούτον σεμνή κατά πάντα και ολιγόλογος, ταχυπήκοος, ευπροσήγορος (ο καταδεκτικός, ο φιλικός), απαρρησίαστος (ο συνεσταλμένος, ο προσεκτικός) προς πάντα άνθρωπον, αγέλαστος (ο σοβαρός άνθρωπος), ατάραχος, αόργητος (ο μη οργιζόμενος), ευπροσκύνητος (ο εύκολος προσκυνών, ο γονατίζων), τιμητική, τιμώσα και προσκυνούσα πάντα άνθρωπον ώστε θαυμάζειν άπαντας εις την σύνεσιν και την λαλιάν αυτής την ηλικίαν (ανάστημα) μεση· τινές δέ φασιν αυτήν πλέον έχειν του μέσον∙ σιτόχρους, ξανθόθριξ, ξανθόμματος, ευόφθαλμος (ο έχων μεγάλους και ωραίους οφθαλμούς) μελανόφρων, επίρρινος (ο έχων μεγάλην ρίνα) μακρόχειρ, μακροδάκτυλος, μακροπρόσωπος, χάριτος θείας και ωραιότητος πεπληρωμένη· άτυφος (ταπεινόφρων, ο έχων ταπεινόν φρόνημα), ασχημάτιστος, (ο ανεπιτήδευτος, ο μη καλλωπιζόμενος), άβλακος (νοήμων), ταπείνωσιν υπερβάλλουσα έχουσα∙ διό και επέβλεψεν επ’ αυτήν ο Θεός, ως αυτη έφη μεγαλύνουσα τον Κύριον (Λουκ. α΄46)· ιμάτια αυτόχροα αγαπώσα και φορούσα· και μαρτυρεί το άγιον μαφόριον αυτής∙ ενήθεν δε τα των ερίων, ήγουν τα του ναού του Κυρίου· και ετρέφετο εκ του ναού του Κυρίου· καρτερούσα ταις προσευχαίς και τη αναγνώσει, και τη νηστεία, και τω εργοχείρω και πάση αρετή∙ ως τη ποικιλία των έργων, και τη καταστάσει, πολλών γυναικών γενέσθαι την όντως αγίαν Μαρίαν» (P.G., τόμ.120, σελ.122,3) . 

Με τα ανωτέρω χαρακτηριστικά, τους μεγάλος οφθαλμούς και τη μεγάλη ρίνα, το μικρό στόμα, το ωραίο περίγραμμα του προσώπου, τη γλυκύτητα στην έκφραση του βλέμματος, την ιλαρότητα στην όψη και σε ολόκληρη τη μορφολογία του προσώπου η Ορθόδοξη αγιογραφία επέτυχε να αποδώσει τη χαριτόβρυτο αγιότητα της Θεομήτορος∙ και καθιέρωσε τον τύπο της Βυζαντινής Παναγιάς, τύπο στον οποίο κάθε χριστιανός από οποιοδήποτε δόγμα διαβλέπει, όχι ένα φυσικό πρόσωπο, αλλά την ιερότητα της θείας μορφής και το κάλλος, το οποίον «ούκ εστιν εκ του κόσμου τούτου»· αφού η βυζαντινή εικονογραφία είναι τέχνη, που ενδιαφέρεται για τα πνευματικά ιδεώδη για την υπερβατική πραγματικότητα. 

Τη ζωγραφική της Εικόνας στη βυζαντινή αγιογραφία δεν την ενδιαφέρει το σώμα με τη ψιλή, τη γυμνή «σωματική» έννοια, αφού δεν είναι απλό βιολογικό σώμα, εστερημένον της Θείας Χάριτος, αλλά «ναός του Αγίου Πνεύματος». Εδώ το σώμα, μολονότι διατηρεί τους φυσικούς μορφολογικούς του χαρακτήρες, οι οποίοι όμως δεν αποδίδονται με την αυστηρή φυσιοκρατική αλήθεια, εξευγενίζεται και ανυψώνεται στην άλλη πραγματικότητα. Έτσι, το ρεαλιστικό στοιχείο δεν αποτελεί ως προς την απόδοση πιστή μίμηση ζώντων προτύπων της φυσικής πραγματικότητας, αλλά με την ένταξή του στον υπερβατικό χώρο, το σώμα που εξιδανικεύεται, μεταποιείται σε στοιχείο υψηλής έκφρασης, της πρόγευσης της καινής κρίσης. Ο πιστός βέβαια έχει την αίσθηση του υλικού, αντιλαμβάνεται όμως ότι αυτή η ύλη μετασχηματίσθηκε και «ενεδύθη την αθανασίαν» (Α΄Κορ. ιε΄52-54, Θ.Η.Ε. τόμ. 5, σελ. 367).

Βυζαντινές Εικόνες της Θεοτόκου

$
0
0
Της Πόπης Χαλκιά-Στεφάνου

Το υπερύμνητο όνομα της Υπεραγίας Θεοτόκου ύμνησε με το χρωστήρα του μία πλειάδα αγιογράφων της Ορθοδοξίας και ιστόρησε εκπάγλου ωραιότητας Εικόνες, άλλοτε παριστάνοντας την Αειπάρθενο Μαρία μόνη, χωρίς το μικρό Ιησού και άλλοτε κρατώντας στα γόνατα της το Μονογενές Της τέκνο.

Οι σπουδαιότερες Βυζαντινές Εικόνες της Υπεραγίας Θεοτόκου, είναι:

1. Η Δεομένη. Η απεικόνιση της Θεοτόκου Δεομένης προέρχεται από το γνωστό τύπο των κατακομβών, ο οποίος στους χώρους αυτούς έγινε αρχικά το σύμβολο της δεομένης ψυχής. Εδώ η Παρθένος ιστορείται όρθια σε μετωπική απεικόνιση με υψωμένας τας Χείρας Της προς τον Ουρανό, σε στάση δεητική. Δέεται στον Παντοκράτορα υπέρ της Εκκλησίας, των πιστών χριστιανών και όλων των απογόνων του Αδάμ. Η απεικόνιση της Θεοτόκου Δεομένης παριστάνεται ακόμη και εστραμμένη πλαγίως προς τον Ιησού Χριστό, όπως στο Τρίμορφο του τέμπλου και στην παράσταση, τη λεγόμενη Θεοτόκος η Παράκλησις. Ο εικονογραφικός τύπος της Δεήσεως επικρατεί και έχει ευρεία διάδοση κυρίως στους βυζαντινούς χρόνους.


2. H Πλατυτέρα. Είναι επίσης πολύ προσφιλής ο τύπος αυτός στην Ορθόδοξη αγιογραφία. Την ονομασία της οφείλει στο Μεγαλυνάριον της Λειτουργίας του Μεγάλου Βασιλείου, «την σην μήτραν θρόνον εποίησεν∙ και την σην γαστέρα πλατυτέρα των ουρανών απειργάσατο». Η Πλατυτέρα εικονίζεται συνήθως στο τεταρτοσφαίριον της κόγχης του Ιερού Βήματος, προφανώς συμβολικά, επειδή με τη σάρκωση του Λόγου του Θεού η Θεοτόκος κατέστη «η γέφυρα η μετάγουσα τους εκ γης προς ουρανόν»

Κατέστη «η κλίμαξ επουράνιος, δι'ής κατέβη ο Θεός», και στο τεταρτημόριον της κόγχης που έχει τη μορφή της φάτνης – Πλατυτέρας η οποία εχώρεσε τον κόσμον όλον· ούτω έλαμψεν η χαρά στον κόσμον Για τούτο σε κάποιους ναούς επιγράφεται Η Πάντων Χαρά.

Η Πλατυτέρα εικονίζεται συνήθως ολόσωμη, όρθια σε μετωπική απόδοση με το Θείο Βρέφος στην μητρική Της αγκάλη· άλλοτε πάλι ημίσωμη, αλλά πάντοτε κατ’ ενώπιον, με τάς Χείρας εκτεταμένας κατά τον τύπο της Δεομένης· μπροστά στο στήθος ενίοτε φέρει μετάλλιον, όπου ιστορείται ο Χριστός ως Εμμανουήλ, νέος και αγένιος. Η απεικόνιση αυτή αποτελεί το γνωστό τύπο της Παναγίας της Βλαχερνιώτισσας, η οποία έλαβε το όνομα αυτό από την Εικόνα, που ιδιαιτέρως ετιμάτο στον Ναό των Βλαχερνών στην Κωνσταντινούπολη.

Άλλοτε πάλι εικονίζεται ολόσωμη, καθημένη επί θρόνου αυστηρή και αλύγιστη κρατούσα τον Ιησού παιδίον στα γόνατά Της. Αλλά και η ένθρονος Βρεφοκρατούσα είναι επίσης παλαιός τύπος.

3. Η Οδηγήτρια. Ο εικονογραφικός τύπους της Παναγίας της Οδηγήτριας είναι ιδιαίτερα διαδεδομένος στην Ορθόδοξη τέχνη. Εδώ η Θεοτόκος εικονίζεται κατά το άνω ήμισυ, Βρεφοκρατούσα με ελαφρώς εστραμμένο τον κορμόν προς τα αριστερά, όπου κρατεί με τη αριστερή Χείρα τον Ιησού Βρέφος (Αριστεροκρατούσα), ενώ υψώνει τη δεξιά εμπρός στο στήθος Της. Την ονομασία της έλαβε από την Εικόνα που εφυλάσσετο στη Μονή Οδηγών στην Κωνσταντινούπολη και η Οποία κατά την Παράδοση ιστορήθηκε από τον ευλογημένο χρωστήρα του Ευαγγελιστού Λουκά. 

Η Εικόνα της Παναγίας της Οδηγήτριας, που εθεωρείτο Ιερόν Παλλάδιον, ελιτανεύετο κατά τις τελετές και τις εορτές και κατά τις μάχες περιεφέρετο ανάμεσα στο στράτευμα· ενώ κάθε Τρίτη ημέρα της εβδομάδος περιεφέρετο ανά την Πόλη, στηριζομένη επάνω των πιστών χριστιανών. Η ίδια εικόνα απέτρεψε τους εχθρούς της αυτοκρατορίας κατά τον ΙΒ'αιώνα και την έθεσε επικεφαλής του θριάμβου του ο Μιχαήλ ο Παλαιολόγος κατά την είσοδό του με την ανακατάλυψη της Βασιλεύουσας από τους Βυζαντινούς το 1261. 

Στον εικονογραφικό τύπο της Παναγίας της Οδηγήτριας η Θεοτόκος φέρει υψηλόφρονα έκφραση και ελαφρύ μειδίαμα, σαν να σηματοδοτεί τη νίκη και τη δόξα, είναι η Θεοτόκος της νίκης και της δόξας. Ο Τύπος αυτός εμφανίζει αργότερα και την παραλλαγή της Παναγίας της Δεξιοκρατούσας. Τον ίδιο τύπο ακολουθούν και οι λεγόμενες αχειροποίητες Εικόνες της Θεομήτορος, για τις οποίες η πρώτη αναφορά γίνεται τον 6ον μ. Χ. αιώνα με την αυτοκράτειρα Ευδοξία, η οποία έστειλε την Εικόνα αυτή στη θυγατέρα της Πουλχερία. Ιδιαίτερη επίδραση είχε ο τύπος αυτός στη Δύση.

Στον εικονογραφικό τύπο της Παναγίας της Οδηγήτριας ανήκουν και άλλες απεικονίσεις της Θεοτόκου με κάποιες παραλλαγές :


α) Ρόδον το Αμάραντον. Εδώ η Θεοτόκος εικονίζεται στο μέσον μεγάλου ρόδου. Φέρει βασιλική ενδυμασία και χρυσοποίκιλτο στέμμα στην κεφαλή. Στη μία Χείρα κρατεί τον Ιησού Χριστό, ενδεδυμένον με αρχιερατικά άμφια και στην άλλη ρόδον, με το οποίο συμβολίζεται ο Θεάνθρωπος, που είναι το«αμάραντον ρόδον». Άγγελοι κρατούν ειλητό, που κατονομάζει την απεικόνιση «Ρόδον το αμάραντον χαίρε η μόνη βλαστήσασα». Πηγή της ιστόρησης αυτής είναι ο Ακάθιστος Ύμνος και συγκεκριμένα το τρίτο Τροπάριον της α΄Ωδής του Κανόνος Ιωσήφ του Υμνογράφου. 

Θεματικά η απεικόνιση ανήκει στους τελευταίους χρόνους της εικονογραφίας, η οποία γίνεται περισσότερο γνωστή τον ΙΗ΄ αιώνα.


β) Η Θεοτόκος το «Άξιόν εστιν». Στο κέντρο εικονίζεται η Θεοτόκος η Βρεφοκρατούσα, που φέρει πολύπτυχο και πανέμορφο μαφόριο και επί της κεφαλής περίτεχνο με πολύτιμα πετράδια διάδημα, το οποίον Άγγελοι, μέσα στα νέφη ιπτάμενοι, κρατούν. Περίτεχνο διάδημα φέρει επίσης και ο μικρός Ιησούς. Γύρω από τη Θεία Μορφή της Θεομήτορος και του Ιησού σε εικονίδια ευρίσκονται τυπωμένες οι σφραγίδες των είκοσι Μονών του Ιερού Άθω, που δηλώνουν τη γενική τιμή, τον σεβασμό και την αγάπη όλων των μοναχών προς τη Θεομήτορα. 

Η απεικόνιση αυτή οφείλει την ονομασία της στο γνωστό Μεγαλυνάριον «Άξιόν εστιν ως αληθώς μακαρίζειν σε την Θεοτόκον». Κατά την Παράδοση τον Ύμνον αυτόν της Παρθένου, εδίδαξεν ο Αρχάγγελος Γαβριήλ τον Ι΄ αιώνα.

Λίγο υψηλότερα από τους Αγίους Αγγέλους εικονίζεται ο Θεός Πατήρ, που παρακολουθεί, χαίρει και επικροτεί με τας απλωμένας Χείρας Του τις κινήσεις των Αγίων Αγγέλων, δηλαδή τη στέψη της Θεοτόκου από τον Θεόν - Πατέρα. 

Η απεικόνιση αυτή αγαπήθηκε και αναπτύχθηκε πολύ στη Δύση.

4. Η Παναγία η Γλυκοφιλούσα. Την ονομασία Γλυκοφιλούσα ο εικονογραφικός αυτός τύπος οφείλει στην τρυφερή εκδήλωση της Παρθένου Μαρίας προς το Μονογενές Της Τέκνο. Στην πραγματικότητα η Θεοτόκος δεν θωπεύει το Θείο Βρέφος. Δεν είναι ούτε θωπεύουσα, ούτε γλυκοφιλούσα, αλλά δέχεται τις θωπείες και τους ασπασμούς από το μικρό Ιησού – όπως κάθε νήπιον τελεί προς τη μητέρα Του – τον Οποίον φιλόστοργα κρατεί στην μητρική Της αγκάλη. και κλίνει την κεφαλή προς την παρειάν Του. Η Θεομήτωρ εδώ εικονίζεται σοβαρή, μελαγχολική με θλιβερό και λυπημένο βλέμμα. Ίσως να οραματίζεται το μελλοντικό δράμα που διαφαίνεται στο αγαπημένο Της Τέκνο, όπως και ο Άγιος Συμεών είχε προφητεύσει «σου δε αυτής την ψυχήν διελεύσεται ρομφαία» (Λουκ. Β, 35)

Στο αυτόν εικονογραφικό τύπο ανήκει και η των τελευταίων χρόνων Εικόνα της Θεομήτορος, η επονομαζομένη Παναγία η Καρδιώτισσα, στην οποία η στοργική μητέρα εναγκαλίζεται με τρυφερότητα τον μικρό Υιό Της – ίσως γιατί διαισθάνεται τα μελλούμενα –που εγγίζει απαλά τα θεϊκά χείλη Του στην παρειά της Παναγίας Μητέρας Του.


5. Η Παναγία η Γαλακτοτροφούσα. Στον εδώ εικονογραφικό τύπο της Παναγίας της Γαλακοτροφούσας ο Ιησούς ζωγραφείται νήπιον, το Οποίον με εξαιρετική τρυφερότητα φέρει η Θεομήτωρ στη Θεία Αγκάλη Της και το Οποίον θηλάζει από τον μαστό της Αγίας Μητέρας Του. Τον τύπο της Εικόνας αυτής φαίνεται να ενέπνευσε το χωρίον του Ευαγγελιστού Λουκά «μακαρία η κοιλία η βαστάσασά σε και μαστοί ους εθήλασας» (ια΄27). Ο τύπος αυτός έγινε γνωστός από τις κοπτικές τοιχογραφίες. 

Η απεικόνιση της Παναγίας της Γαλακοτροφούσας συναντάται τον Β'μ. Χ. αιώνα στις τοιχογραφίες της Ρώμης. Μεγάλη εξάπλωση έλαβε ο τύπος αυτός στη Δύση.


6. Η Παναγία του Πάθους (Η Αμόλυντος). Με λυπημένη, σχεδόν πένθιμη, έκφραση στην Αγία Μορφή Της εικονίζεται σε αυτό τον εικονογραφικό τύπο η Θεομήτωρ Πολύ πιο έντονα θλιμμένη από τους άλλους εικονογραφικούς τύπους. 

Σε αυτόν τον τύπο η Θεοτόκος ιστορείται συνήθως μόνον κατά το άνω ήμισυ σε μετωπική απεικόνιση. Με την αριστερή Της Χείρα βαστάζει «τον βαστάζοντα πάντα» Ιησού, παιδίον, ενώ με την δεξιά Της κρατεί και τα δύο χέρια του αγαπημένου Της σπλάχνου. Λίγο πιο ψηλά και αριστερά εικονίζεται ο Αρχάγγελος Γαβριήλ που κρατεί Σταυρόν, ενώ αντίστοιχα δεξιά ιστορείται ο Αρχιστράτηγος Μιχαήλ με τα σύμβολα του πάθους, τη λόγχη και τον σπόγγον.

Κάτω ακριβώς από τον Αρχάγγελον Γαβριήλ επίγραμμα ερμηνεύει τα σύμβολα αυτά· και παράλληλα είναι εμφανές και το δέος από την ανθρώπινη φύση του μικρού Ιησού «θνητή σάρκα ενδεδυμένον».

Ο αρχαιότερος τύπος της Παναγίας του Πάθους ευρίσκεται στην ολόσωμη Βρεφοκρατούσα της Μονή Αράκου Κύπρου.

7. Η Παναγία η Νικοποιός. Ο εικονογραφικός τύπος της Παναγίας της Νικοποιού ιστορείται με τη Μητέρα του Θεού ημίσωμη σε κατ’ενώπιον απεικόνιση, η Οποία κρατεί στη στοργική αγκάλη Της τον μικρό Ιησού. Η έκφρασή Της είναι αυστηρή και μεγαλοπρεπής Κατά την Παράδοση είναι έργο του Ευαγγελιστή Λουκά. 

Η Εικόνα της Νικοποιού Παρθένου ετιμάτο ιδιαιτέρως στο Βυζάντιο, όπως και η Εικόνα της Παναγίας της Οδηγήτριας. Εθεωρείτο Προστάτις του στρατού και του κράτους. Ήταν το ιερό σύμβολο της νίκης. Για τούτο πολλοί αυτόκράτορες εθεωρούσαν εξαιρετική ευλογία να φέρουν μαζί τους στις εκστρατείες τη θαυματουργή Εικόνα Της. 

Στην Υπέρμαχο Στρατηγό, στην Εικόνα της Νικοποιού Θεοτόκου, την Οποία ελιτάνευσε ο Πατριάρχης Σέργιος στα τείχη της Βασιλεύουσας και στη θεϊκή Της Δύναμη, απέδωσαν οι Βυζαντινοί τη νίκη, όταν ο αυτόκράτορας Ηράκλειος πολεμούσε το 626 εναντίον των Περσών, ενώ οι Άβαροι με αρχηγό τον Χαγάνο επολιόρκησαν τη Βασιλίδα των πόλεων. Τη σωτηρία παρέμβαση της Θεομήτορος επιβεβαιώνει, κατά τα σωζόμενα κείμενα, και ο αρχηγός των Αβάρων, που έβλεπε μια μυστηριώδη γυναίκα, την Παναγία της Νίκης να περιέρχεται τα τείχη. Στην Υπέρμαχο Στρατηγό η Πόλις «αναγράφει τα νικητήρια». Για τούτο ο Ακάθιστος Ύμνος είναι οι ευχαριστήριοι ύμνοι, που εψάλλησαν τότε προς τον Νικοποιό Παρθένον, στην Οποία οφείλει την ονομασία της η Εικόνα.

Και πάλι η Εικόνα της Νικοποιού Παρθένου, ανηρτημένη επί ιερού ξύλου κατατρόπωσε το 679 τις ορδές του χαλίφη Μωαβία, ο οποίος επολιόρκησε με τους Σαρακηνούς την Κωνσταντινούπολη· σε αναπάντεχη όμως τρικυμία κατεβυθίσθηκε ο στόλος τους στις ακτές της Παμφυλίας κι έτσι εγκατέλειψαν την πολιορκία· όπως και 717-718 προστάτεψε και έσωσε την Πόλη από την πολιορκία των Αράβων, καθώς και το 860 από εκείνη των Ρώσων.

Κι όταν οι εικονομάχοι (περίοδος εικονομαχίας 726-843) έρριξαν στη φωτιά όλες τις Εικόνες για να καούν, η Εικόνα της Παναγίας της Νικοποιού διεσώθη άκαυτη με θαύμα της Θεοτόκου και διαφυλάχθηκε από ευσεβή χριστιανό. Την Εικόνα της Νίκης ελιτάνευσε στην Κωνσταντινούπολη ο Ιωάννης Τσιμισκής (969-976), όταν επέστρεψε θρια-μβευτής το 971 από την εκστρατεία του κατά των Περσών.

Με την κατάληψη της Πόλης το 1204 από τους Σταυροφόρους η θαυματουργική Εικόνα της Παναγίας της Νικοποιού περιήλθε στα χέρια του πραίτορα Μαρίνου Ζένου, ο οποίος εγνώριζε τη θαυματουργή Δύναμη της «Προστάτιδας των Βυζαντινών». Έκτοτε εχάθηκαν τα ίχνη της σεπτής Εικόνας της Νίκης, κατά την συνήθεια πάντοτε των Δυτικών να αφαιρούν τα κειμήλια και τους θησαυρούς της Πίστεως και του πολιτισμού από την Ανατολή.

Ο Κωδινός (Εκδ. Βιέννης 69,315) αναφέρεται στη θαυματουργή Εικόνα του Νικοποιού στην Κωνσταντινούπολη. Η πολύ γνωστή Εικόνα της Παρθένου Νικοποιού, που ευρίσκεται στον Άγιο Μάρκο της Βενετίας και ανάγεται στον ΙΒ'αιώνα, πιθανόν να είναι εκείνη της Κωνσταντινουπόλεως. Πάντως, η σημερινή Εικόνα της Νικοποιού Παρθένου που ευρίσκεται στο Βατικανό είναι παλαιό αντίγραφο του πρωτοτύπου.

8. Η Αγία Σκέπη. Όχι μόνον ο χρωστήρας των αγιογράφων ύμνησε με πολλές και διαφορετικές απεικονίσεις την Κυρία Θεοτόκο και Βασίλισσα του Ουρανού, αλλά και πολλοί Πατέρες και Υμνογράφοι μελώδησαν με την ποιητική τους γραφίδα. 

Στον Ακάθιστο Ύμνο η Θεοτόκος υμνείται,«Χαίρε σκέπη του κόσμου πλατυτέρα νεφέλης». Και στον Παρακλητικό Κανόνα«Χαίρε θεία σκέπη· χαίρε όπλου και τείχος απόρθητον». Από τους στίχους αυτούς εμπνεύσθηκε ο αγιογράφος και ιστόρησε την Εικόνα της Θεοτόκου, ίσως και ως συνέχεια της απωλεσθείσης εικόνας της Παναγίας της Νικοποιού. 

Η Αγία Σκέπη, η Οποία βρήκε μεγάλη διάδοση στην Ρωσία με τον τίτλο Ποκρόφ. Στον εικονογραφικό τύπο της Αγίας Σκέπης η Πανάχραντος Μητέρα του Κυρίου, και του κόσμου όλου, εικονίζεται ολόσωμη, εκτείνουσα ως σκέπη και προστασία των πιστών, το αγιασμένο Της μαφόριον. Άλλοτε πάλι υπεράνω της Θεοτόκου ιστορούνται δύο Άγγελοι που κρατούν απλωμένο το ιερό μαφόριο ή την Αγία Ζώνη της Θεομήτορος.

Η εορτή της Αγίας Σκέπης της Θεοτόκου θεσπίσθηκε στα χρόνια του Βυζαντινού αυτοκράτορα Λέοντα ΣΤ΄του Σοφού (865-912). Η τιμή της Εικόνας ανάγεται στο μεγάλο κίνδυνο που αντιμετώπιζε η Βασιλεύουσα από τους Αγαρηνούς. Στον Ναό της Παναγίας των Βλαχερνών οι χριστιανοί της Πόλης προσεύχονται και αναπέμπουν δεήσεις και παρακλήσεις στην Υπέρμαχον Στρατηγό να τους απαλλάξει από τη φοβερή απειλή του εχθρού. Μαζί τους προσεύχεται και ο Όσιος Ανδρέας, ο επονομαζόμενος «δια Χριστόν σαλός», με τον υποτακτικόν του Επιφάνιο, πρόσωπα μεγάλης αρετής και αγνότητας. Ξαφνικά κατά τα μεσάνυκτα βλέπουν να εμφανίζεται στην Ωραία Πύλη μεγαλόπρεπη γυναίκα, συνοδευόμενη από λευκοφόρους Αγίους και Αγγέλους που ψάλλουν ύμνους. Και τότε με έκπληξή τους βλέπουν τη μεγαλόπρεπη γυναίκα, την Κυρία Θεοτόκο να γονατίζει και με δάκρυα στα μάτια να προσεύχεται στο Μονογενή Υιό Της για τους χριστιανούς που Την ικετεύουν. Έπειτα να βγάζει το αστραφτερό Της πέπλο από τη άχραντο κεφαλή Της και να το απλώνει σαν σκέπη επάνω από το εκκλησίασμα, δηλώνοντας με αυτόν τον τρόπο την προστασία και τη σκέπη Της.

Όταν οι Βυζαντινοί απαλλάχθηκαν από τον κίνδυνο «εώρτασαν την επ’ αυτών απλωθείσαν Ιερά Σκέπην» .

Στο Ναό της Παναγίας των Βλαχερνών της Κωνσταντινουπόλεως, στο παρεκκλήσιo της Αγίας Σορού εφυλλάσοντο, η εσθήτα, ο πέπλος και μέρος της Αγίας Ζώνης της Θεομήτορος (Εμφανίσεις και θαύματα της Παναγίας, Έκδοσ. Ι. Μονής Παρακλήτου Ωρωπού, 1999, σελ. 137).

Κατά τον Μ. Συναξαριστή της Εκκλησίας η εορτή της Αγίας Σκέπης ετιμάτο την 1ην Οκτωβρίου.

Αλλά όπως και κατά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο πολλοί στρατιώτες και αξιωματικοί μαρτυρούν ότι σε ώρα μάχης, αλλά και σε άλλες στιγμές, έβλεπαν ζωηρότατα στον ουρανό τη σκέπη και την προστασία της Θεοτόκου, που χάρισε νικηφόρες μάχες στον ελληνικό στρατό στην Κορυτσά, στο Τεπελένι, στο Πόγραδετς. Άγρυπνη η Υπέρμαχος Στρατηγός ευλογούσε και προστάτευε τους πολεμιστές, και οδήγησε το ελληνικό στράτευμα στο αθάνατο έπος του 1940. Έτσι, η εορτή της Αγίας Σκέπης της Θεοτόκου μετατέθηκε με απόφαση της Ιεράς Συνόδου του 1952 μετά από εισήγηση του Αρχιεπισκόπου Σπυρίδωνος και πανηγυρίζεται μαζί με την εθνική εορτή του ΟΧΙ στις 28 Οκτωβρίου, ως ευχαριστήρια εορτή για τη Θεία Προστασία της Θεομήτορος,


9. Η Θεοτόκος η Βασίλισσα. Απεικονίσεις της Θεοτόκου της Βασίλισσας των Ουρανών είναι γνωστές από τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους. Εδώ η Θεομήτωρ φέρει βασιλική αλουργίδα και μαργαριτοκόσμητον διάδημα. Επί της αχράντου κεφαλής Της, όπως και σε κάποιες παραστάσεις της Δεήσεως. Κάθεται επί χρυσοποίκιλτου θρόνου και κρατεί στοργικά στα γόνατά Της τον μικρό Ιησού. Σε κάποιες παραστάσεις εικονίζονται δεξιά και αριστερά δύο Άγγελοι, που διακονούν την Κυρία Θεοτοκο. 

Είναι η «υψηλοτέρα των Ουρανών» (καθέδρα) και η «Κυρία των Αγγέλων». Ο εικονογραφικός τύπος της Θεοτόκου της Βασίλισσας επικρατεί στη Ρώμη τον ΣΤ΄ και Ζ΄ αιώνα και μετέπειτα τον Η΄ αιώνα. Ο τύπος αυτός εμπνέει κυρίως τους ζωγράφους της Δύσεως και μόνο στις μεταβυζαντινές Εικόνες της Θεομήτορος επανέρχεται το διάδημα.

Πρόσκληση σε Γενική Συνέλευση στις 18/2/2015 στον Άγιο Κοσμά Αιτωλό Αμαρουσίου

$
0
0
ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ

Καλούνται  τα μέλη του ΙΣΚΕ στην προγραμματισμένη ετήσια  Γενική Συνέλευση, η οποία θα πραγματοποιηθεί την Τετάρτη 18 Φεβρουαρίου 2015 στις 10:30 π.μ. στον Ιερό Ναό Αγίου Κοσμά Αιτωλού Αμαρουσίου. (Για εύκολη πρόσβαση μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τον ηλεκτρικό ή τον προαστιακό σιδηρόδρομο, με αποβίβαση στον σταθμό Νερατζιώτισσα).
Σε περίπτωση μη απαρτίας η Γ.Σ. θα επαναληφθεί την Τετάρτη 25  Φεβρουαρίου 2015 στον ίδιο τόπο και ώρα 10:30 π.μ. Δικαίωμα συμμετοχής έχουν οι ταμειακώς εντάξει και όσοι φροντίσουν να εγγραφούν αποστέλλοντας την συνδρομή τους (15 ευρώ) έγκαιρα στην διεύθυνση: π. ΜΙΧΑΗΛ ΜΕΤΖΑΚΗ  Ταμία ΙΣΚΕ    Θεοφανοπούλου 33  Άργος Τ.Κ. 21 200, ή την καταβάλλουν την ημέρα της Γ.Σ.
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ
Α) 10:30 Υποδοχή – καφές.
Β) 10:45 Προσευχή. Επιμνημόσυνος δέησις υπέρ των κεκοιμημένων μελών.
Γ) 11:00 ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ.                  ΘΕΜΑΤΑ:
1) Χαιρετισμός Πρωτοπρ. Ιωάννου Κατωπόδη, Προέδρου ΙΣΚΕ.
2) Ψήφιση Προϋπολογισμού οικον. έτους 2015 και Απολογισμού οικον. έτους 2014.
3)Χαιρετισμός – ενημέρωση από τον πρώην Πρόεδρο του Ι.Σ.Κ.Ε., Αιδεσιμολ. Πρωτοπρ. Γεώργιο Σελλή για συνταξιοδοτικά θέματα και τα εφάπαξ των κληρικών.
4) Εισήγηση Πρωτοπρ. Ευαγγέλου Φεγγούλη, Αντιπροέδρου του Ι.Σ.Κ.Ε.: «Εγγραφή νέων μελών και περί συνδρομών στον Ι.Σ.Κ.Ε..»
5) Τρέχοντα θέματα – Συζήτηση.       
ΑΘΗΝΑ 15 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2015
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                           Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Πρωτοπρεσβύτερος Ιωάννης Κατωπόδης             Πρωτοπρεσβύτερος Βασίλειος Χρηστίδης

Όποιος δεν μπορεί να προσέλθει μπορεί να  συμμετάσχει με την κάτωθι δήλωση την οποία θα αποστείλει στα γραφεία του ΙΣΚΕ  (Σοφοκλέους 4) μαζί με την συνδρομή του εάν δεν είναι ταμειακώς εντάξει.
----------------------------------------------------------------------------------------------------------
ΔΗΛΩΣΗ
Ο κάτωθι υπογεγραμμένος ……………………………………………… ανήκων εις την Ι.Μ. ……………………………… ΔΗΛΩΝΩ με την παρούσα μου ότι συμμετέχω στην τακτική Γ.Σ. του ΙΣΚΕ της 18ης  Φεβρουαρίου 2015 και αποδέχομαι ανεπιφύλακτα την απόφαση της πλειοψηφίας των παρόντων. Το αυτό ισχύει και στην περίπτωση επαναλήψεως της Γ.Σ.

Εν ………………………………………………………2015
                                     Ο ΔΗΛΩΝ
                                                                                         ΤΗΛΕΦΩΝΟ__________________  

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΞΙΜΟΣ Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ Ένας πολυγραφότατος θεολόγος και ένας φλογερός πρόμαχος της Ορθοδοξίας

$
0
0
Ανάμεσα στους διαπρεπέστερους θεολόγους και μαχητικότερους αγωνιστές της αμωμήτου ορθοδόξου πίστεως εξέχουσα θέση κατέχει ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, ο οποίος αναδείχθηκε «οὐρανόφωτος φωστήρ τῆς Ἐκκλησίας» και «πανάριστος μυστογράφος τῶν ἀρρήτων», «κρουνός σοφίας» και «διδάσκαλος τῆς εὐσεβείας καί τῆς σεμνότητος», «θεόπνευστο ἐγκαλλώπισμα τῶν μοναζόντων» και «στερρός ὑπέρμαχος τῆς ἀληθείας», όπως τόσα εύστοχα υμνείται και γεραίρεται μέσα από την Ιερά του Ακολουθία.

Ο της «Τριάδος ἐραστής» και «ἔνθεος μύστης» Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής γεννήθηκε το 580 στην Κωνσταντινούπολη και ήταν γόνος επιφανούς αρχοντικής οικογένειας της Βασιλεύουσας. Οι ευσεβείς γονείς του τον βάπτισαν χριστιανό και φρόντισαν να αποκτήσει επιμελημένη και ανώτερη παιδεία. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι σύμφωνα με τον βιογράφο του έλαβε την «ἐγκύκλιον παίδευσιν» και μάλιστα η εκπαίδευσή του διήρκησε από το έκτο ή έβδομο έτος της ηλικίας του μέχρι το εικοστό πρώτο, γεγονός που τον κατέστησε ευρυμαθή και άνδρα εξαιρετικής διάνοιας. Επιδόθηκε με ιδιαίτερη αγάπη στη φιλοσοφία και τη ρητορική και αναδείχθηκε σε σύντομο χρονικό διάστημα μεγάλο πνευματικό ανάστημα που διακρινόταν για την ευφυΐα, τον υψηλό φιλοσοφικό στοχασμό, τη ρητορική δεινότητα και την πολυμάθειά του. Γι’ αυτό και όταν ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου Ηράκλειος ανήλθε στον θρόνο το 610, εκτιμώντας τα σπάνια χαρίσματά του, αλλά και την ενάρετη πολιτεία του, τον προσέλαβε σε νεαρή ηλικία στα αυτοκρατορικά ανάκτορα και τον τίμησε με το αξίωμα του «πρωτοασηκρήτου», ήταν δηλαδή ο επί των απορρήτων αρχιγραμματέας του αυτοκράτορος. Όμως στη θέση αυτή ο θεοφόρος Μάξιμος έμεινε μόνο τρία χρόνια, διότι αφενός η κοσμική ζωή των ανακτόρων δεν τον ανέπαυε, αφετέρου δε η ανάμειξη του αυτοκράτορος σε εκκλησιαστικά ζητήματα σε συνδυασμό και με διατάγματα που εναντιώνονταν στην πίστη των Ορθοδόξων, έθετε σε σοβαρό κίνδυνο την πορεία της Ορθοδόξου Εκκλησίας. 

Έτσι το 613 παραιτήθηκε του αξιώματός του και αποφάσισε να εγκαταλείψει τις μάταιες τιμές του κόσμου και να αποσυρθεί στο απομονωμένο μοναστήρι της Υπεραγίας Θεοτόκου στη Χρυσούπολη που βρισκόταν απέναντι από την Κωνσταντινούπολη. Εκεί εκάρη μοναχός και επιδόθηκε με τέτοιο ζήλο στην άσκηση, την προσευχή και τη μελέτη της Αγίας Γραφής και των Πατέρων της Εκκλησίας, ώστε απόκτησε σύντομα τον σεβασμό όλων των μοναζόντων. Μάλιστα ο βιογράφος του αναφέρει ότι στεκόταν όρθιος όλη τη νύχτα για να προσευχηθεί. Γι’ αυτό και χαρακτηρίστηκε ως «ευλαβέστατος μοναχός». Στο σημείο αυτό θα πρέπει να τονιστεί ότι η απόλυτη αφοσίωσή του στην άσκηση σε συνδυασμό με την ολοένα και αυξανόμενη πνευματική του προκοπή, την αξιομνημόνευτη ταπεινοφροσύνη και την απαράμιλλη αρετή του τον κατέστησαν τόσο αγαπητό και σεβαστό στους συμμοναστές του, ώστε τον εξέλεξαν ηγούμενο της μονής, παρόλο που ως γεγονός δεν επιβεβαιώνεται επαρκώς από τους μελετητές. 

Όμως οι αλλεπάλληλες επιδρομές των Περσών τον ανάγκασαν το 624 να μεταβεί στην Κύζικο και να διαμείνει επί δύο έτη στη Μονή του Αγίου Γεωργίου. Εκεί είχε την ευκαιρία να συναναστραφεί με τον Επίσκοπο Ιωάννη, ενώ άρχισε να συντάσσει τα πρώτα του έργα που ήταν ασκητικά συγγράμματα για τον αγώνα εναντίον των παθών της ψυχής. Οι συνεχιζόμενες όμως επιδρομές των Αβάρων και των Περσών, οι οποίοι το 626 έφθασαν στα τείχη της Κωνσταντινουπόλεως μετά από την από κοινού τους επίθεση, που αποκρούσθηκε όμως χάρη στη θαυματουργική επέμβαση της Θεοτόκου, τον ανάγκασαν να μεταβεί στην Κρήτη. Εκεί διέμεινε αρκετό χρονικό διάστημα, αγωνιζόμενος εναντίον των μονοφυσιτών θεολόγων. Κατόπιν μετέβη στην Κύπρο και το 632 έφθασε στη βόρεια Αφρική και συγκεκριμένα στην Καρχηδόνα. Εκεί γνώρισε τον μοναχό Σωφρόνιο, τον και μετέπειτα Πατριάρχη Ιεροσολύμων, ο οποίος εγκαταβίωνε μαζί με άλλους μοναχούς που είχαν έρθει πρόσφυγες από την Παλαιστίνη στη Μονή Ευκρατά. Οι δύο άνδρες συνδέθηκαν μεταξύ τους πνευματικά και ανέλαβαν από κοινού τον σθεναρό αγώνα εναντίον της αιρέσεως του Μονοθελητισμού, η οποία αποτελούσε την τελευταία έκφραση του Μονοφυσιτισμού. Οι υποστηρικτές του Μονοθελητισμού ισχυρίζονταν ότι στον Χριστό δεν υπάρχουν δύο θελήσεις, η θεία και η ανθρώπινη, αλλά μόνο η θεία, η οποία και απορρόφησε τελείως την ανθρώπινη. Όμως ο θεοφόρος Μάξιμος κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Καρχηδόνα κατέδειξε ότι ο Χριστός ενεργεί ανθρωπίνως ό,τι είναι θεϊκό με τα θαύματα Του και θεοπρεπώς ό,τι είναι ανθρώπινο κατά το ζωοποιόν Πάθος Του. Αλλά και ο Σωφρόνιος αμέσως μετά την εκλογή του στον πατριαρχικό θρόνο των Ιεροσολύμων δημοσίευσε μία εγκύκλιο επιστολή, στην οποία προσδιόριζε ότι ενώ η θεία και η ανθρώπινη φύση έχει η κάθε μία τη δική της ενέργεια και το πρόσωπο του Χριστού είναι ένα, οι φύσεις και οι ενέργειές Του είναι δύο. 

Όμως ο αγώνας και η αντίσταση εναντίον του Μονοθελητισμού συνεχίστηκε και μετά τον θάνατο του Πατριάρχου Σωφρονίου το 638 και μάλιστα με μεγαλύτερη ένταση μετά από την έκδοση της «Έκθεσης», δηλαδή του διατάγματος από τον αυτοκράτορα Ηράκλειο που ήταν υποστηρικτής του Μονοθελητισμού. Σύμφωνα μ’ αυτό το διάταγμα η αιρετική διδασκαλία των μονοθελητιστών επιβαλλόταν πλέον επισήμως μετά τη σύγκληση ενδημούσας Συνόδου στην Κωνσταντινούπολη από τον Πατριάρχη Πύρρο, ο οποίος είχε συντάξει το διάταγμα με απώτερο σκοπό την ένωση των μονοφυσιτικών Εκκλησιών της Ανατολής με τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Όταν όμως ο Πατριάρχης Πύρρος εκθρονίστηκε, κατέφυγε το 641 στην Καρχηδόνα, όπου συναντήθηκε με τον Μάξιμο. Εκεί του δόθηκε η ευκαιρία να συζητήσει δημόσια με τον θεορρήμονα πατέρα και φλογερό πρόμαχο της Ορθοδοξίας για το πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Κατά τη διάρκεια του έντονου διαλόγου ο σοφός και θεηγόρος Μάξιμος κατέδειξε ότι ο Λόγος του Θεού από την απεριόριστη αγάπη για το δημιούργημά Του, προσέλαβε πλήρως την ανθρώπινη φύση, χωρίς όμως να αλλοιωθεί η ελευθερία της. Έτσι η ανθρώπινη ελευθερία ενώθηκε με τον Θεό στο πρόσωπο του Χριστού. Αναπτύσσοντας ο Μάξιμος με τόση ευστοχία και πειστικότητα την επιχειρηματολογία του, υποχρέωσε τον Πύρρο να πεισθεί για το εσφαλμένο των θέσεών του. Γι’ αυτό και ο εκθρονισθείς Πατριάρχης μετέβη στη Ρώμη για να αποκηρύξει την αιρετική διδασκαλία του Μονοθελητισμού και να ζητήσει μετάνοια από τον Πάπα Μαρτίνο Α΄. Όμως ενστερνίστηκε και πάλι τις μονοθεληστικές του απόψεις και αφορίσθηκε από τον Πάπα Θεόδωρο, ενώ το 654 επανεκλέγη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, αλλά μετά από τέσσερις μήνες απεβίωσε. 


Βλέποντας ο θεηγόρος Μάξιμος ότι η φοβερή αίρεση εξαπλώνεται ολοένα και περισσότερο στην Ανατολή, αποφάσισε να μεταβεί στη Ρώμη το 646 και να συνεχίσει από εκεί τον αγώνα του εναντίον της κακοδοξίας. Άλλωστε η Αίγυπτος είχε καταληφθεί από τους Άραβες και πλήθος Ελλήνων κατέφευγε στην Ιταλία. Στο μεταξύ ο αυτοκράτορας Κώνστας Β΄ (641-668) κοινοποίησε το 648 τον «Τύπο», δηλαδή ένα διάταγμα, σύμφωνα με το οποίο απαγόρευε στους χριστιανούς να συζητούν για δύο φύσεις και δύο θελήσεις στο πρόσωπο του Χριστού. Το γεγονός μάλιστα αυτό οδήγησε και στη δίωξη των Ορθοδόξων. Γι’ αυτό και κατά την προτροπή και σύσταση του Μαξίμου ο νεοεκλεγείς Πάπας Μαρτίνος Α΄ συγκάλεσε Σύνοδο στη Ρώμη το 649, η οποία έμεινε γνωστή ως Σύνοδος του Λατερανού. Η συγκληθείσα αυτή Σύνοδος καταδίκασε τον Μονοθελητισμό και απέρριψε τον «Τύπο», το αυτοκρατορικό αυτό διάταγμα του 648. Μάλιστα η συμμετοχή του Αγίου Μαξίμου υπήρξε αποφασιστική, αφού όλοι θαύμασαν τη μαχητικότητα και την πειστική του επιχειρηματολογία που αποστόμωσε όλους τους διώκτες της Ορθοδοξίας. Παράλληλα συνέγραψε πολλά συγγράμματα που εναντιώνονταν στη θρησκευτική πολιτική του αυτοκράτορος Κώνσταντος Β΄. 


Η μαχητική του όμως αυτή δράση εξόργισε τον αυτοκράτορα, ο οποίος διέταξε την προσαγωγή του στην Κωνσταντινούπολη με την κατηγορία της απείθειας σε αυτοκρατορικό πρόσταγμα, της συνωμοσίας και της συμμετοχής σε στάση, ενώ έστειλε στη Ρώμη στράτευμα για να συλλάβει τον ανάπηρο Πάπα Μαρτίνο Α΄. Έτσι το 653 συνελήφθη ο Πάπας και οδηγήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, όπου φυλακίσθηκε μαζί με κοινούς εγκληματίες και εκτέθηκε στο κρύο και την πείνα. Το 654 δικάστηκε και το 655 εξορίσθηκε στη Χερσώνα της Κριμαίας, όπου απεβίωσε εξαθλιωμένος. Στο μεταξύ ο Άγιος Μάξιμος είχε ήδη συλληφθεί από τον έξαρχο της Ιταλίας Θεοδόσιο κατ’ εντολήν του αυτοκράτορος Κώνσταντος και οδηγήθηκε στην Κωνσταντινούπολη μαζί με τους τέσσερις μαθητές του, τον πιστό μαθητή του, τον Αναστάσιο, έναν άλλο Αναστάσιο που ήταν αποκρισάριος του Πάπα, τον Θεόδωρο και τον Ευπρέπιο. Κατόπιν τους έκλεισαν στη φυλακή μερικούς μήνες και τον Μάιο του 655 δικάστηκε ο Μάξιμος ως εχθρός και εγκληματίας του κράτους με την κατηγορία της πολιτικής συνωμοσίας, αφού αντιτάχθηκε στην αυτοκρατορική εξουσία και συνέβαλε στην κατάκτηση της Αιγύπτου από τους Άραβες, ενώ με τη διδασκαλία του έσπειρε τη διχόνοια μέσα στην Εκκλησία. Ο σοφός και μακάριος όμως Μάξιμος απάντησε με παρρησία και με ανδρείο φρόνημα στις συκοφαντίες και τις βασανιστικές ανακρίσεις και δήλωσε ότι είναι έτοιμος να διακόψει την κοινωνία με όλους τους πατριάρχες, ακόμη και να θανατωθεί, παρά να προδώσει την πίστη του. Γι’ αυτό και δήλωσε με απόλυτη ηρεμία ότι δεν τον απασχολεί, εάν οι Ρωμαίοι και οι Έλληνες είναι ενωμένοι ή διαιρεμένοι, αλλά αυτό που τον ενδιαφέρει είναι να μείνει προσηλωμένος στην ορθή πίστη. Άλλωστε, όπως τόνισε, ο ορισμός των δογμάτων της Εκκλησίας είναι έργο των ιερέων και όχι των αυτοκρατόρων, αφού αυτός που τελεί τα Μυστήρια της Εκκλησίας και ιερουργεί στο Θυσιαστήριο, είναι ο ιερέας και όχι ο αυτοκράτορας των χριστιανών. 


Η σταθερή του όμως άρνηση να δεχθεί την ανάμειξη του αυτοκράτορος σε θέματα πίστεως και η ακλόνητη προσήλωσή του στις αρχές της αμωμήτου πίστεως των Ορθοδόξων εξόργισαν τον αυτοκράτορα Κώνστα Β΄, ο οποίος τον καταδίκασε σε εξορία σ’ ένα φρούριο στη Βιζύη της Θράκης. Μετά από ένα χρόνο, το 656, εστάλη ένα επισκοπικό δικαστήριο από τον νέο αιρετικό Πατριάρχη Πέτρο, αλλά ο Άγιος παρά τις προσπάθειες των αρχόντων για συμβιβαστική λύση, κάλεσε τον αυτοκράτορα και τον Πατριάρχη σε μετάνοια με την προτροπή να επιστρέψουν στην αληθινή πίστη. Η επιμονή όμως του Μαξίμου στις θέσεις του τον οδήγησε σε εξορία στην Πέρβερη, όπου έμεινε έξι χρόνια και όπου βρισκόταν εξόριστος ο ένας Αναστάσιος. Το 662 οδηγήθηκε και πάλι ο Μάξιμος με τους μαθητές του στην Κωνσταντινούπολη, όπου επρόκειτο και πάλι να δικασθούν ενώπιον του αιρετικού Πατριάρχου και των άλλων αιρετικών αρχόντων. Όμως ο Μάξιμος παρά τις επίμονες πιέσεις και τις σκληρές απειλές, έμεινε σταθερός και ακλόνητος στο πηδάλιο της ορθοδόξου πίστεως, όπως και οι τέσσερις μαθητές του. Μάλιστα τόνισε ότι σύμφωνα με τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό η Εκκλησία είναι η ορθή και σωτήρια ομολογία της πίστεως, ενώ στην απειλή ότι θα θανατωθεί, δήλωσε με ξεχωριστή παρρησία ότι θα αποτελέσει δόξα στο όνομα του Κυρίου οτιδήποτε και εάν υποστεί. 


Η ακλόνητη πίστη του Αγίου Μαξίμου και των συνακολούθων του εξαγρίωσε όμως σε τέτοιο βαθμό το εκκλησιαστικό δικαστήριο, ώστε ο διοικητής διέταξε να μαστιγωθούν ανελέητα, ενώ απέκοψαν τη γλώσσα και τη δεξιά χείρα του θεοφόρου Μαξίμου, ώστε να μην μπορεί να ομιλεί και να γράφει εναντίον της αιρέσεως του Μονοθελητισμού. Κατόπιν τους διαπόμπευσαν και τους εξόρισαν στη Λαζική του Πόντου, κλείνοντάς τους σε φυλακή, αλλά τον καθένα ξεχωριστά. Τον Μάξιμο τον φυλάκισαν στο φρούριο Σχίμαρις που βρίσκεται στην Αλανία του Καυκάσου (σημερινή δυτική Γεωργία), όπου το ακρωτηριασμένο του σώμα άντεξε με θαυματουργικό τρόπο τρία χρόνια, αφού και χωρίς γλώσσα μπορούσε να ομιλεί. Μετά όμως από ολιγοήμερη ασθένεια παρέδωσε το πνεύμα του στον δικαιοκρίτη Θεό, σε ηλικία ογδόντα δύο ετών. Εκοιμήθη στις 13 Αυγούστου του 662, ημέρα κατά την οποία η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει την ανακομιδή των ιερών του λειψάνων, αφού η μνήμη του ορίσθηκε να τιμάται στις 21 Ιανουαρίου για να συνεορτάζει κατά τον μήνα Ιανουάριο μαζί με όλους τους μεγάλους διδασκάλους, ομολογητές και ασκητές της ορθοδόξου πίστεως. Η μνήμη του μετά των τεσσάρων μαθητών του, του Αναστασίου, του ετέρου Αναστασίου, του Θεοδώρου και του Ευπρεπίου, μαζί και με του Αγίου Μαρτίνου Πάπα Ρώμης τιμάται επίσης στις 20 Σεπτεμβρίου. Σύμφωνα με παλαιά γεωργιανή παράδοση ο τάφος του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού διατηρήθηκε μέχρι σήμερα κάτω από το Άγιο Βήμα του επ’ ονόματι του Αγίου ναού στο Τσαγκέρι της Γεωργίας. Ο ναός αυτός έχει ανεγερθεί πάνω στα ερείπια παλαιοτέρου ναού που ήταν αφιερωμένος στον Άγιο Αρσένιο και είχε λειτουργήσει ως μονή, όπου και είχε ενταφιασθεί το τίμιο λείψανό του μετά την κοίμησή του. Μάλιστα από τον τάφο του έβγαινε φως κάθε νύχτα και φώτιζε την περιοχή, γεγονός που πιστοποιούσε την αγιότητά του. Το 2010 κατά τη διάρκεια αρχαιολογικών ανασκαφών στον ναό βρέθηκαν τα οστά τριών ατόμων στο πρώτο επίπεδο και ενός ατόμου στο δεύτερο επίπεδο. Σύμφωνα με τις ανθρωπολογικές έρευνες στη Γεωργία, τη Γαλλία και τη Ρωσία τα οστά του πρώτου επιπέδου ανήκουν στον Άγιο Μάξιμο και σε δύο μαθητές του, αφού σ’ έναν από τους σκελετούς έλειπε το δεξιό χέρι, ενώ στο λαιμό υπήρχε σοβαρό κτύπημα που προήλθε πιθανότατα από την εκρίζωση της γλώσσας, η δε ηλικία υπολογίζεται στο 83ο έτος. Το ακρωτηριασμένο δεξιό χέρι του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού θεωρείται το μόνο γνωστό λείψανο του Αγίου στην Ορθοδοξία και φυλάσσεται από τον 12ο αιώνα ως πολύτιμος πνευματικός θησαυρός στην Ιερά Μονή Αγίου Παύλου του Αγίου Όρους. 


Ο «οὐρανόφωτος φωστήρ τῆς Ἐκκλησίας», Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, τιμάται ιδιαίτερα στην Ιερά Νήσο Πάτμο, αφού δύο ιεροί ναοί του νησιού της Αποκάλυψης είναι αφιερωμένοι στο όνομά του. Ο ένας ναός βρίσκεται στο Κάθισμα της Άσπρης και υπάγεται στην Ιερά Μονή Αγίου Ιωάννου Θεολόγου. Ανεγέρθηκε με δαπάνη του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Δωδώνης κ. Χρυσοστόμου και τα θυρανοίξιά του τελέσθηκαν στις 18 Οκτωβρίου 1994 από τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο κατά τη διάρκεια της επισκέψεώς του στο Ιερό Νησί. Μία εικοσαετία αργότερα και συγκεκριμένα στις 27 Σεπτεμβρίου 2014 τελέσθηκαν με την πρέπουσα εκκλησιαστική τάξη από τους Σεβασμιωτάτους Μητροπολίτες Δωδώνης κ. Χρυσόστομο και Ζακύνθου κ. Διονύσιο Δ΄ τα εγκαίνια του ιερού αυτού ναού. Ο άλλος ναός του Αγίου βρίσκεται στον προαύλιο χώρο του ξενοδοχείου Porto Scoutari, το οποίο βρίσκεται στην αμμώδη παραλία Μελόι. Ο βυζαντινού ρυθμού περικαλλής αυτός ναός ανεγέρθηκε το 2003 από την Ελίνα και τον Ιωάννη Σκούταρη χάρη στον νεογέννητο γιο τους, τον οποίο και ονόμασαν Μάξιμο. Ναός αφιερωμένος στον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή υπάρχει επίσης και στη Λακωνία. Συγκεκριμένα στο χωριό Κορογονιάνικα Μάνης, που είναι η γενέτειρα του πολιτικού και διατελέσαντος δημάρχου Πειραιώς κ. Βασιλείου Μιχαλολιάκου, έχει ανεγερθεί με δική του δαπάνη ναός επ’ ονόματι του Αγίου από ευγνωμοσύνη για τη διάσωσή του, όπως και του αδελφού του Κυριάκου, από τη δολοφονική βομβιστική επίθεση εναντίον τους στις 21 Ιανουαρίου 2001. Τα θυρανοίξια του ναού τελέσθηκαν στις 18 Αυγούστου 2013 από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Πειραιώς κ. Σεραφείμ με την άδεια και ευλογία του επιχωρίου Μητροπολίτου Μάνης κ. Χρυσοστόμου. Στη Μακεδονία ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής τιμάται στο καθολικό της Ιεράς Μονής Μεταμορφώσεως Σωτήρος Σοχού Θεσσαλονίκης, το οποίο είναι εγκαινιασμένο και επ’ ονόματί του. Προς τιμήν του είναι επίσης αφιερωμένο και παρεκκλήσιο στην Ιερά Μονή Αγίου Διονυσίου του εν Ολύμπῳ στην περιοχή του Λιτόχωρου Πιερίας, ενώ πανηγυρικός εορτασμός της μνήμης του τελείται κατ’ έτος στον Ιερό Ναό Αγίας Άννης στο χωριό Βόθωνας Σαντορίνης. Το 2011 εκδόθηκε με δαπάνη και πρόνοια του Πανοσιολογιωτάτου Αρχιμανδρίτου π. Μαξίμου Ματθαίου, Προϊσταμένου του Ιερού Ναού Ευαγγελιστού Λουκά Πατησίων Αθηνών, η Ιερά Ακολουθία του Αγίου, την οποία συμπλήρωσε ο αοίδιμος Υμνογράφος της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, Μοναχός Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης, προκειμένου να εορτάζεται πανηγυρικά η μνήμη του. Ακολουθία προς τιμήν του έχει ποιήσει και ο Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης π. Νικόδημος Αεράκης, Ιεροκήρυξ της Ιεράς Μητροπόλεως Ύδρας, Σπετσών και Αιγίνης, ενώ η Μοναχή Ισιδώρα Αγιεροθεΐτισσα έχει ποιήσει Παρακλητικό Κανόνα προς τιμήν του φλογερού αυτού ομολογητού της πίστεως.


Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής υπήρξε πολυγραφότατος συγγραφέας, αφού ήταν αναμφισβήτητα ο διαπρεπέστερος θεολόγος του 7ου αιώνα. Τα πολυάριθμα συγγράμματά του διακρίνονται σε ερμηνευτικά, δογματικά και αντιρρητικά, λειτουργιολογικά, ασκητικά και μυστικά, και επιστολές. Άλλωστε ο θεηγόρος και παμμέγιστος αυτός ομολογητής αγωνίσθηκε θεοπρεπώς για την υπεράσπιση και εδραίωση της ορθοδόξου πίστεως και συνέβαλε τα μέγιστα για την περαιτέρω ανάπτυξη της θεολογικής σκέψεως. Μ’αυτό τον τρόπο αναδείχθηκε στύλος και εδραίωμα της Εκκλησίας, αλλά και φλογερός πρόμαχος της Ορθοδοξίας. Γι’ αυτό και η ολόθερμη ευχή όλων μας είναι ο πάνσοφος και θεοφόρος αυτός πατήρ της Εκκλησίας, «ὁ τῆς σοφίας κρουνός, ὁ πελαγίζων θεοβρύτως τοῖς πέρασιν, ὡς ὕδωρ ἀθανασίας, καί γλυκασμόν νοητόν» να μας στερεώνει στην πίστη, να μας καθοδηγεί στην αλήθεια, να μας προφυλάσσει από αιρέσεις και πλάνες και να μας ενισχύει στον αγώνα κατά των παθών, ώστε να αξιωθούμε και εμείς των ουρανίων εκείνων αγαθών που ευφραίνεται ο θεηγόρος ασκητής και ένδοξος ομολογητής Άγιος Μάξιμος μέσα στην άπειρη δόξα του Θεού. 

Αριστείδης Γ. Θεοδωρόπουλος
Εκπαιδευτικός 

Βιβλιογραφία 

· Ακολουθία του Οσίου και Θεοφόρου Πατρός ημών Μαξίμου του Ομολογητού, Έκδοσις Αρχιμανδρίτου Μαξίμου Ματθαίου, Εν Αθήναις 2011.

· Βασιλοπούλου Χαραλάμπους Δ., Αρχιμανδρίτου, Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, Εκδόσεις «Ορθοδόξου Τύπου», Αθήναι 2000.

· Γούναρη Γεωργίου Κων., Από την Πολιτεία των Αγίων, Έκδοσις Ιεράς Μητροπόλεως Γρεβενών, 2009.

· Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, Έκδοσις Ιεράς Καλύβης Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, Νέα Σκήτη Αγίου Όρους, 2010.

Εικόνες

[01] Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής. Φορητή εικόνα του 17ου αιώνα στην Ιερά Μονή Αγίου Διονυσίου του Αγίου Όρους.

[02] Η αριστουργηματική τοιχογραφία του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού στο Πρωτάτο του Αγίου Όρους. Ιστορήθηκε το 1295 από τον Μανουήλ Πανσέληνο. http://www.egolpion.com

[03] Φορητή εικόνα του Αγίου, έργον Κασσιανής Μοναχής, Ιερά Μονή Ευαγγελισμού Θεοτόκου Πάτμου.  http://ahdoni.blogspot.gr

[04] Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής αναδείχθηκε φλογερός πρόμαχος της Ορθοδοξίας. http://el.wikipedia.org/wiki/

[05] Φορητή εικόνα του Αγίου με σκηνές του βίου του. Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής γεννήθηκε το 580 στην Κωνσταντινούπολη και εκοιμήθη στις 13 Αυγούστου 662 στη Λαζική του Πόντου (σημερινή Δυτική Γεωργία). http://proskynitis.blogspot.gr

[06] Ο Ιερός Ναός του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού στο Τσαγκέρι της Γεωργίας. http://proskynitis.blogspot.gr

[07] Ο χώρος, όπου ενταφιάσθηκε ο Άγιος, στη Γεωργία. http://proskynitis.blogspot.gr

[08] Η λειψανοθήκη με τη δεξιά χείρα του Αγίου. Φυλάσσεται στην Ιερά Μονή Αγίου Παύλου του Αγίου Όρους. http://leipsanothiki.blogspot.gr

[09] Η δεξιά χείρα του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού. http://leipsanothiki.blogspot.gr

[10] Ο Ιερός Ναός του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού στο Κάθισμα Άσπρης της Ιεράς Νήσου Πάτμου. http://www.nyxthimeron.com

[11] Στις 27 Σεπτεμβρίου 2014 εγκαινιάσθηκε ο Ιερός Ναός του Αγίου στο Κάθισμα Άσπρης της Ιεράς Νήσου Πάτμου. http://www.nyxthimeron.com

[12] Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής τιμάται με ομώνυμο Ιερό Ναό βυζαντινού ρυθμού στον προαύλιο χώρο του ξενοδοχείου Porto Scoutari Romantic Hotel στην Πάτμο. http://www.portoscoutari.com

[13] Στο χωριό Κορογονιάνικα Μάνης ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής τιμάται με ομώνυμο Ιερό Ναό. http://www.mapatia.com

Επιτρέπεται η αναδημοσίευση με την προϋπόθεση της αναφοράς του συγγραφέα και του ιστολογίου πρώτης δημοσίευσης [Σύνδεσμος Κληρικών Χίου]

Η Ιερά Σύνοδος προς τους μαθητές για την εορτή των Τριών Ιεραρχών

$
0
0
ΜΗΝΥΜΑ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΟΡΤΑΣΜΟ 
ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ 
(30 Ἰανουαρίου 2015) 

Πρός τούς Μαθητές καί τίς Μαθήτριες ὅλων τῶν ἑλληνικῶν Σχολείων

Ἀγαπητά μας παιδιά, 
Στήν Ἑορτή τῶν Τριῶν Ἁγίων Ἱεραρχῶν τιμοῦμε τούς ἐξαίρετους πνευματικούς Ὁδηγούς, οἱ ὁποῖοι προπορεύονται στήν ἐξερεύνηση καί στήν κατανόηση τῶν πραγμάτων τῆς ζωῆς, μέ ἐφόδια τήν σοφία καί τήν ἁγιότητα.

Οἱ Τρεῖς Ἅγιοι Ἱεράρχες, ὁ Βασίλειος ὁ Μέγας, ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καί ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, παραμένουν λαμπρά οἰκουμενικά παραδείγματα εὐσεβῶν Ἐπιστημόνων καί ὑπευθύνων Πνευματικῶν Πατέρων, ἐκπροσωπώντας ὡς μέγιστοι Φωστῆρες τό πάθος, τό δέος, τήν ἔρευνα, τήν μεθοδικότητα καί τήν χαρά τῆς μελέτης, στοιχεῖα τά ὁποῖα συνθέτουν τίς προϋποθέσεις τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς ἀναστάσεως τῆς ψυχῆς. 

Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες, μέ τό κατόρθωμα τῆς ἀρετῆς τῆς ζωῆς τους, εἶναι οἱ Δάσκαλοι πού ἐμπνέουν συμπεριφορές ἀντίστοιχες γιά τήν ἔρευνα καί τήν γνώση, ὥστε μέ πλουσιώτερο ἐσωτερικό κόσμο, νά διεκδικήσετε καί μαζί μέ ἐσᾶς ὅλοι μας, ἀνώτερα νοήματα καί ἀκλόνητες συνθῆκες ὑπάρξεως στήν ζωή, διότι κοινός στηριγμός εἶναι ἡ Ἀλήθεια.

Οἱ τιμώμενοι σήμερα Τρεῖς Ἱεράρχες, στήν κοινή μας συνείδηση, εἶναι οἱ κατ’ ἐξοχήν Προστάτες τῆς Παιδείας καί τῆς Ἐπιστήμης, οἱ ὁποῖοι ἀνέδειξαν τήν πολιτισμική ἀξία τῆς φιλοσοφικῆς γνώσης καί τῆς ἀποκεκαλυμμένης Εὐαγγελικῆς Ἀλήθειας, διότι ὡς δημιουργικοί Παιδαγωγοί μετέβαλαν τίς συνθῆκες πού κλήθηκαν νά ἀντιμετωπίσουν καί μέ τήν ζωήν τους νοηματοδότησαν τό ἐπίπεδο τοῦ νοήματος τῆς Παιδείας. 

«Εἶναι ὡραῖος ὁ νοῦς, ὁ γεμάτος ἀπό γνώση, διότι γνώση εἶναι συμπυκνωμένης σοφίας, σκέψεις πολλῶν», οἱ ὁποῖες σέ ὁδηγοῦν στήν Ἀλήθεια ὄχι διότι ἔμαθες πολλά, ἀλλά διότι ἀναγεννήθηκες, ἀπέκτησες ἐσωτερικές βεβαιότητες, ἀγάπησες τήν Ἐλευθερία καί ἔζησες τήν Ἀλήθεια. 

Ἀγαπητά μας παιδιά, 
Ἡ Ἐκκλησία μας, ὀρθόδοξα καί ὀρθόπρακτα, τιμᾶ, μελετᾶ, σέβεται, ἐμπνέεται καί προβάλλει τήν κρυστάλλινη χριστιανική πίστη, τήν ἠθική ἀρετή καί τήν ἐπιστημονική καταξίωση τῶν Τριῶν Ἁγίων Ἱεραρχῶν καί εὐχόμαστε ὡς ὑπεύθυνοι πνευματικοί σας Πατέρες, νά ἀκολουθήσετε τά βήματά Τους, ὥστε ὡς γνήσιοι φορεῖς τοῦ Πνεύματος τῆς ἐλεύθερης ἀναζητήσεως τῆς Ἀλήθειας νά γίνετε καί σεῖς, ἡ ἐλπίδα τοῦ Γένους μας, μακριά ἀπό μονομέρειες, συνθέτοντας ἀντιθέσεις, κατά τό παράδειγμά Τους, μέ τό φῶς τοῦ Χριστοῦ, φῶς γιά ὅλη τήν Οἰκουμένη.

Μέ πατρική ἀγάπη καί θερμές εὐχές 

Ο ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ 
ΚΑΙ ΤΑ ΜΕΛΗ ΤΗΣ ΔΙΑΡΚΟΥΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ

Η Ιερά Σύνοδος προς τους εκπαιδευτικούς για την εορτή των Τριών Ιεραρχών

$
0
0
ΜΗΝΥΜΑ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΟΡΤΑΣΜΟ 
ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ 
(30 Ἰανουαρίου 2015) 

Πρός τούς Ἐκπαιδευτικούς ὅλων τῶν βαθμίδων

Ἀγαπητοί μας Ἐκπαιδευτικοί, 
Ἡ ἑορτή τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, Βασιλείου τοῦ Μεγάλου, Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καί Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου εἶναι ἑορτή τῆς Ἑλληνορθοδόξου Παιδείας.Εἶναι εὐκαιρία γιά ὅλους νά ἀναλογισθοῦμε τίς εὐθύνες μας ἀπέναντι στούς νέους καί στίς νέες μας. Εἶναι καλή ἀφορμή γιά νά προβληματισθοῦμε ποιό πρέπει νά εἶναι τό περιεχόμενο τῆς Παιδείας, ὥστε νά μορφώνουμε Ἀνθρώπους, νά δια-μορφώνουμε χαρακτῆρες, νά προσφέρουμε στήν κοινωνία πρόσωπα καί ὄχι ἄτομα, συνειδητούς πολίτες καί ὄχι ἐγωπαθεῖς καί ὑλιστές καταναλωτές.

Οἱ Τρεῖς Μέγιστοι Φωστῆρες τῆς Τρισηλίου Θεότητος ἀσχολήθηκαν συστηματικά μέ τά θέματα τῆς μορφώσεως καί τῆς παιδαγωγίας τῶν νέων. Ὁ Μέγας Βασίλειος στό κείμενό του «Πρός τούς Νέους, ὅπως ἄν ἐξ Ἑλληνικῶν ὠφελοῖντο λόγων», προτείνει στούς Χριστιανούς νά διδάσκονται ὅ,τι ἀγαθό ὑπάρχει στά ἀρχαιοελληνικά κείμενα, ἀλλά νά ἀποφεύγουν τίς θρησκευτικές δοξασίες πού περιλαμβάνονται σ’ αὐτά. Ὁ Ἐπίσκοπος τῆς Καισαρείας μέ τό τεράστιο φιλανθρωπικό ἔργο δείχνει σεβασμό πρός τήν κλασική παιδεία, τῆς ὁποίας ἦταν μέτοχος, ἀλλά παραλλήλως καλεῖ τούς νέους νά εἶναι ἐπιλεκτικοί καί νά ἀπορρίπτουν ὁτιδήποτε τούς ἀπομακρύνει ἀπό τήν ἀρετή. 

Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος στόν Ἐπιτάφιο πρός τόν Μέγα Βασίλειο, πνευματικό ἀδελφό του, ἐκφράζει τήν ἀγάπη του καί τήν ἐκτίμησή του πρός τήν «θύραθεν παιδεία», δηλαδή πρός τήν κλασική γραμματεία τῶν προγόνων μας καί τονίζει: «Νομίζω ὅτι ἔχει γίνει παραδεκτό ἀπ’ ὅλους τούς συνετούς ἀνθρώπους ὅτι ἡ παιδεία εἶναι τό πρῶτο ἀπό τά ἀγαθά πού ἔχουμε. Καί ὄχι μόνον ἡ Χριστιανική, πού εἶναι ἡ ἐκλεκτότερη καί ἐπιδιώκει τή σωτηρία καί τό κάλλος τῶν θείων πραγμάτων, τά ὁποῖα μόνον μέ τόν νοῦ συλλαμβάνονται. ... Ἀλλά καί ἡ ἐξωχριστιανική παιδεία. ... Ἀπό αὐτά πού μᾶς προσφέρει ἡ ἐξωχριστιανική παιδεία παραδεχθήκαμε ὅ,τι εἶναι χρήσιμο στήν ἔρευνα καί στίς θεωρητικές ἀναζητήσεις, ἐνῶ ἀποκρούσαμε κάθε τί πού ὁδηγεῖ στήν εἰδωλολατρία, στήν πλάνη καί στό βάθος τῆς καταστροφῆς. Μάλιστα, ἀπό τήν ἐξωχριστιανική παιδεία ἔχουμε ὠφεληθεῖ στήν εὐσέβεια καί στή λατρεία τοῦ Θεοῦ, γιατί γνωρίσαμε καλά τό ἀνώτερο ἀπό τό χειρότερο καί ἔχουμε κάνει δύναμη τῆς διδασκαλίας μας τίς ἀδυναμίες ἐκείνης». (1) 

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος θεωρεῖται σήμερα ἀπό κορυφαίους καθηγητές Παιδαγωγικῆς ἑλληνικῶν, εὐρωπαϊκῶν καί ἀμερικανικῶν πανεπιστημίων ὡς σπουδαῖος παιδαγωγός καί θεμελιωτής τῆς σύγχρονης παιδαγωγικῆς. Δίδασκε ὅτι ὁ χαρακτήρας τοῦ παιδιοῦ διαπλάθεται κατά τήν πολύ τρυφερή ἡλικία καί ἀπό τότε πρέπει νά διδάσκουμε σέ κάθε πλάσμα νά σέβεται τόν Θεό καί τούς συνανθρώπους του. 

Τά διδάγματα τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν εἶναι ἀπαραίτητα ἰδιαιτέρως σέ περίοδο οἰκονομικῆς καί πνευματικῆς κρίσης. Σήμερα οἱ νέοι μας εἶναι πιό εὔκολο νά παρασυρθοῦν ἀπό φανατισμούς καί ὁλοκληρωτισμούς, ἀπό ἀπάνθρωπες, ἀντικοινωνικές καί ἀντιδημοκρατικές συμπεριφορές. Πολλά παιδιά γίνονται θύματα τῶν ναρκωτικῶν τοῦ σώματος καί τῆς ψυχῆς. Ἄλλα χάνουν κάθε ἐλπίδα, κάθε ἐνδιαφέρον γιά τή ζωή. Καί ἄλλα μετατρέπονται σέ κυνικούς καί ἐγωπαθεῖς κυνηγούς τῆς ὕλης, χωρίς ἀρχές, χωρίς ἀξίες, χωρίς πρότυπα. 

Ἄς δώσουμε στούς νέους μας Χριστό καί Ἑλλάδα. Ἄς τούς προσφέρουμε τήν οὐσιαστική ἑλληνορθόδοξη παιδεία, ἡ ὁποία δέν παραβλέπει τήν ἀνάγκη γιά ἐπαγγελματική καταξίωση οὔτε ἀπορρίπτει τίς θετικές ἐπιστῆμες. Ἄς ἐνισχύσουμε στά σχολεῖα μας τά Ὀρθόδοξα Θρησκευτικά, τήν Ἑνιαία Ἑλληνική Γλῶσσα καί εὐρύτερα τίς Ἀνθρωπιστικές Ἐπιστῆμες. Ἄς ἀγωνισθοῦμε νά διαμορφώσουμε Ἀνθρώπους μέ προσανατολισμό πρός τόν Θεάνθρωπο. 

Προσευχόμαστε καθημερινά γιά τό ἔργο σας καί σᾶς εὐχόμεθα παρά Θεοῦ καρποφορία τῶν προσπαθειῶν σας. 

Ο ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ 
ΚΑΙ ΤΑ ΜΕΛΗ ΤΗΣ ΔΙΑΡΚΟΥΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ

(1) Migne, Ἑλληνική Πατρολογία, τόμος 36, στῆλες 508-509, νεοελληνική ἀπόδοση ἀπό τόν καθηγητή Εὐάγγελο Θεοδώρου.

Αύριο Τετάρτη η Γενική Συνέλευση του Ι.Σ.Κ.Ε. στον Άγιο Κοσμά Αμαρουσίου

$
0
0

Αύριο Τετάρτη 18 Φεβρουαρίου 2015στις 10:30 το πρωίστον Ιερό Ναό Αγίου Κοσμά Αιτωλού Αμαρουσίουθα πραγματοποιηθεί η προγραμματισμένη ετήσια Γενική Συνέλευση του Ιερού Συνδέσμου Κληρικών Ελλάδος, σύμφωνα και με την από 15/1/2015 Πρόσκληση του Δ.Σ.

Σε πολύ καλό κλίμα η ετήσια Γενική Συνέλευση του Ι.Σ.Κ.Ε.

$
0
0
Σε πολύ καλό κλίμα, πραγματοποιήθηκε την περασμένη Τετάρτη 18 Φεβρουαρίου 2015, η καθιερωμένη ετήσια Γενική Συνέλευση του Ιερού Συνδέσμου Κληρικών Ελλάδος.

Στην πολύ σημαντική αυτή σύναξη, που έλαβε χώρα στον Ιερό Ναό Αγίου Κοσμά Αιτωλού Αμαρουσίου, στην οποία παραβρέθηκε και ο Πρόεδρος του Τάματος του έθνους κ. Γιάννης Αναγνωστόπουλος, συζητήθηκαν σημαντικά τρέχοντα θέματα που αφορούν τον εφημεριακό κλήρο.


Η Γενική Συνέλευση ξεκίνησε με προσευχή και επιμνημόσυνη δέηση υπέρ των κεκοιμημένων μελών της και ακολούθησε, χαιρετισμός – τοποθέτηση του Προέδρου του ΙΣΚΕ. Ο π. Ιωάννης Κατωπόδης, αφού έκανε μια μικρή ιστορική αναδρομή στην 125χρονη παρουσία του ΙΣΚΕ στο χώρο της Εκκλησίας, τόνισε με έμφαση ότι ο ΙΣΚΕ, θα συνεχίσει να λειτουργεί το ίδιο δυναμικά μέσα στην εκκλησία, κάνοντας μάλιστα με τον ίδιο στην ηγεσία του ΙΣΚΕ, ένα καινούργιο ξεκίνημα, που θα κάνει τον Ιερό Σύνδεσμο Κληρικών Ελλάδος, ένα ισχυρό Συλλογικό όργανο, που θα μπορεί να παρεμβαίνει και να διεκδικεί. Επίσης ο Πρόεδρος αναφέρθηκε με συγκροτημένο θεολογικό λόγο και στην σχέση που πρέπει να έχουν οι ιερείς με τους Επισκόπους και ποιος είναι ο πραγματικός ρόλος του καθενός. 


Εκτός ημερησίας διάταξης, ζήτησε και πήρε τον λόγο ο παριστάμενος Πρόεδρος του Σωματείου, «Οι Φίλοι του Τάματος του Έθνους» κ. Αναγνωστόπουλος, ο οποίος αναφέρθηκε στον ιερό σκοπό του Σωματείου, που είναι η πραγματοποίηση της προσευχής των ηρώων της εθνικής μας παλιγγενεσίας, να χτιστεί μεγαλοπρεπής Ναὸς εις το όνομα του Ελευθερωτή Σωτήρος Χριστού, ένα αίτημα που ως γνωστόν υιοθέτησε η Δ΄ Συνέλευση με το Η΄ Ψήφισμα της εις το Αργος, την 31.7.1829 και το σχετικό Διάταγμα, υπέγραψε ο Εθνάρχης Ιωάννης Καποδίστριας. Ο κ. Αναγνωστόπουλος μάλιστα ζήτησε από την Γ.Σ. να προβεί σε σχετικό Ψήφισμα για το θέμα αυτό, κάτι που έγινε στο τέλος της συνεδρίας. 

Στην συνέχεια ο Ταμίας του ΙΣΚΕ, π. Μιχάλης Μετζάκης, ενημέρωσε το Σώμα με πλήρη στοιχεία για τα οικονομικά του 2014, υποβάλλοντας ταυτόχρονα προς ψήφιση και τον Απολογισμό του οικονομικού έτους 2014, ο οποίος και ψηφίστηκε ομόφωνα. Ακολούθησε η κατάθεση και η επίσης ομόφωνη ψήφιση και του Προϋπολογισμού οικον. έτους 2015, ενώ από τον Ταμία υπήρξε και σχετική ενημέρωση για διάφορα άλλα οικονομικά ζητήματα. 

Μετά την πληρέστατη ενημέρωση επί των οικονομικών και την ανάγνωση του Πρακτικού της Εξελεγκτικής Επιτροπής, ακολούθησε εμπεριστατωμένη ομιλία – παρέμβαση, από τον πρώην Πρόεδρο του Ι.Σ.Κ.Ε. και μέλος του Δ.Σ του Ταμείου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων, π. Γεώργιο Σελλή, για συνταξιοδοτικά θέματα και κυρίως για τις τελευταίες εξελίξεις, για τα εφάπαξ των κληρικών, που θα δεχτούν, όπως χαρακτηριστικά είπε, γενναίο κούρεμα. 


Τον π. Σελλή διαδέχτηκε στο βήμα ο Αντιπρόεδρος του ΙΣΚΕ, Π. Ευάγγελος Φεγγούλης, ο οποίος παρουσίασε την εισήγησή του, που αφορούσε την εγγραφή νέων μελών στον Ι.Σ.Κ.Ε. «Είναι ένα θέμα ιδιαίτερα σοβαρό», τόνισε χαρακτηριστικά ο Αντιπρόεδρος, «διότι ένας ισχυρός ΙΣΚΕ, στον οποίο θα είναι, όσο το δυνατόν περισσότεροι εγγεγραμμένοι κληρικοί, μπορεί να γίνει μια μεγάλη δύναμη εκκλησιαστικής παρέμβασης στα τεκταινόμενα, για το λόγο αυτό η συσπείρωση, ει δυνατόν όλων των κληρικών της πατρίδος μας, γύρω από τον Ι.Σ.Κ.Ε, θεωρείται και είναι όσο ποτέ άλλοτε επιβεβλημένη». 

Ακολούθησε ενδιαφέρουσα συζήτηση με τοποθετήσεις από πολλούς ιερείς για μείζονα θέματα που αφορούν τον Εφημεριακό Κλήρο, στην δύσκολη σημερινή κοινωνική πραγματικότητα. Επίσης, η Γενική Συνέλευση, εξέφρασε τον προβληματισμό της για την πρόσφατη απόφαση της Ιεράς Συνόδου με θέμα την «Λειτουργία ιστοσελίδων εκ μέρους εκκλησιαστικών φορέων και εκ μέρους κληρικών και μοναχών» ενώ ομόφωνα, όπως προαναφέρθηκε, αποφασίστηκε να αποσταλεί αρμοδίως το Ψήφισμα για το «Τάμα του Έθνους».

ΤΟ Δ.Σ.

Η ΑΓΙΑ ΦΩΤΕΙΝΗ Η ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΣ Η «θείῳ Πνεύματι καταυγασθεῖσα καί τοῖς νάμασι καταρδευθεῖσα παρά Χριστοῦ τοῦ Σωτῆρος» ένδοξος μεγαλομάρτυς και ισαπόστολος

$
0
0
Ανάμεσα στις λαμπρότερες μορφές της χριστιανικής πίστεως εξέχουσα θέση κατέχει η συνομιλήσασα μετά του Ιησού Χριστού στο φρέαρ του Ιακώβ Σαμαρείτις, η μετέπειτα μεγαλομάρτυς και ισαπόστολος Αγία Φωτεινή, η οποία αναδείχθηκε «λαμπάς φωτοπάροχος και κορωνίς και κλέος τῶν Μαρτύρων», αφού αναγεννήθηκε από τον ίδιο τον Κύριο, ο Οποίος είναι το φως του κόσμου και παρέχει το «ὕδωρ τό ζῶν». Γι’ αυτό και εφοδιασμένη με το «ζωήρρυτο ὕδωρ» της ανέθεσε ο Χριστός να διδάξει την αποκαλυμμένη αλήθεια του Ευαγγελίου Του, κατόπιν δε κλήθηκε να μαρτυρήσει για την αγάπη Του τόσο εκείνη όσο και τα δύο παιδιά και οι πέντε αδελφές της. 

Η συνάντηση και η συνομιλία του Ιησού Χριστού με τη Σαμαρείτιδα αναφέρεται με σαφήνεια και λεπτομέρεια στο κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο (4, 5-42). Σύμφωνα με την ευαγγελική αυτή περικοπή ο Χριστός φεύγοντας από την Ιουδαία κατευθύνθηκε προς τη Γαλιλαία. Κατά την πορεία Του αυτή έπρεπε να περάσει από τη Σαμάρεια. Έτσι έφτασε σε μία πόλη που ονομαζόταν Συχάρ, όπου πλησίον αυτής βρισκόταν και το πηγάδι του Ιακώβ, το οποίο είχε αφήσει ως κληρονομιά στον γιο του, τον Ιωσήφ. Κοντά σ’ αυτό το πηγάδι κάθισε ο Κύριος το μεσημέρι κουρασμένος από την πεζοπορία. Εκείνη τη στιγμή ήρθε η Σαμαρείτιδα για να βγάλει με τη στάμνα νερό από το πηγάδι. Τότε ο Χριστός της ζήτησε νερό για να πιει. Η Σαμαρείτιδα όμως ξαφνιάστηκε, διότι δεν ήταν δυνατόν ένας Ιουδαίος να ζητά από μία γυναίκα της Σαμάρειας να πιει νερό, αφού ως γνωστόν οι Ιουδαίοι δεν συναναστρέφονταν με τους Σαμαρείτες. Τότε ο Χριστός της είπε ότι εάν ήξερε τί δώρο ετοιμάζει ο Θεός για τους ανθρώπους και ποιος είναι Αυτός που της ζητάει να πιει νερό, τότε θα Του ζητούσε να πιει, όταν μάλιστα Εκείνος θα της έδινε να πιει το «ὕδωρ τό ζῶν». Εκείνη όμως απευθυνόμενη στον Κύριο Του είπε ότι αφενός μεν Εκείνος δεν έχει κουβά, αφετέρου δε το πηγάδι είναι βαθύ. Από πού λοιπόν θα προέλθει το «ὕδωρ τό ζῶν», όταν μάλιστα από αυτό το πηγάδι ήπιε νερό όχι μόνο ο Ιακώβ, αλλά και τα παιδιά και τα ζώα του. Τον ρώτησε επίσης μήπως νομίζει ότι είναι ανώτερος από τον Ιακώβ που τους χάρισε το πηγάδι του. Τότε ο Κύριος της είπε: «πᾶς ὁ πίνων ἐκ τοῦ ὕδατος τούτου διψήσει πάλιν˙ ὅς δ’ ἄν πίῃ ἐκ τοῦ ὕδατος οὗ ἐγώ δώσω αὐτῷ, γενήσεται ἐν αὐτῷ πηγή ὕδατος ἁλλομένου εἰς ζωήν αἰώνιον», δηλαδή όποιος πίνει από αυτό το νερό, θα ξαναδιψάσει, αλλά όποιος θα πιει από το νερό που εγώ θα του δώσω, δεν θα διψάσει ποτέ, αλλά θα γίνει η πηγή που θα αναβλύζει νερό αιωνίου ζωής. Τότε η Σαμαρείτιδα ζήτησε από τον Κύριο να της δώσει να πιει από αυτό το νερό για να μην διψάει και αναγκάζεται και έρχεται στο πηγάδι για να βγάζει νερό. Μόλις ο Κύριος άκουσε αυτά, της είπε να πάει να φωνάξει τον άνδρα της, αλλά εκείνη Του δήλωσε ότι δεν έχει άνδρα. Τότε ο Κύριος της είπε ότι πράγματι δεν υπάρχει σύζυγος, διότι έχει ήδη συναναστραφεί με πέντε άνδρες και αυτόν τον οποίο έχει τώρα, δεν είναι νόμιμος σύζυγος. Έκπληκτη η Σαμαρείτιδα ομολόγησε τότε ότι αυτό είναι αλήθεια και ότι Αυτός, με τον Οποίο συνομιλεί τώρα, είναι ένας προφήτης. Κατόπιν Του είπε ότι οι Σαμαρείτες λάτρεψαν τον Θεό σ’ αυτό το βουνό, ενώ οι Ιουδαίοι ισχυρίζονται ότι στα Ιεροσόλυμα βρίσκεται ο τόπος, όπου πρέπει κανείς να Τον λατρεύει. Τότε ο Κύριος της είπε ότι πλησιάζει ο καιρός που ο Θεός δεν θα λατρεύεται ούτε σ’ αυτό το βουνό ούτε στα Ιεροσόλυμα, τονίζοντάς της ότι οι μεν Σαμαρείτες λατρεύουν κάτι που δεν γνωρίζουν, οι δε Ιουδαίοι γνωρίζουν αυτό που λατρεύουν, διότι η σωτηρία έρχεται από αυτούς. Αλλά ήρθε ο καιρός που αυτοί που θα λατρεύουν τον Θεό αληθινά, θα Τον λατρεύουν με τη δύναμη του Πνεύματος και με την επίγνωση της αλήθειας, αφού τέτοιους ζητά ο Θεός για να Τον προσκυνούν. Στο σημείο αυτό ο Ιησούς Χριστός τόνισε: «Πνεῦμα ὁ Θεός καί τούς προσκυνοῦντας Αὐτόν ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν». Τότε η Σαμαρείτιδα Του είπε ότι γνωρίζει ότι θα έρθει ο Μεσσίας που λέγεται Χριστός και όταν έρθει, θα τα εξηγήσει όλα. Εκείνη τη στιγμή ο Κύριος της αποκάλυψε την ιδιότητά Του ως Μεσσίας, λέγοντάς της: «Ἐγώ εἰμι ὁ λαλῶν σοι», δηλαδή ότι ο Χριστός είναι Εκείνος που της μιλάει αυτή τη στιγμή. 

 

Πάνω στην ώρα επέστρεψαν και οι μαθητές Του που είχαν πάει στην πόλη για να αγοράσουν τρόφιμα. Ξαφνιάστηκαν όμως, όταν είδαν τον Διδάσκαλό τους να συνομιλεί με μία γυναίκα, αφού κάτι τέτοιο δεν συνηθιζόταν από τις παραδόσεις των Ραββίνων. Κανείς όμως από τους μαθητές δεν τόλμησε να Τον ρωτήσει γιατί συνομιλεί με μία γυναίκα. Τότε η Σαμαρείτιδα άφησε τη στάμνα της και αφού πήγε στην πόλη, άρχισε να καλεί τον κόσμο να έρθει να γνωρίσει έναν άνθρωπο που της αποκάλυψε όλα όσα είχε κάνει. Μάλιστα αναρωτήθηκε μήπως Αυτός είναι ο Χριστός, ενώ η θαυμαστή αυτή αποκάλυψη παρακίνησε πολλούς να έρθουν από την πόλη για να Τον γνωρίσουν. Στο μεταξύ οι μαθητές άρχισαν να παρακαλούν τον Κύριο να φάει κάτι. Εκείνος όμως τους είπε ότι έλαβε τροφή, την οποία οι μαθητές δεν γνωρίζουν. Στον προβληματισμό των μαθητών εάν κάποιος Του έφερε φαγητό, ο Κύριος τους είπε ότι η τροφή Του είναι να εκτελεί το θέλημα Εκείνου που Τον έστειλε στον κόσμο για να ολοκληρώσει το έργο Του. Στο σημείο αυτό ο Κύριος, βασιζόμενος στην παροιμία «άλλος είναι αυτός που σπέρνει και άλλος είναι αυτός που θερίζει», είπε στους μαθητές Του να κοιτάξουν στα χωράφια τα στάχυα που είναι έτοιμα για θερισμό, υπονοώντας τους λαούς και τα έθνη που δεν έχουν γνωρίσει ακόμη τη χριστιανική αλήθεια και σωτηρία. Κατόπιν τους είπε ότι όποιος μεν θερίζει, λαμβάνει μισθό και μαζεύει καρπό για την αιώνια ζωή, όποιος δε σπέρνει, χαίρεται μαζί μ’ εκείνον που θερίζει. Παράλληλα τους τόνισε ότι ενώ τους έστειλε για να θερίσουν καρπό, για τον οποίον όμως δεν κοπίασαν, αφού άλλοι μόχθησαν, εκείνοι μπήκαν για να θερίσουν τον δικό τους καρπό. Στο μεταξύ από την πόλη Συχάρ πολλοί Σαμαρείτες πίστεψαν στον Κύριο ότι είναι ο Μεσσίας, αφού αποκάλυψε στην αμαρτωλή Σαμαρείτιδα όλα όσα είχε πράξει. Όταν μάλιστα οι Σαμαρείτες ήρθαν κοντά Του, Τον παρακάλεσαν να μείνει μαζί τους. Και όταν Εκείνος έμεινε εκεί δύο ημέρες, πίστεψαν ακόμη περισσότερο στη διδασκαλία Του, ομολογώντας στη Σαμαρείτιδα ότι από αυτά που άκουσαν και έμαθαν, κατάλαβαν ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο αληθινός Σωτήρας του κόσμου. 

 

Μετά την εις ουρανούς Ανάληψη του Κυρίου και την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος στους Αγίους Αποστόλους κατά την ευφρόσυνο ημέρα της Πεντηκοστής, η Σαμαρείτιδα εκ της πόλεως Συχάρ έχοντας ως ξεχωριστό βίωμα την προσωπική της συνάντηση με τον Κύριο, βαπτίσθηκε χριστιανή από τους Αγίους Αποστόλους μαζί με τους δύο γιους και τις πέντε αδελφές της και ονομάσθηκε Φωτεινή. Από εκείνη τη στιγμή αφιέρωσε όλη τη ζωή της στη διάδοση του Ευαγγελίου του Χριστού, περιοδεύοντας σε διάφορες πόλεις και καταλήγοντας στη Ρώμη επί των ημερών του αιμοβόρου και παρανοϊκού βασιλέως Νέρωνος (54-68μ.Χ.). Πιστοί συναθλητές και φλογεροί συνοδοιπόροι της υπήρξαν οι πέντε αδελφές της, η Ανατολή, η Φωτώ, η Φωτίδα, η Παρασκευή και η Κυριακή, καθώς και οι δύο γιοι της, ο Βίκτωρας που μετονομάσθηκε Φωτεινός και ο Ιωσής. 

 

Την εποχή λοιπόν αυτή και συγκεκριμένα το 66μ.Χ. ο μοχθηρός βασιλιάς Νέρων είχε εξαπολύσει έναν αδυσώπητο διωγμό εναντίον των χριστιανών, αφού μετά το μαρτύριο των δύο κορυφαίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου αναζητούνταν λυσσαλέα οι μαθητές των Αποστόλων για να θανατωθούν με απώτερο σκοπό την εξάλειψη του ονόματος του Χριστού και της χριστιανικής πίστεως στον κόσμο. Σ’ αυτή την κρίσιμη στιγμή για την πορεία του χριστιανισμού η Αγία Φωτεινή μαζί με τον μικρότερο γιο της, τον Ιωσή, βρισκόταν στην Καρθαγένη της Αφρικής, όπου κήρυττε με ξεχωριστή παρρησία το Ευαγγέλιο του Χριστού. Τον άλλο όμως γιο της Αγίας, τον Βίκτωρα, ο βασιλιάς Νέρων τον διόρισε αρχιστράτηγο, επειδή είχε νικήσει στον πόλεμο εναντίον των Αράβων και τον έστειλε στην Ιταλία για να εξοντώσει τους εκεί χριστιανούς, αγνοώντας βέβαια ότι ήταν χριστιανός. Ο δούκας όμως της Ιταλίας Σεβαστιανός γνωρίζοντας τη χριστιανική ιδιότητα του Βίκτωρα, της μητέρας του και του αδελφού του, τον συμβούλεψε να εκτελέσει πιστά την εντολή του βασιλιά για να μην κινδυνεύσει η ζωή του. Αλλά ο Βίκτωρας δήλωσε ότι επιθυμεί να κάνει μόνο το θέλημα του Χριστού και περιφρονεί την προσταγή του βασιλιά. Τότε ο δούκας τον συμβούλεψε να κοιτάξει το συμφέρον του που είναι να τιμωρήσει τους χριστιανούς για να γίνει ευάρεστος στον βασιλιά, αλλά και να κερδίσει και χρήματα από την αρπαγή των περιουσιών τους. Του τόνισε επίσης να συμβουλεύσει τη μητέρα και τον αδελφό του να σταματήσουν να κηρύττουν τον Χριστό και να διδάσκουν τους Έλληνες να αρνιούνται τη θρησκεία των πατρώων θεών, διότι αυτό θα έχει ως συνέπεια να κινδυνεύσει και η δική τους ζωή. Παράλληλα του πρότεινε ότι μπορούν κρυφά να πιστεύουν στον Χριστό. Ο Βίκτωρας όμως όχι μόνο απέρριψε τις συμβουλές και τις προτάσεις του δούκα, αλλά δήλωσε με παρρησία ότι και εκείνος θα κηρύττει το όνομα του Χριστού. Εκείνη τη στιγμή ο δούκας του είπε να σκεφθεί τί θα πράξει, αλλά αμέσως τυφλώθηκε και αφού έπεσε στη γη από τους αφόρητους πόνους στα μάτια, έμεινε άφωνος. Τότε οι παρευρισκόμενοι τον σήκωσαν και αφού έμεινε άφωνος τρεις ημέρες, την τέταρτη ημέρα φώναξε δυνατά ότι Ένας είναι ο Θεός και Αυτός είναι ο Θεός των χριστιανών. Στο άκουσμα αυτών των λόγων ο Βίκτωρας τον ρώτησε τί συνέβη και άλλαξε τόσο ξαφνικά η γνώμη και η στάση του. Εκείνος τότε του απάντησε ότι τον προσκάλεσε ο ίδιος ο Χριστός. Στη συνέχεια ο δούκας Σεβαστιανός κατηχήθηκε στη χριστιανική πίστη από τον Βίκτωρα και μόλις βαπτίσθηκε, επανέκτησε το φως του και δόξασε το όνομα του Θεού. Βλέποντας οι ειδωλολάτρες το παράδοξο αυτό θαύμα, φοβήθηκαν μήπως πάθουν τα ίδια που υπέστη ο δούκας. Γι’ αυτό και προσέτρεξαν στον Βίκτωρα και αφού κατηχήθηκαν από αυτόν στη χριστιανική πίστη, βαπτίσθηκαν χριστιανοί. 

 


Σε σύντομο όμως χρονικό διάστημα ο βασιλιάς της Ρώμης Νέρων πληροφορήθηκε ότι τόσο ο στρατηλάτης Βίκτωρας και ο δούκας της Ιταλίας Σεβαστιανός όσο και η μητέρα του Βίκτωρα, η Φωτεινή, μαζί με τον γιο της, τον Ιωσή, κηρύττουν τον Χριστό και οδηγούν τους ειδωλολάτρες στη χριστιανική πίστη. Το γεγονός αυτό εξαγρίωσε τον χριστιανομάχο βασιλιά, ο οποίος έστειλε αμέσως στρατιώτες στην Ιταλία για να φέρουν στη Ρώμη όλους τους χριστιανούς. Στην κρίσιμη αυτή στιγμή παρουσιάσθηκε ο Κύριος στους χριστιανούς για να τους ενθαρρύνει στον αγώνα τους. Απευθυνόμενος μάλιστα στον Βίκτωρα του είπε ότι από τώρα και στο εξής το όνομά του θα είναι Φωτεινός, διότι σε πολλούς θα μεταδώσει το φως και θα πιστέψουν στο όνομα του Κυρίου. Τον συμβούλεψε επίσης να στηρίξει με τους λόγους του τον Σεβαστιανό, όταν θα έρθει η ώρα του μαρτυρίου του, ενώ ευχήθηκε ότι θα είναι μακάριος και καλότυχος εκείνος που θα αγωνισθεί μέχρι τέλους. 


Στο μεταξύ η Αγία Φωτεινή, στην οποία αποκαλύφθηκαν όλα όσα θα της συνέβαιναν, έφυγε από την Καρθαγένη και έφθασε στη Ρώμη, συνοδευόμενη από πλήθος χριστιανών. Εκεί άρχισε να κηρύττει με ξεχωριστή παρρησία τον Χριστό και όταν παρουσιάσθηκε μαζί με τον γιο της, τον Ιωσή, ενώπιον του βασιλιά, του είπε ότι θα του μιλήσει για τον Χριστό για να Τον ασπασθεί. Εκείνη τη στιγμή όμως αναγγέλθηκε στον βασιλιά ότι είχαν έρθει ο δούκας Σεβαστιανός και ο στρατηλάτης Βίκτωρας. Όταν ομολόγησαν και οι δύο ότι όλα όσα πληροφορήθηκε ο Νέρων είναι αληθινά, τότε οργισμένος ο χριστιανομάχος βασιλιάς τους ρώτησε, εάν αρνούνται τον Χριστό ή θέλουν να πεθάνουν με φρικτό θάνατο. Τότε αφού ύψωσαν τα μάτια τους στον ουρανό, δήλωσαν ότι δεν πρόκειται ποτέ να αποχωρισθούν από την πίστη και την αγάπη του Χριστού. Κατόπιν ο βασιλιάς ρώτησε να μάθει τα ονόματά τους. Τότε η Αγία Φωτεινή παρουσίασε τις πέντε αδελφές και τους δύο γιους της, ενώ του δήλωσε ύστερα από σχετικό ερώτημα ότι όλοι είναι σύμφωνοι και έτοιμοι να θυσιαστούν για την αγάπη του Χριστού. 


Στο άκουσμα αυτών των λόγων ο εξαγριωμένος βασιλιάς διέταξε να συντριβούν οι αρμοί των χεριών τους με σιδερένιες σφαίρες. Όμως παρά το φρικτό βασανιστήριο ούτε πόνο αισθάνθηκαν ούτε τα χέρια τους συντρίφθηκαν, αφού προστατεὐθηκαν από τον Θεό με θαυμαστό τρόπο. Βλέποντας ο Νέρων το παράδοξο αυτό θαύμα, διέταξε να κοπούν τα χέρια των μαρτύρων. Αμέσως οι υπηρέτες του βασιλιά άρπαξαν την Αγία Φωτεινή και αφού έδεσαν τα χέρια της, τα έβαλαν πάνω στο αμόνι. Όμως παρά τα αλλεπάλληλα χτυπήματα με μαχαίρια, δεν κατόρθωσαν απολύτως τίποτα, αλλά απεναντίας οι δήμιοι παρέλυσαν και έπεσαν κάτω σαν να ήταν νεκροί. Η Αγία ευχαρίστησε τον Θεό, αλλά ο αιμοχαρής βασιλιάς άρχισε να απορεί με τα γενόμενα, αλλά και να σκέπτεται τί θα πράξει για να κατατροπώσει τους μάρτυρες και να τους υποτάξει στο δικό του θέλημα. Έτσι αποφάσισε τους μεν άνδρες να τους κλείσει σε σκοτεινή φυλακή, τη δε Αγία Φωτεινή μαζί με τις πέντε αδελφές της να τις οδηγήσει μέσα σ’ ένα χρυσό κουβούκλιο. Εκεί οι θρόνοι, τα στολίδια, τα ενδύματα και οι ζώνες θα ήταν χρυσά, ενώ διέταξε και την κόρη του, τη Δομνίνα, να πάει μαζί με όλες τις υπηρέτριές της στο χρυσό κουβούκλιο για να δελεάσει τη Φωτεινή και τις αδελφές της να εγκαταλείψουν τη χριστιανική πίστη. Τους δόθηκε μάλιστα και η υπόσχεση ότι εάν αρνηθούν τον Χριστό, τότε θα έχουν πάντοτε την εύνοια και τη φροντίδα του βασιλιά, αλλά και πολύ περισσότερα πλούτη και τιμές. Όμως οι άγιες αυτές γυναίκες απέρριψαν τις δελεαστικές προτάσεις του παρανοϊκού βασιλιά και όταν η Αγία Φωτεινή είδε τη Δομνίνα, της είπε: «Χαῖρε, ἡ νύμφη τοῦ Κυρίου μου», η δε κόρη του Νέρωνα της απάντησε: «Χαίροις καί σύ, κυρία μου, ἡ λαμπάς τοῦ Χριστοῦ». Μόλις η Αγία άκουσε τη Δομνίνα να λέει το όνομα του Χριστού, χάρηκε τόσο πολύ, ώστε αφού ευχαρίστησε τον Κύριο και την αγκάλιασε, την κατήχησε στη χριστιανική πίστη μαζί με όλες τις υπηρέτριές της και κατόπιν τις βάπτισε όλες. Στη Δομνίνα δόθηκε το όνομα Ανθούσα, η οποία πρόσταξε τη Στεφανίδα, που ήταν η μεγαλύτερη από τις υπηρέτριες, να διανείμει στους φτωχούς όλα τα χρυσά στολίδια και τα χρήματα που βρίσκονταν μέσα στο χρυσό κουβούκλιο. Μόλις πληροφορήθηκε ο βασιλιάς τις νέες αυτές εξελίξεις, διέταξε εξοργισμένος να βάλουν μέσα σ’ ένα πυρακτωμένο καμίνι που έκαιγε επί επτά ημέρες την Αγία Φωτεινή μαζί με όλους τους συνακολούθους της, άνδρες και γυναίκες, και να τους αφήσουν μέσα σ’ αυτό τρεις ημέρες. Όταν όμως πέρασε το διάστημα των τριών ημερών, διέταξε ο Νέρων να ανοίξουν το καμίνι και εάν βρουν τα οστά τους, να τα ρίξουν στο ποτάμι. Ανοίγοντας όμως οι στρατιώτες το καμίνι, τους βρήκαν όλους σώους και αβλαβείς, γεγονός που τους άφησε άναυδους. Το παράδοξο αυτό θαύμα διαδόθηκε αμέσως στη Ρώμη και όλοι δόξασαν τον Θεό. 


Μόλις ο βασιλιάς έμαθε για το νέο θαύμα, αποφάσισε αμετανόητος και τυφλωμένος από τον εγωισμό και την κακία του να δώσουν στους αγίους θανατηφόρα δηλητήρια. Γι’ αυτό τον σκοπό προσκλήθηκε ο μάγος Λαμπάδιος, ο οποίος έδωσε πρώτα στην Αγία Φωτεινή να πιει το δηλητήριο. Εκείνη τότε έχοντάς το στα χέρια της, του είπε ότι λόγω της αμαρτωλότητός του όχι μόνο δεν πρέπει εκείνη και οι υπόλοιποι να το πιουν, αλλά ούτε και να το κρατήσουν. Κατόπιν ενώπιον του βασιλιά και του μάγου δήλωσε ότι πρώτη από όλους τους άλλους θα πιει το δηλητήριο στο όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού για να δουν την παντοδυναμία Του. Στη συνέχεια ας πιουν και όλοι οι υπόλοιποι που συντάσσονται μαζί της. Αλλά όλοι όσοι ήπιαν το δηλητήριο, έμειναν αβλαβείς. Τότε ο μάγος έμεινε εκστατικός και είπε στην Αγία ότι έχει και άλλο πολύ ισχυρότερο δηλητήριο. Μάλιστα δήλωσε ότι εάν και μ’ αυτό το θανατηφόρο παρασκεύασμα δεν βρουν ακαριαίο θάνατο, τότε θα πιστέψει και εκείνος στον Κύριο. Όμως και αυτό το δηλητήριο δεν είχε απολύτως καμία επίπτωση στην υγεία τους και έτσι όλοι έμειναν αβλαβείς. Τότε ο μάγος έμεινε άναυδος από το νέο θαύμα και αφού μάζεψε όλα τα μαγικά του βιβλία, τα έριξε στη φωτιά για να καούν. Κατόπιν βαπτίσθηκε χριστιανός, λαμβάνοντας το όνομα Θεόκλητος. Μόλις όμως ο αιμοβόρος Νέρων έμαθε για τη μεταστροφή στον χριστιανισμό του μέχρι πρότινος μάγου, έδωσε τη διαταγή να τον συλλάβουν. Στη συνέχεια τον οδήγησαν έξω από τα τείχη της Ρώμης, όπου έλαβε χώρα ο δια ξίφους αποκεφαλισμός του. 


Μετά τη θανάτωση του Θεοκλήτου ο χριστιανομάχος βασιλιάς πρόσταξε να κόψουν τα νεύρα των αγίων, αρχίζοντας από την Αγία Φωτεινή. Αλλά κατά τη διάρκεια αυτού του βασανιστηρίου οι άγιοι ενέπαιζαν τον βασιλιά και τους θεούς του. Το γεγονός αυτό τον εξόργισε τόσο πολύ, ώστε διέταξε να ανακατέψουν θειάφι με λιωμένο μολύβι και αφού κοχλάσει, να το χύσουν μέσα στο στόμα της πολυάθλου Αγίας Φωτεινής και μέσα στα αυτιά των υπολοίπων. Όμως και μέσα από αυτό το βασανιστήριο έμειναν αβλαβείς, δοξάζοντας τον Θεό. Ο Νέρων έμεινε τότε άναυδος, αλλά και αμετανόητος. Γι’ αυτό διέταξε να τους κρεμάσουν και αφού ξύσουν όλο τους το σώμα, να τους κάψουν με αναμμένες λαμπάδες, ενώ μέσα στα ρουθούνια τους έχυσαν ξίδι αναμεμειγμένο με στάχτη. Όμως και αυτά τα βασανιστήρια όχι μόνο δεν έκαμψαν την πίστη τους, αλλά απεναντίας την ενίσχυσαν δοξάζοντας ευτυχισμένοι τον Θεό. Η παράνοια και η κακία όμως του αιμοχαρούς τυράννου τον οδήγησαν και σε νέα βασανιστήρια. Έτσι διέταξε να τους τυφλώσουν και να τους κλείσουν σε σκοτεινή και βρώμικη φυλακή με δηλητηριώδη φίδια. Όταν όμως κλείσθηκαν στη φυλακή, τα μεν φίδια απονεκρώθηκαν, η δε δυσωδία μετατράπηκε σε ευωδία. Επιπλέον ένα υπέρλαμπρο φως έλαμψε μέσα στο σκότος της φυλακής και ο Κύριος παρουσιάσθηκε στο μέσο των φυλακισμένων αγίων, λέγοντάς τους: «Εἰρήνη ὑμῖν». Κατόπιν αφού πήρε την Αγία Φωτεινή από το χέρι, τη σήκωσε και της είπε: «Ἐγώ εἰμι μεθ’ ὑμῶν πάντοτε, ὅθεν μή φοβεῖσθε, ἀλλά μᾶλλον πάντοτε χαίρετε». Αμέσως μ’ αυτό τον λόγο του Κυρίου ανέβλεψαν τα μάτια των τυφλωθέντων αγίων, οι οποίοι μόλις Τον είδαν, Τον προσκύνησαν. Κατόπιν ο Κύριος, αφού τους ευλόγησε, λέγοντάς τους: «Ἀνδρίζεσθε καί ἐνδυναμοῦσθε», ανέβηκε στους ουρανούς. 


Ο ασεβής όμως Νέρων βλέποντας τα γενόμενα, πρόσταξε εξαγριωμένος να μείνουν οι άγιοι μέσα στη φυλακή τρία χρόνια, ώστε μέσα από δυσβάκτατες ταλαιπωρίες να βρουν φρικτό θάνατο. Μετά την έλευση των τριών ετών έστειλε ο βασιλιάς ανθρώπους στη φυλακή για να αποφυλακίσουν έναν υπηρέτη. Μπαίνοντας όμως στη φυλακή είδαν την Αγία Φωτεινή και τους συνακολούθους της να χαίρουν άκρας υγείας και να έχουν επανακτήσει την όρασή τους. Αλλά και ο χώρος της φυλακής είχε πλημμυρίσει άπλετο φως και άρρητη ευωδία, αφού είχε καταστεί οίκος, στον οποίο δοξολογείτο το όνομα του Θεού και πολλοί άνθρωποι που προσέτρεχαν, κατηχήθηκαν στην πίστη και βαπτίσθηκαν χριστιανοί από τους έγκλειστους αγίους. Στο άκουσμα αυτής της είδησης ο Νέρων έγινε έξω φρενών. Μάλιστα κατ’ εντολήν του οδηγήθηκαν οι άγιοι ενώπιόν του και αφού τους επέπληξε για το ότι κηρύττουν μέσα στη φυλακή το όνομα του Χριστού, τους απείλησε ότι θα τους υποβάλλει σε νέα φρικτά βασανιστήρια. Εκείνοι όμως του δήλωσαν με παρρησία: «Ἐκεῖνο ὅπερ θέλεις ποίησον, διότι ἡμεῖς δέν θέλομεν παύσει κηρύττοντες τόν Χριστόν, ὅστις εἶναι Θεός ἀληθινός καί ποιητής τοῦ παντός». Μόλις άκουσε αυτά ο παρανοϊκός βασιλιάς, πρόσταξε να σταυρώσουν τους αγίους κατακέφαλα και να ξύσουν τις σάρκες τους επί τρεις ημέρες μέχρι να διαλυθούν. Τους άφησαν μάλιστα κρεμασμένους και άλλες τέσσερις ημέρες. Όταν όμως οι δήμιοι πήγαν να δουν, εάν ζούσαν ακόμη, αμέσως τυφλώθηκαν, μόλις τους είδαν κρεμασμένους. Εκείνη τη στιγμή Άγγελος Κυρίου κατέβηκε από τους ουρανούς και αφού έλυσε τους μάρτυρες, θεράπευσε όλες τις πληγές τους. Τότε η Αγία Φωτεινή αισθανόμενη λύπη για την τύφλωση των δημίων, προσευχήθηκε στον Θεό για τη σωτηρία τους. Αμέσως επανέκτησαν το φως τους, γεγονός που τους έκανε να πιστέψουν στον Ιησού Χριστό και να βαπτισθούν χριστιανοί. 


Όταν όμως πληροφορήθηκε το γεγονός αυτό ο Νέρων, διέταξε εξοργισμένος να γδάρουν το δέρμα της Αγίας Φωτεινής, το οποίο έριξαν στο ποτάμι, ενώ την ίδια την έριξαν σ’ ένα πηγάδι. Αλλά και ο Σεβαστιανός, ο Φωτεινός και ο Ιωσής είχαν την ίδια τύχη, αφού και οι τρεις εγδάρησαν, ενώ τους έκοψαν ακόμα και τα γεννητικά τους όργανα, τα οποία έριξαν στα σκυλιά. Στις πέντε αδελφές της Αγίας Φωτεινής έκοψαν πρώτα τους μαστούς τους και κατόπιν έγδαραν το δέρμα τους. Αξιοθαύμαστη υπήρξε η γενναιότητα της Αγίας Φωτίδος που ήταν μία από τις πέντε αδελφές της πολυάθλου Αγίας Φωτεινής, η οποία όταν πήγαν να την γδάρουν, δεν ήθελε να κρατηθεί από κανέναν, αλλά μόνη της και με ανδρείο φρόνημα υπέμεινε το μαρτύριό της. Η μεγαλοψυχία και η γενναιότητα όμως που επέδειξε η Αγία Φωτίδα εξαγρίωσε ακόμη περισσότερο τον Νέρωνα, ο οποίος διέταξε να την δέσουν στις λυγισμένες κορυφές δύο δένδρων που είχαν ενώσει με τη βία και κατόπιν να τις αφήσουν να έρθουν στην πρότερή τους θέση. Το αποτέλεσμα ήταν να διαμελισθεί η ένδοξος μάρτυς σε δύο μέρη και να παραδώσει την αγία της ψυχή στον Θεό. Κατόπιν κατ’ εντολήν του Νέρωνα αποκεφαλίσθηκαν δια ξίφους οι υπόλοιποι μάρτυρες εκτός της Αγίας Φωτεινής, την οποία ανέσυραν από το πηγάδι και την έκλεισαν στη φυλακή. Όμως η πολύαθλος Αγία αισθανόταν πολύ μεγάλη λύπη, διότι δεν είχε αξιωθεί ακόμη του στεφάνου του μαρτυρίου, όπως οι υπόλοιποι. Γι’ αυτό και άρχισε να προσεύχεται στον Θεό, ο Οποίος της παρουσιάσθηκε και αφού την σφράγισε τρεις φορές με το σημείο του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού, θεράπευσε όλες τις πληγές της. Μετά από πολλές ημέρες και αφού δόξασε το όνομα του Θεού, παρέδωσε στα χέρια Του την πάναγνη ψυχή της. 


Η Ορθόδοξη Εκκλησία συναρίθμησε την Αγία Φωτεινή και τη συνοδεία της στη σεπτή χορεία των μαρτύρων της αμωμήτου χριστιανικής μας πίστεως και την εξύμνησε μέσα από υμνογραφικά κείμενα, αφού Ακολουθία προς τιμήν της έχουν ποιήσει ο ιεροδιάκονος της Μητροπόλεως Σμύρνης Νεόφυτος, ο Υμνογράφος της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, Γεράσιμος Μοναχός ο Μικραγιαννανίτης, ο οποίος έχει ποιήσει επίσης Παρακλητικό Κανόνα, Χαιρετιστηρίους Οίκους και Εγκώμια στην πολύαθλο Αγία, καθώς και ο Μέγας Υμνογράφος της των Αλεξανδρέων Εκκλησίας, Δρ. Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας, ο οποίος έχει ποιήσει και Παρακλητικό Κανόνα, όπως και ο Υμνογράφος της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, Ιερομόναχος Αθανάσιος Σιμωνοπετρίτης. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία ονόμασε την Αγία Φωτεινή μεγαλομάρτυρα και ισαπόστολο και καθιέρωσε να εορτάζει τη μνήμη της στις 26 Φεβρουαρίου, ενώ της έχει αφιερώσει και την Ε΄ Κυριακή από του Πάσχα, τη γνωστή ως «Κυριακή της Σαμαρείτιδος», κατά την οποία ενθυμούμεθα τον διάλογο του Ιησού Χριστού με την αμαρτωλή Σαμαρείτιδα, τη μετέπειτα μεγαλομάρτυρα και ισαπόστολο Αγία Φωτεινή. Άλλωστε μέσα από τον αξιοθαύμαστο αυτό διάλογο αναδεικνύεται το άφθαστο μεγαλείο της πίστεως και της μετανοίας, αφού ο Κύριος της αποκάλυψε ότι είναι ο Μεσσίας «Ἐγώ εἰμι ὁ λαλῶν σοι», ο Οποίος προσφέρει απλόχερα την αγάπη Του σε κάθε αμαρτωλό και περιφρονημένο άνθρωπο. Έτσι πρόσφερε και στη Σαμαρείτιδα το «ὕδωρ τό ζῶν», ενώ της αποκάλυψε ότι η αληθινή λατρεία του Θεού είναι η «ἐν Πνεύματι καί ἀληθείᾳ». Στον ευλογημένο χώρο του φρέατος του Ιακώβ, όπου διεξήχθη ο διάλογος του Κυρίου με τη Σαμαρείτιδα, έχει ανεγερθεί μεγαλοπρεπής ιερός ναός επ’ ονόματι της Αγίας, ο οποίος εγκαινιάσθηκε με κάθε επισημότητα στις 30 Αυγούστου 2008. Από τα ιερά λείψανα της Αγίας Φωτεινής σώζονται σε Μονές του Αγίου Όρους, τμήμα της τιμίας κάρας της στην Ιερά Μονή Γρηγορίου, μία ωλένη με άφθαρτη σάρκα στην Ιερά Μονή Παντοκράτορος, μία ωμοπλάτη και ένας εκ των ποδών της στην Ιερά Μονή Ιβήρων, ενώ αποτμήματα λειψάνων της φυλάσσονται στις Μονές Αγίας Λαύρας Καλαβρύτων, Κοιμήσεως Θεοτόκου Γηρομερίου Θεσπρωτίας και Κύκκου Κύπρου. Επίσης τμήμα της τιμίας κάρας της φυλάσσεται και στην παλαιοχριστιανική βασιλική του Αγίου Παύλου στη Ρώμη.

 

Η Αγία μεγαλομάρτυς και ισαπόστολος Φωτεινή η Σαμαρείτιδα τιμήθηκε ιδιαίτερα στην ιστορική Σμύρνη της Μικράς Ασίας, όπου ο περικαλλής και περιώνυμος μητροπολιτικός ιερός ναός επ’ ονόματι της Αγίας στη συνοικία του Κάτω Μαχαλά αποτελούσε το ιερό παλλάδιο των Σμυρναίων και ήταν ο ωραιότερος και εντυπωσιακότερος ναός της πόλεως. Ο πρώτος ναός είναι άγνωστο πότε κτίσθηκε, αλλά υπήρχε ήδη από τον 17ο αιώνα. Μετά από σεισμούς και πυρκαγιές ανοικοδομήθηκε νέος ιερός ναός με επιβλητικό και εξαίρετης τέχνης μαρμάρινο κωδωνοστάσιο, το οποίο ανεγέρθηκε το 1856 από τον αρχιτέκτονα Ξ. Λάτρη και ανακαινίσθηκε το 1891. Ο περίφημος μητροπολιτικός ναός της Αγίας Φωτεινής Σμύρνης καταστράφηκε όμως ολοσχερώς κατά τη μικρασιατική καταστροφή του 1922. Το 1924 και μετά την εγκατάσταση των πρώτων προσφύγων από τη Σμύρνη της Μικράς Ασίας σε συνοικισμό των Αθηνών, ο οποίος μέχρι τότε ονομαζόταν «Ανάλατος» και κατόπιν μετονομάσθηκε σε Νέα Σμύρνη, αποφασίστηκε η κατασκευή ενός προσωρινού ξύλινου ναού επ’ ονόματι της Αγίας Φωτεινής, ο οποίος θα εξυπηρετούσε τις λατρευτικές ανάγκες των πρώτων οικιστών –προσφύγων στην περιοχή της Νέας Σμύρνης. Όμως η επιθυμία τους ήταν να ανεγερθεί ένας μεγαλοπρεπής ιερός ναός επ’ ονόματι της Αγίας, ο οποίος θα ήταν αντάξιος του περιωνύμου μητροπολιτικού ναού της Σμύρνης και θα αποτελούσε το σημείο ευλαβικής αναφοράς και προσκύνησης των εκ Σμύρνης της Μικράς Ασίας προσφύγων. Έτσι τον Οκτώβριο του 1924 θεμελιώθηκε ο νέος περικαλλής ιερός ναός, ο οποίος άρχισε να ανεγείρεται το 1931 με σχέδια του αρχιτέκτονα Αθανασίου Δεμίρη και στις 27 Οκτωβρίου 1940 εγκαινιάσθηκε από τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Χρύσανθο (+28 Σεπτεμβρίου 1949). Το 1974 με την ίδρυση της Ιεράς Μητροπόλεως Νέας Σμύρνης καθιερώθηκε ο μεγαλοπρεπής ιερός ναός της Αγίας Φωτεινής Μητροπολιτικός Ναός της νεοσυσταθείσης Ιεράς Μητροπόλεως, η δε Αγία Φωτεινή είναι έκτοτε η πολιούχος, έφορος και προστάτιδα της Νέας Σμύρνης, προς τιμήν της οποίας τελείται λαμπρά πολυαρχιερατική πανήγυρη την Κυριακή της Σαμαρείτιδος. Αξιοθαύμαστος είναι και ο κειμηλιακός πλούτος στο εσωτερικό του ναού, αφού κοσμείται με αριστουργηματικό ξυλόγλυπτο τέμπλο, επισκοπικό θρόνο και άμβωνα, που αποτελούν έργα εξαίρετης ξυλογλυπτικής τέχνης των αρχών του 19ου αιώνα και προέρχονται από τον ιερό ναό του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου του Επάνω Μαχαλά της Σμύρνης. Τα κειμήλια αυτά χορηγήθηκαν κατόπιν ενεργειών του αειμνήστου Πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου και με τη συγκατάθεση της τουρκικής ηγεσίας και έφθασαν στην Ελλάδα στις 18 Οκτωβρίου 1944. Αξιοπρόσεκτο και εντυπωσιακό είναι και το θεμελιωθέν το 1990 και εγκαινιασθέν το 1998 επιβλητικό κωδωνοστάσιο, συνολικού ύψους 33μ., που κοσμεί τον προαύλιο χώρο του ιερού ναού, το οποίο αποτελεί πιστό αντίγραφο του περίφημου κωδωνοστασίου του ομωνύμου ναού της Σμύρνης και ανεγέρθηκε με δαπάνη του Κοινωφελούς Ιδρύματος «Αλέξανδρος Σ. Ωνάσης». 

 

Η ευλάβεια όμως των Σμυρναίων και των Μικρασιατών προς την Αγία Φωτεινή τη Σαμαρείτιδα επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι οι πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν σε διάφορα μέρη της Ελλάδος φρόντισαν στο να ανεγείρουν ναούς επ’ ονόματί της. Έτσι στην περιοχή του Υμηττού (Χαραυγή) των Αθηνών, στον προσφυγικό συνοικισμό των Πατρών, στον προσφυγικό συνοικισμό Χρύσα της Ξάνθης, στην Παραλία της Κατερίνης, στη συνοικία Νεάπολη της Καβάλας, στον Εύοσμο της Θεσσαλονίκης τιμάται η Αγία Φωτεινή με ομώνυμους ενοριακούς ναούς. Αξιομνημόνευτος είναι ο από του έτους 1878 ενοριακός ναός της Αγίας Φωτεινής Ιλισσού που βρίσκεται στο κέντρο των Αθηνών πλησίον του αρχαίου ναού του Ολυμπίου Διός. Ο σημερινός ναός, ρυθμού τρίκλιτης ξυλόστεγης βασιλικής, ανοικοδομήθηκε το 1872 πάνω σε ερειπωμένο μικρό ναό που χρονολογείτο στις αρχές του 18ου αιώνα. Στη θέση του σημερινού ναού υπήρχε στην αρχαιότητα ναός της Εκάτης (περί το 166π.Χ.) και κατά τον 4ο αιώνα κτίσθηκε παλαιοχριστιανική βασιλική. Στον ιστορικό ιερό ναό της Αγίας Φωτεινής Ιλισσού, ο οποίος εγκαινιάσθηκε το 1985, φυλάσσονται παλαιές φορητές εικόνες της Αγίας Φωτεινής, ενώ στον προαύλιο χώρο του ναού κατασκευάστηκε κρήνη ως ανάμνηση του φρέατος του Ιακώβ, όπου έλαβε χώρα ο διάλογος του Ιησού Χριστού με τη Σαμαρείτιδα. 


Η Αγία Φωτεινή εορτάζεται επίσης πανηγυρικά στον τρισυπόστατο μεγαλοπρεπή ιερό προσκυνηματικό ναό της Αναστάσεως Χριστού στα Σπάτα Αττικής. Ο σημερινός ναός θεμελιώθηκε το 1956 και εγκαινιάσθηκε με την πρέπουσα εκκλησιαστική λαμπρότητα την Κυριακή της Σαμαρείτιδος 13 Μαΐου 2012. Ο πρώτος ναός θεμελιώθηκε το 1933 ύστερα από την κατά το έτος 1932 θαυμαστή εμφάνιση του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού στην αείμνηστη Ελένη Δανιηλίδου (1909 - +29 Οκτωβρίου 1973), η οποία αναδείχθηκε σύμφωνα με την εντολή Του το «σκεύος εκλογής» για την ανέγερση του πανσέπτου ιερού ναού της Αναστάσεως Χριστού Σπάτων. Η αποδιδόμενη τιμή στην Αγία Φωτεινή στο περιώνυμο Προσκύνημα του Χριστού Σπάτων οφείλεται στην κατ’ όναρ εμφάνιση της Αγίας στον εκ Κορωπίου Αττικής εργάτη Νικόλαο Αγάπη, ο οποίος εργαζόταν για την ανοικοδόμηση του ναού. Σ’ αυτόν η Αγία του έδωσε την εντολή να πάει να βρει στα Σπάτα την Ελένη και να πει στους επιτρόπους ο νέος ναός να αφιερωθεί τόσο στον Αναστάντα Κύριο όσο και στην Αγία Φωτεινή. Παρόλο όμως που πληροφορήθηκε η Ελένη την κατ’ όναρ εμφάνιση της Αγίας, δίσταζε να το ανακοινώσει στους επιτρόπους, μήπως και παρεξηγηθεί από τον κόσμο. Όμως η Αγία Φωτεινή παρουσιάσθηκε και στον ύπνο της Ελένης, εκφράζοντας για μία ακόμη φορά την επιθυμία της να συμπεριληφθεί στον ιερό ναό του Χριστού στα Σπάτα, ενώ την ενθάρρυνε να μην φοβάται τον κόσμο. Από το όνειρο ξύπνησε απότομα η Ελένη και τότε είδε μπροστά της ολόσωμη την Αγία Φωτεινή, η οποία της επανέλαβε την επιθυμία της, κατόπιν δε εξαφανίσθηκε μέσα σε μία φωτεινή νεφέλη. Μετά από αυτή την υπερφυή αποκάλυψη η Ελένη ανακοίνωσε στους επιτρόπους τα θαυμαστά αυτά συμβάντα και έτσι κατ’ εντολήν της ίδιας της Αγίας ο ανηγειρόμενος πάνσεπτος ιερός ναός του Σωτήρος Χριστού έγινε τρισυπόστατος και αφιερώθηκε στην Ανάσταση και Ανάληψη του Κυρίου και στην Αγία μεγαλομάρτυρα και ισαπόστολο Φωτεινή τη Σαμαρείτιδα. Είναι ενδεικτικό επίσης ότι πριν από την τοποθέτηση στον ναό των εφέστιων εικόνων της Αναστάσεως του Χριστού και της Αγίας Φωτεινής η ευσεβής και ενάρετη Ελένη είδε στον ύπνο της τον Κύριο και κάτω από Εκείνον τις δύο εικόνες. Της είπε μάλιστα ότι η μεν εικόνα της Αναστάσεως του Ιησού Χριστού δεν είναι και τόσο επιτυχημένη, ενώ η εικόνα της Αγίας Φωτεινής έχει ιστορηθεί με επιτυχία σύμφωνα με το πρωτότυπο σαν να είναι έτοιμη να μιλήσει, όπως ακριβώς την είδε στο φρέαρ του Ιακώβ. Μάλιστα προφήτευσε ότι η αριστουργηματική αυτή εικόνα θα μιλήσει μία ημέρα ενώπιον πλήθους πιστών. Γι’ αυτό και καθιερώθηκε στον ιερό προσκυνηματικό ναό Αναστάσεως Χριστού Σπάτων η τέλεση λαμπράς πανηγύρεως την Κυριακή της Σαμαρείτιδος (Ε΄ Κυριακή από του Πάσχα) προς τιμήν της Αγίας ενδόξου μεγαλομάρτυρος και ισαποστόλου Φωτεινής, η οποία από τα πρώτα χρόνια συγκέντρωνε πλήθος προσκυνητών από ολόκληρη την Αττική. 


Σημαντική είναι η τιμή της Αγίας Φωτεινής και στην Κρήτη, όπου αξιομνημόνευτος είναι ο επ’ ονόματί της περικαλλής ιερός καθεδρικός ναός στην Ιεράπετρα, ο οποίος θεμελιώθηκε στις 30 Νοεμβρίου 1969 και εγκαινιάσθηκε στις 2 Μαΐου 1993. Στο όνομά της είναι αφιερωμένος επίσης ενοριακός ναός στην πόλη του Ρεθύμνου, ησυχαστήριο στα Ελληνοπεράματα (Λινοπεράματα) Μαλεβιζίου στην περιοχή του Ηρακλείου, το οποίο ιδρύθηκε το 1991 από τον αοίδιμο Αρχιεπίσκοπο Κρήτης κυρό Τιμόθεο (+…26 Ιουλίου 2006), όπου και ενταφιάσθηκε, καθώς και σπήλαιο στην περιοχή του χωριού Αβδού Ηρακλείου που βρίσκεται σε υψόμετρο 760μ. στο όρος Λουλουδάκι. Η Αγία Φωτεινή τιμάται επίσης στη Λέσβο με ομώνυμο ενοριακό ναό, ρυθμού τρίκλιτης βασιλικής, στο χωριό Συκαμιά, ο οποίος θεμελιώθηκε το 1859 και εγκαινιάσθηκε το 1861, αλλά και με διάσπαρτα ομώνυμα εξωκκλήσια στο νησί (Άγρα, Ακράσι, Αφάλωνας, Βασιλικά, Ερεσός, Κάτω Τρίτος, Λάμπου Μύλοι, Λισβόρι, Λουτρά, Μεσαγρός, Παππάδος, Σκόπελος, Σκάλα Πολυχνίτου). Αλλά και στη μυροβόλο και αγιοτόκο νήσο Χίο και συγκεκριμένα στην παραθαλάσσια περιοχή της Αγίας Φωτιάς πλησίον του Νεοχωρίου υπάρχει ο ναός της Αγίας Φωτεινής, ο οποίος πανηγυρίζει στις 12 Αυγούστου και ανεγέρθηκε στο σημείο, όπου σύμφωνα με την τοπική παράδοση ψαράδες που έσπευσαν να σβήσουν τη φωτιά που έβλεπαν, βρήκαν στον τόπο εκείνο, όπου είχε ήδη σβήσει η φωτιά, εικόνα της Αγίας. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η ύπαρξη στο ακριτικό νησί της Λήμνου τριών εξωκκκλησίων επ’ ονόματι της Αγίας Φωτίδος, μίας εκ των πέντε αδελφών της Αγίας Φωτεινής, τα οποία βρίσκονται στη Μύρινα, το χωριό Καλλιθέα και την ερημική περιοχή της Κώμης που βρίσκεται βορειοανατολικά του χωριού Ρωμανού, όπου τελείται προς τιμήν της παλλημνιακή πανήγυρη την 1η Αυγούστου. Αξιοπρόσεκτος και εντυπωσιακός είναι ο θεμελιωθείς το 1970 και εγκαινιασθείς το 1977 ιερός ναός της Αγίας Φωτεινής απέναντι από τον αρχαιολογικό χώρο της αρχαίας Μαντινείας και σε απόσταση δώδεκα χιλιομέτρων από την Τρίπολη. Πρόκειται για έναν παράδοξο ναό, έργο του αρχιτέκτονα Κωνσταντίνου Παπαθεοδώρου, ο οποίος ξεχωρίζει για την πρωτότυπη αρχιτεκτονική του που συνδυάζει τον αρχαιοελληνικό ρυθμό με στοιχεία βυζαντινών επιρροών. Στο εσωτερικό του ναού υπάρχουν δύο παρεκκλήσια, αριστερά και δεξιά του ιερού, τα οποία συμβολίζουν τις κατακόμβες της Μήλου και της Ρώμης, ενώ υπάρχει και περίστυλη στήλη με ιδιαίτερη κατασκευή που απεικονίζει το φρέαρ του Ιακώβ. Επ’ ονόματι της Αγίας Φωτεινής της Σαμαρείτιδος είναι αφιερωμένη επίσης ανδρώα Μονή στον λόφο της Ευαγγελιστρίας στη συνοικία Πρόνοια του Ναυπλίου, καθώς και γυναικείο ησυχαστήριο στην Ύδρα. 


Η «θείῳ Πνεύματι καταυγασθεῖσα καί τοῖς νάμασι καταρδευθεῖσα παρά Χριστοῦ τοῦ Σωτῆρος» μεγαλομάρτυς και ισαπόστολος Αγία Φωτεινή η Σαμαρείτις αποτελεί στους σημερινούς χαλεπούς καιρούς μας ένα ολόλαμπρο παράδειγμα προς μίμηση, αφού μας διδάσκει την ειλικρινή μετάνοια, τον συνεχή πνευματικό αγώνα, την ακλόνητη πίστη, την ηθική τελείωση, την κατάρριψη του εγωισμού, αλλά και την ανάγκη να αναζητήσουμε το «ζωήρρυτο ὕδωρ», το οποίο προσφέρει μόνο ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός με την απεριόριστη αγάπη και το άπειρο έλεος Του. Μόνο έτσι θα αξιωθούμε και εμείς να ζήσουμε μέσα στην πνευματική αγαλλίαση του Παραδείσου, όπως ακριβώς ζει και ευφραίνεται η μεγαλομάρτυς και ισαπόστολος Αγία Φωτεινή, η οποία χάρη στο «ὕδωρ τό ζῶν» αναγεννήθηκε σε πιστό ακόλουθο του Χριστού, αναλαμβάνοντας το κοπιώδες έργο της διδαχής του λόγου Του. 

Αριστείδης Γ. Θεοδωρόπουλος
Εκπαιδευτικός 


Βιβλιογραφία

· Κάππα Μαξίμου Β., Αρχιμανδρίτου, Η Αγία Φωτεινή η Σαμαρείτις και Ισαπόστολος, Αθήναι 2001.

· Παναγοπούλου Δημητρίου, Η Αγία Φωτεινή η Σαμαρείτις, Εκδόσεις Νεκτάριος Παναγόπουλος, Αθήναι χ.χ.

· Τσακιρίδη Λαζάρου, Αγία Φωτεινή η Σαμαρείτισσα, Εκδόσεις Τέρτιος, Κατερίνη 1999.

Εικόνες

[1] Φορητή εικόνα της Αγίας μεγαλομάρτυρος και ισαποστόλου Φωτεινής της Σαμαρείτιδος στον Ιερό Ναό Αγίου Αιμιλιανού Καλλιμασιάς Χίου.

[2] Φορητή εικόνα της Αγίας Φωτεινής στο αριστουργηματικό ξυλόγλυπτο τέμπλο του ομωνύμου Ιερού Μητροπολιτικού Ναού Νέας Σμύρνης Αττικής.

[3] Παλαιά φορητή εικόνα της Αγίας Φωτεινής. Ιστορήθηκε το 1876 και αποτελεί κειμήλιο του Ιερού Ενοριακού Ναού Κοιμήσεως Θεοτόκου Αγίου Στεφάνου Αττικής. http://www.agios-stefanos.gr/index.php/keimilia

[4] Φορητή εικόνα της Αγίας Φωτεινής στον Ιερό Κοιμητηριακό Ναό Αναστάσεως Κυρίου Πειραιώς.

[5] Φορητή εικόνα της Αγίας Φωτεινής σε προσκυνητάριο του ομωνύμου Ιερού Ναού Ιλισσού Αθηνών.

[6] Παλαιά φορητή εικόνα της Αγίας Φωτεινής στον ομώνυμο Ιερό Ναό Ιλισσού Αθηνών.

[7] Η Οικογένεια της Αγίας Φωτεινής. Φορητή εικόνα στον ομώνυμο Ιερό Ναό Ιλισσού Αθηνών.

[8] Φορητή εικόνα της Αγίας Φωτεινής στο τέμπλο του ομωνύμου Ιερού Ναού Ιλισσού Αθηνών.

[9] Φορητή εικόνα της Αγίας Φωτεινής από τη Σμύρνη της Μικράς Ασίας. Ανήκει σε ιδιωτική συλλογή.

[10] Παλαιά χρωμολιθογραφία της Αγίας Φωτεινής, λαϊκής τεχνοτροπίας, προερχομένη από τη Σμύρνη.

[11] Φορητή εικόνα της Αγίας Φωτεινής χιακής τεχνοτροπίας. Ιστορήθηκε το 1951 στον Ιερό Παρθενώνα Αγίου Κωνσταντίνου Φραγκοβουνίου Χίου και ανήκει σε ιδιωτική συλλογή.

[12] Φορητή εικόνα της Αγίας Φωτεινής, έργο της Αδελφότητος των Ιωσαφαίων, στην Ιερά Μονή Αγίου Νεκταρίου Αιγίνης.

[13] Η Αγία Φωτεινή και η Αγία Κυριακή. Φορητή εικόνα στο Αγίασμα της Παναγίας Βλαχερνών στην Κωνσταντινούπολη.

[14] Η Αγία Φωτεινή και η Αγία Σοφία. Φορητή εικόνα στον Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου Βροντάδου Χίου.

[15] Η Αγία Φωτεινή, ο Άγιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης και η Αγία Ειρήνη Χρυσοβαλάντου. Φορητή εικόνα στην Ιερά Μονή Αγίου Νεκταρίου Αιγίνης.

[16] Λιθογραφία που απεικονίζει τον διάλογο του Κυρίου με τη Σαμαρείτιδα.

[17] «Ὁ Ἰησοῦς διαλεγόμενος τῇ  Σαμαρείτιδι». Τοιχογραφία δια χειρός Νικολάου Μπρισνόβαλη στο Καθολικό της Ιεράς Μονής Κοιμήσεως Θεοτόκου Πεντέλης Αττικής.

[18] Νωπογραφία των αρχών του 3ου  μ.Χ. αιώνα στην  Κατακόμβη του Praetextatus στη Ρώμη, όπου απεικονίζεται η συνομιλία του Κυρίου με τη Σαμαρείτιδα.

[19] Ο διάλογος του Ιησού Χριστού με τη Σαμαρείτιδα. Ψηφιδωτό του 6ου αιώνα στην παλαιοχριστιανική βασιλική του Αγίου Απολλιναρίου του Νέου στη Ραβέννα Ιταλίας.

[20] Ο διάλογος του Ιησού Χριστού με τη Σαμαρείτιδα. Χρονολογείται τον 16ο αιώνα και ανήκει στη συλλογή του Μουσείου Παύλου και Αλεξάνδρας Κανελλοπούλου.

[21] Ο διάλογος του Κυρίου με τη Σαμαρείτιδα. Τοιχογραφία δια χειρός Πέτρου Βαμπούλη στον Ιερό Προσκυνηματικό Ναό Αναστάσεως Χριστού Σπάτων Αττικής.

[22] Παλαιά φωτογραφία του Φρέατος του Ιακώβ στη Συχέμ, όπου έλαβε χώρα η συνάντηση και συνομιλία του Κυρίου με τη Σαμαρείτιδα.

[23] Το Φρέαρ του Ιακώβ, όπου διεξήχθη ο διάλογος του Κυρίου με τη Σαμαρείτιδα, είναι ένα από τα σπουδαιότερα ιερά προσκυνήματα των Αγίων Τόπων. www.diakonima.gr

[24] Τμήμα της τιμίας κάρας της Αγίας στην Ιερά Μονή Γρηγορίου του Αγίου Όρους.

[25] Τμήμα της τιμίας κάρας της Αγίας (ινιακόν οστούν) στην παλαιοχριστιανική βασιλική του Αγίου Παύλου της Ρώμης.

[26] Η ιστορική Σμύρνη της Μικράς Ασίας καυχόταν για τον Μητροπολιτικό Ναό της Αγίας Φωτεινής με το εντυπωσιακό κωδωνοστάσιο. https://mikrasiatwn.wordpress.com    

[27] Το περίφημο μαρμάρινο κωδωνοστάσιο του Ιερού Μητροπολιτικού Ναού Αγίας Φωτεινής Σμύρνης.

[28] Ο μεγαλοπρεπής Ιερός Μητροπολιτικός Ναός της Αγίας Φωτεινής Νέας Σμύρνης Αττικής αποτελεί το σημείο της ευλαβικής αναφοράς και προσκύνησης των κατοίκων της περιοχής. www.imns.gr 

[29] Το αριστουργηματικό ξυλόγλυπτο τέμπλο του Ιερού Μητροπολιτικού Ναού Αγίας Φωτεινής Νέας Σμύρνης Αττικής. http://local.e-history.gr/

[30] Το επιβλητικό κωδωνοστάσιο που κοσμεί τον προαύλιο χώρο του Ιερού Μητροπολιτικού Ναού Αγίας Φωτεινής Νέας Σμύρνης Αττικής αποτελεί πιστό αντίγραφο του περίφημου κωδωνοστασίου του ομωνύμου Ιερού Ναού της Σμύρνης.

[31] Το επιβλητικό κωδωνοστάσιο που κοσμεί τον προαύλιο χώρο του Ιερού Μητροπολιτικού Ναού Αγίας Φωτεινής Νέας Σμύρνης Αττικής αποτελεί πιστό αντίγραφο του περίφημου κωδωνοστασίου του ομωνύμου Ιερού Ναού της Σμύρνης.

[32] Πλήθος πιστών συρρέει στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό της Αγίας Φωτεινής Νέας Σμύρνης Αττικής στην κατ’ έτος λαμπρά πανήγυρη της Κυριακής της Σαμαρείτιδος.

[33] Στιγμιότυπο από τη Λιτάνευση της Ιεράς Εικόνος στην πανήγυρη της Κυριακής της Σαμαρείτιδος 18ης Μαΐου 2014 στη Νέα Σμύρνη Αττικής.

[34] Ο ανοικοδομηθείς το 1872 ιστορικός Ιερός Ναός Αγίας Φωτεινής Ιλισσού Αθηνών.

[35] Ο Ιερός Ενοριακός Ναός Ευαγγελισμού Θεοτόκου – Αγίας Φωτεινής Δήμου Υμηττού Αττικής. Ανεγέρθηκε στην αρχή της δεκαετίας του 1950 και εγκαινιάσθηκε το 1978. http://imkby.gr/

[36] Ο Ιερός Ενοριακός Ναός της Αγίας Φωτεινής στο χωριό Γαβαλού Αιτωλοακαρνανίας. http://apfilipposgrammatikous.blogspot.gr

[37] Ο μεγαλοπρεπής Ιερός Καθεδρικός Ναός της Αγίας Φωτεινής στην Ιεράπετρα Κρήτης. http://en.wikipedia.org/

[38] Ο μεγαλοπρεπής Ιερός Ναός της Αγίας Φωτεινής της Σαμαρείτιδος στο Φρέαρ του Ιακώβ. syndesmosklchi.blogspot.gr

[39] Η Αγία Φωτεινή τιμάται με κλίτος επ’ ονόματί της στον τρισυπόστατο μεγαλοπρεπή Ιερό Προσκυνηματικό Ναό Αναστάσεως Χριστού Σπάτων Αττικής. syndesmosklchi.blogspot.gr

[40] Η εφέστια εικόνα της Αγίας μεγαλομάρτυρος και ισαποστόλου Φωτεινής της Σαμαρείτιδος στο Ιερό Προσκύνημα Αναστάσεως Χριστού Σπάτων. Αποδίδει αριστουργηματικά τη μορφή της Αγίας και λιτανεύεται κατ’ έτος στην πανήγυρη της Κυριακής της Σαμαρείτιδος. syndesmosklchi.blogspot.gr

[41] Στιγμιότυπο από τη Λιτανεία της Ιεράς Εικόνος της Αγίας Φωτεινής σε πανήγυρη της Κυριακής της Σαμαρείτιδος στον Ιερό Ναό Αναστάσεως Χριστού Σπάτων στη δεκαετία του 1950. syndesmosklchi.blogspot.gr

[42] Ο ανεγερθείς το 1951 και εγκαινιασθείς το 1978 Ιερός Ενοριακός Ναός της Αγίας Φωτεινής στην Παραλία Κατερίνης. http://wikimapia.org/

[43] Ο Ιερός Ενοριακός Ναός της Αγίας Φωτεινής στον προσφυγικό συνοικισμό Χρύσα Ξάνθης. http://agiafotini.weebly.com

[44] Στο γραφικό χωριό Συκαμιά της Λέσβου, γενέτειρα του κορυφαίου πεζογράφου Στρατή Μυριβήλη, ο Ενοριακός Ναός τιμάται επ’  ονόματι της Αγίας Φωτεινής. 

[45] Ο Ιερός Ναός της Αγίας Φωτιάς (Φωτεινής) στην ομώνυμη παραθαλάσσια περιοχή της Χίου. www.naoschios.blogspot.gr

[46] Το εξωκκλήσιο της Αγίας Φωτίδος στην ερημική περιοχή Κώμη της Λήμνου. Πανηγυρίζει την 1η Αυγούστου. http://el.wikipedia.org/

[47] Το εξωκκλήσιο της Αγίας Φωτίδος στο χωριό Καλλιθέα της Λήμνου. Πανηγυρίζει την 1η Αυγούστου. www.trekearth.com

[48] Ο αξιοπρόσεκτος Ιερός Ναός της Αγίας Φωτεινής στην αρχαία Μαντινεία της Αρκαδίας. http://www.xfiles.gr/

Επιτρέπεται η αναδημοσίευση με την προϋπόθεση της αναφοράς του συγγραφέα και του ιστολογίου πρώτης δημοσίευσης [Σύνδεσμος Κληρικών Χίου]

ΨΗΦΙΣΜΑ ΙΕΡΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ ΓΙΑ ΤΟ "ΤΑΜΑ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ"

$
0
0
ΨΗΦΙΣΜΑ

Ἡ Γενικὴ Συνέλευσις τοῦ Ι.ΣΚ.Ε. σήμερον 18.2.2015 συνελθοῦσα κατὰ τὴν τακτικὴν αὐτῆς Γεν. Συνέλευσιν εἰς τὸν Ἱ. Ν. Ἁγ. Κοσμᾶ Αἰτωλοῦ Ἀμαρουσίου κατόπιν τῆς ἐκτός ἡμερησίας διάταξης, εἰσηγήσεως τοῦ παρισταμένου Προέδρου τοῦ Σωματείου, «Οἱ Φίλοι τοῦ Τάματος τοῦ Ἒθνους» κ. Αναγνωστόπουλου και διαπιστώνουσα ὅτι

1) τὸ Τάμα τοῦ Γέρου τοῦ Μοριᾶ καὶ τῶν ἄλλων ἡρώων τῆς Ἐθνικῆς μας Παλιγγενεσίας, τὸ ὁποῖον ὡριστικοποιήθηκε μὲ τὸ Η΄ Ψήφισμα τῆς Δ΄ Ἐθνοσυνελεύσεως τῆς 31ης Ἰουλίου 1829, ποὺ τὸ ὑπέγραψε ὁ Ἐθνάρχης Ἰωάννης Καποδίστριας καὶ μὲ τὰ Βασιλικὰ Διατάγματα ἀπὸ 1834 (ΦΕΚ 5/29-1-1834) καὶ 1838 (ΦΕΚ 12/11-4-1838)ἔγινε ἐπίσημος Νόμος τοῦ Κράτους, ἐνῶ παρῆλθον 186 ὁλόκληρα ἔτη,ἀκόμη δὲν ἐπραγματοποιήθη

καί ὃτι 2) «Τὸ Ἵδρυμα Προασπίσεως Ἠθικῶν καὶ Πνευματικῶν Ἀξιῶν καὶ τὸ Σωματεῖον οἱ Φίλοι τοῦ Τάματος τοῦ Ἔθνουςκαθιστοῦν προφορικῶς καὶ γραπτῶς σαφὲς ὅτι δὲν ἐπιθυμοῦν νὰ ἔχουν οὔτε μία δεκάρα ἀπὸ τὸ Κράτος καὶ τὴν Ἐκκλησία καὶ ἀναλαμβάνουν αὐτοὶ οἱ φορεῖς ὅλα τὰ ἔξοδα διὰ τὴν πραγματοποίησιν τοῦ Πανελληνίου Προσκυνήματος τοῦ Τάματος τοῦ Ἔθνους», 

ὁμοφώνως, συμπαρίσταταιεἰς τήν προσπάθειαν τοῦ Ἱδρύματος Προασπίσεως Ἠθικῶν καὶ Πνευματικῶν Ἀξιῶν καὶ τοῦ Σωματείου οἱ Φίλοι τοῦ Τάματος τοῦ Ἔθνους γιὰ τὴν ἄμεσον νομοθετικὴν ρύθμισιν γιὰ τήν πραγματοποίησιν τοῦ Πανελληνίου Προσκυνήματος τοῦ Τάματος τοῦ Ἔθνους εἰς τὴν λίαν περίοπτον καὶ δεσπόζουσαν θέσιν «Ἀγχεσμός» (Ἀττικὸν Ἄλσος),

Τὸ ἀνωτέρω ψήφισμα ἀποφασίζεται νὰ ἀνακοινωθῆ εἰς τὴν σεπτὴν Ἱεραρχίαν τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, νὰ ἀποσταλῇ είς τό Ἵδρυμα Προασπίσεως Ἠθικῶν καὶ Πνευματικῶν Ἀξιῶν καὶ τὸ Σωματεῖον οἱ Φίλοι τοῦ Τάματος τοῦ Ἔθνους καί νὰ δημοσιευθῆ εἰς τόν ἱστοχῶρον τοῦ Ι.Σ.Κ.Ε.

Τὸ Δ.Σ. τοῦ ΙΣΚΕ

Πρωτοπρεσβύτερος Ἰωάννης Κατωπόδης, Πρόεδρος
Πρωτοπρεσβύτερος Εὐάγγελος Φεγγούλης, Ἀντιπρόεδρος
Πρωτοπρεσβύτερος Βασίλειος Χρηστίδης, Γεν. Γραμματέας
Πρεσβύτερος Μιχαὴλ Μετζάκης, Ταμίας
Πρωτοπρεσβύτερος Γεώργιος Κωνσταντίνου, Ἐκπρόσωπος Τύπου
Πρεσβύτερος Κωνσταντῖνος Τσομπάνης, Μέλος
Πρωτοπρεσβύτερος Κωνσταντῖνος Μιχαηλίδης, Μέλος
Πρεσβύτερος Ἐμμανουὴλ Ντάκαρης, Μέλος
Πρωτοπρεσβύτερος Χριστοφόρος Μουτάφης, Μέλος

Περί τῆς ἀξιολογήσεως τῶν Ἐφημερίων καί τῶν ἐκκλησιαστικῶν ὑπαλλήλων

$
0
0
Πρωτ. 877
Αριθμ. Διεκπ. 393 
Αθήνα 25ῃ Φεβρουαρίου 2015

Πρός
τήν Ἱεράν Ἀρχιεπισκοπήν Ἀθηνῶν καί 
τάς Ἱεράς Μητροπόλεις τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος

Διά τοῦ παρόντος γνωρίζομεν ὑμῖν ὅτι εἰς τό Φ.Ε.Κ. 25/τ. Α΄/24.2.2015, τό ὁποῖον δύνασθε νά ἐκτυπώσητε ἀπό τήν ἱστοσελίδα τοῦ Ἐθνικοῦ Τυπογραφείου (www.et.gr), ἐδημοσιεύθησαν οἱ Κανονιστικές Διατάξειςτῆς Ἱερᾶς Συνόδου ὑπ’ ἀριθμ. 264/2015«Τύπος τῆς Ἐκθέσεως Ἀξιολογήσεως τῶν Ἐφημερίων καί Διακόνων, καί διαδικασία συμπληρώσεως αὐτῆς»καί 265/2015«Περί τῆς ἀξιολογήσεως τῶν ἐκκλησιαστικῶν ὑπαλλήλων». Ἐπί τῶν ὡς ἄνω Κανονιστικῶν Διατάξεων ἔχομεν νά παρατηρήσωμεν τά ἑξῆς:

α΄. Ἡ Κανονιστική Διάταξις 265/2015 περιέχει τό ἔντυπον τῆς Ἐκθέσεως Ἀξιολογήσεως τῶν Ἐφημερίων καί Διακόνων, καί τό περιεχόμενον, κωδικοποιημένον, τῆς ὑπ’ ἀριθμ. 2932/16.10.2012 Συνοδικῆς Ἐγκυκλίου.

β΄. ΟἱἹεροκήρυκεςπλέον ἀξιολογοῦνται ἐπί τῇ βάσει τῆς Κανονιστικῆς Διατάξεως 264/2015, δηλαδή ὅπως καίοἱ Ἐφημέριοι.

γ΄. Οἱ ἐκκλησιαστικοί ὑπάλληλοιἀξιολογοῦνται, μέχρι τῆς συντάξεως εἰδικοῦ δι’ αὐτούς ἐντύπου, ἐπί τῇ βάσει τοῦ ἐντύπου τοῦ Προεδρικοῦ Διατάγματος ὑπ’ ἀριθμ. 318/1992 (τό ὁποῖον δύνασθε νά ἀναζητήσητε εἰς τήν ἱστοσελίδα τοῦ Ἐθνικοῦ Τυπογραφείου) καί ὑπό τούς ὅρους τῆς Κανονιστικῆς Διατάξεως 265/2015.

δ΄. Οἱ Κληρικοί μετακλητοί ὑπάλληλοιἀξιολογοῦνται ὡς ἐκκλησιαστικοί ὑπάλληλοι ὑπό τῶν προϊσταμένων τῶν ἐκκλησιαστικῶν Ν.Π.Δ.Δ., μόνον ἐφ’ ὅσον εἶναι τακτικοί ἐκκλησιαστικοί ὑπάλληλοι.

ε΄. Οἱ Ἐκθέσεις ἀξιολογήσεως τῶν Ἱεροκηρύκων τοῦ Ν. 1811/1988διαβιβάζονται ὑποχρεωτικῶς εἰς τήν Ἱεράν Σύνοδον, ὅπου φυλάσσεται καί ὁ ὑπηρεσιακός φάκελος αὐτῶν, καθότι τυγχάνουν ἐκκλησιαστικοί ὑπάλληλοι τοῦ νομικοῦ προσώπου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.

στ΄. Ἡ προθεσμίαδιά τήν ἀξιολόγησιν τῶν Ἐφημερίων καί Διακόνων λήγει τήν 31ην Μαρτίουἑκάστου ἔτους. Ἡ προθεσμία διά τήν ἀξιολόγησιν τῶν ἐκκλησιαστικῶν ὑπαλλήλων παρατείνεται διά τό τρέχον ἔτος ἕως τῆς 31.3.2015.

Κατόπιν τῶν ἀνωτέρω, παρακαλοῦμεν διά τήν ἔγκαιρον ἀξιολόγησιν τῶν Ἐφημερίων, τῶν Ἱεροκηρύκων, τῶν Διακόνων καί τῶν ἐκκλησιαστικῶν ὑπαλλήλων τῆς καθ’ ὑμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως, κατά μέν τό τρέχον ὡς καί διά πᾶν ἑπόμενον ἔ-τος, συμφώνως πρός τάς ὡς ἄνω Κανονιστικάς Διατάξεις ὑπ’ ἀριθμ. 264/2015 καί 265/2015.

Ἐντολῇ καί Ἐξουσιοδοτήσει τῆς Ἱερᾶς Συνόδου
Ὁ Ἀρχιγραμματεύς
† Ὁ Μεθώνης Κλήμης

(Για να διαβάσετε το κείμενο σε μορφή PDF, επιλέξτεεδώ)

Ο Γ.Γ. Θρησκευμάτων για τη φορολόγηση της Εκκλησίας και τη μισθοδοσία του Ιερού Κλήρου

$
0
0
Δελτίο Τύπου (03-03-2015)

Σχετικά με ερωτήσεις και δημοσιεύματα αλλοδαπών μέσων ενημέρωσης που αφορούν την φορολόγηση της Εκκλησίας της Ελλάδος και τη μισθοδοσία των Κληρικών, και αναδημοσιεύθηκαν στο εσωτερικό, ο Γενικός Γραμματέας Θρησκευμάτων κ. Γ. Καλαντζής προέβη στις ακόλουθες διευκρινίσεις για την κατάσταση ως έχει σήμερα:

Α. Φορολόγηση Εκκλησίας της Ελλάδος

1. Όλοι οι φορείς της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ελλάδος, της Εκκλησίας της Κρήτης και των Ιερών Μητροπόλεων της Δωδεκανήσου φορολογούνται για το εισόδημα, που τυχόν αποκτούν, σύμφωνα με όσα προβλέπονται για όλα τα νομικά πρόσωπα στον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Νόμος 4173/2014).

2. Οι φορείς της Εκκλησίας της Ελλάδος, της Εκκλησίας της Κρήτης και των Ιερών Μητροπόλεων της Δωδεκανήσου δεν έχουν καμία ειδική απαλλαγή από τον Φ.Π.Α. (Νόμος 2859/2000).

3. Οι φορείς της Εκκλησίας της Ελλάδος, της Εκκλησίας της Κρήτης και των Ιερών Μητροπόλεων της Δωδεκανήσου πληρώνουν κύριο και συμπληρωματικό ΕΝ.Φ.Ι.Α. για όλα τα ακίνητά τους (Νόμος 4223/2013) συμπεριλαμβανομένων χιλιάδων στρεμμάτων δασών και δασικών εκτάσεων των οποίων δεν είναι επιτρεπτή η αξιοποίησή τους. Απαλλάσσονται από τον ΕΝ.Φ.Ι.Α. μόνο οι λατρευτικοί χώροι (Ναοί και Μοναστήρια) και οι κοινωφελείς χώροι (π.χ. γηροκομεία, αίθουσες συσσιτίων) που ιδιοχρησιμοποιούν.Η συγκεκριμένη απαλλαγή ισχύει για όλες τις θρησκείες και δόγματα (θρησκευτικές κοινότητες) της χώρας, που διαθέτουν νόμιμα υφισταμένους λατρευτικούς χώρους ή χώρους με αντίστοιχη κοινωφελή χρήση, αλλά και για όλους τους μη κερδοσκοπικούς φορείς στην Ελλάδα για τα ακίνητά τους που εξυπηρετούν μορφωτικούς, εκπαιδευτικούς, πολιτιστικούς, αθλητικούς, θρησκευτικούς, φιλανθρωπικούς και κοινωφελείς σκοπούς.

4. Σχετικά με τις υποχρεώσεις παρακράτησης και απόδοσης φόρων, τελών και κρατήσεων ισχύουν για τους φορείς της Εκκλησίας της Ελλάδος, της Εκκλησίας της Κρήτης και των Ιερών Μητροπόλεων της Δωδεκανήσου, αυτά ακριβώς που ισχύουν για τα νομικά πρόσωπα γενικά.

5. Η Εκκλησία της Ελλάδος, η Εκκλησία της Κρήτης και οι Ιερές Μητροπόλεις της Δωδεκανήσου είναι νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με θρησκευτικό χαρακτήρα και αυτοχρηματοδοτούμενα,δηλαδή η λειτουργία τους, η συντήρηση των κτηριακών υποδομών τους και η ευρύτατη κοινωφελής προσφορά τους βασίζεται στις εισφορές, τις δωρεές και την εθελοντική εργασία των Ορθοδόξων Χριστιανών, καθώς και στην αξιοποίηση τυχόν περιουσίας που διαθέτουν.

Β. Μισθοδοσία του Ιερού Κλήρου

Σχετικά με τη μισθοδοσία των Ορθόδοξων Κληρικών η Γενική Γραμματεία Θρησκευμάτων εξέδωσε στις 6/9/2012 δελτίο τύπου στο οποίο αναφέρονταν αναλυτικά οι αποδοχές του Ιερού Κλήρου και σημειωνόταν χαρακτηριστικά: «Ο Ιερός Κλήρος υπάγεται στο ενιαίο μισθολόγιο χωρίς καμία θετική ή αρνητική διάκριση. Ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος, οι Σεβασμιώτατοι Μητροπολίτες και ο Ιερός Κλήρος δεν έχουν εξαιρεθεί από καμία γενικότερη μισθολογική μείωση ούτε ζήτησαν να εξαιρεθούν». Αξίζει να συμπληρωθεί, επίσης, και ότι δεν έκαναν καμία κίνηση δικαστικού χαρακτήρα για να εξαιρεθούν.

Η μισθοδοσία του Ορθόδοξου Κλήρου, όπως και η χρηματοδότηση της εκκλησιαστικής εκπαίδευσης αποτελεί υποχρέωση της Πολιτείας,την οποία η ίδια διακήρυξε στα κείμενα των Επαναστατικών Εθνοσυνελεύσεων των Αντιπροσώπων του Ελληνικού Λαού (1822, 1829), σε αντάλλαγμα της παραχώρησης της εκκλησιαστικής περιουσίας στο Δημόσιο. Η παραχώρηση πραγματοποιήθηκε σταδιακά (δημιουργία δημόσιων οργανισμών εκμετάλλευσης εκκλησιαστικής περιουσίας για την στήριξη της δημόσιας Παιδείας και τη βελτίωση της κατάστασης του Κλήρου στις 13/10/1834, στις 19/11/1909 και στις 10/5/1930, αφαίρεση μοναστηριακών ακινήτων για αποκατάσταση αγροτών και προσφύγων αμέσως μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, Σύμβαση παραχώρησης των 4/5 αγροτολιβαδικής περιουσίας των Μονών στις 18/9/1952, Σύμβαση παραχώρησης δασικής και αγροτολιβαδικής περιουσίας των Μονών στις 11/5/1988). Η συζήτηση περί μισθοδοσίας του Ιερού Κλήρου συνδέεται με την συζήτηση περί επιστροφής της εκκλησιαστικής περιουσίας, η οποία μπορεί να οδηγήσει στην επιβάρυνση των Ελλήνων φορολογουμένων με ποσά απροσδιορίστου ύψους.

Πρέπει, επίσης, να είναι σαφές ότι η καταβολή της μισθοδοσίας των Κληρικών πραγματοποιείται απευθείας από το Δημόσιο προς τους ίδιους τους Κληρικούς.Δεν μεταβιβάζονται χρήματα του Δημοσίου στις Ιερές Μητροπόλεις για τον παραπάνω σκοπό ούτε προβλέπεται στον ετήσιο προϋπολογισμό εξόδων του Κράτους οποιαδήποτε τακτική επιχορήγηση προς τους φορείς της ορθόδοξης Εκκλησίας της Ελλάδος, της Εκκλησίας της Κρήτης ή των Ιερών Μητροπόλεων των Δωδεκανήσων. Συνεπώς, οι Ιερές Μητροπόλεις δεν διαχειρίζονται «δημόσιο χρήμα».

Ασφαλιστική ικανότητα στους εφημερίους και τους εκκλησιαστικούς Υπαλλήλους του τέως ΟΠΑΔ απο το ΙΚΑ.

$
0
0
Με Δελτίο Τύπου το ΙΚΑ μας ενημερώνει ότι για κάθε ασφαλισμένο υπάρχει πλέον νέος αριθμός Α.Μ.Α στο ΙΚΑ

Τον νέο ΑΜΑ θα πρέπει να το αντιγράψουμε επάνω στα ασφαλιστικά βιβλιάρια μας,και μπορούμε να τον βρούμε εδώ


Ακολουθεί τοΔελτίο τύπου του ΙΚΑ 

Αθήνα, 27 Φεβρουαρίου 2015
Δελτίο Τύπου

Χορήγηση ασφαλιστικής ικανότητας στους ασφαλισμένους του τ. ΟΠΑΔ / ΤΥΔΚΥ.

Δεν απαιτείται προσέλευση στα Υποκαταστήματα για τη θεώρηση των βιβλιαρίων υγείας

Η Διοίκηση του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. σε συνέχεια ενημέρωσης, σχετικά με την ανανέωση της ασφαλιστικής ικανότητας των ασφαλισμένων και των συνταξιούχων του τ. Ο.Π.Α.Δ. / Τ.Υ.Δ.Κ.Υ. καθώς και των μελών της οικογενείας τους για τη περίοδο 1/3/2015-29/2/2016 και προκειμένου να αποφευχθεί η άσκοπη προσέλευσή τους στις υπηρεσίες μας, επισημαίνει τα εξής:

Από 16/2/2015 έχει τεθεί στη διάθεσή τους ηλεκτρονική υπηρεσία, προκειμένου να ενημερώνονται για τον αριθμό μητρώου ασφαλισμένου (Α.Μ.Α.) που τους αποδόθηκε, κατά την ενσωμάτωσή τους στο Μητρώο Ασφαλισμένων μας, χωρίς να χρειάζεται να απευθύνονται στις υπηρεσίες μας. (www.ika.gr / Αναζήτηση Αριθμού Μητρώου Ασφαλισμένου (ΑΜΑ) Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. για τους ασφαλισμένους του τ. Ο.Π.Α.Δ. / Τ.Υ.Δ.Κ.Υ.).

Όλοι οι εν ενεργεία ασφαλισμένοι και συνταξιούχοι του τ. Ο.Π.Α.Δ. / Τ.Υ.Δ.Κ.Υ. μπορούν να ενημερώνονται ηλεκτρονικά για την ασφαλιστική τους ικανότητα, από το διαδικτυακό τόπο του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. (www.ika.gr / Ηλεκτρονικές Υπηρεσίες / Ηλεκτρονικές Υπηρεσίες προς Ασφαλισμένους -Συνταξιούχους / Ασφαλιστική Ικανότητα).

Για τα προστατευόμενα μέλη (συζύγους και τέκνα έως 24 ετών) των ασφαλισμένων και των συνταξιούχων του τ. Ο.Π.Α.Δ. / Τ.Υ.Δ.Κ.Υ. η ανανέωση της ασφαλιστικής τους ικανότητας θα αναγγελθεί στο Εθνικό Μητρώο Δικαιούχων Περίθαλψης την Τρίτη 3/3/2015.

Οι πάροχοι υγείας έχουν τη δυνατότητα να εξυπηρετούν τους ασφαλισμένους του τ. Ο.Π.Α.Δ. / Τ.Υ.Δ.Κ.Υ. με τον αριθμό μητρώου του τ. Ο.Π.Α.Δ. ή του τ. Τ.Υ.Δ.Κ.Υ., χωρίς να είναι απαραίτητος ο Α.Μ.Α. του ασφαλισμένου, που αποδόθηκε από το Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Ως εκ τούτου οι ασφαλισμένοι και οι συνταξιούχοι του τ. Ο.Π.Α.Δ. / Τ.Υ.Δ.Κ.Υ. καθώς και τα μέλη της οικογενείας τους (σύζυγοι και τέκνα έως 24 ετών) δεν χρειάζεται να προσέρχονται στις υπηρεσίες μας, πλην ειδικών περιπτώσεων προστατευομένων μελών, για τις οποίες δεν εντοπίζεται ασφαλιστική ικανότητα και απαιτείται η χορήγησή της με τη προσκόμιση των προβλεπομένων από τη νομοθεσία δικαιολογητικών.

ΑΠΟ ΤΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ 
ΤΟΥ ΙΚΑ-ΕΤΑΜ

Viewing all 364 articles
Browse latest View live